Γιατί η μεταποίηση είναι όρος επιβίωσης για την ελληνική οικονομία
28/07/2021Η ένταξη της Ελλάδας σε μια αγορά υψηλής τεχνολογίας όπως η ευρωπαϊκή, απλά κατέστησε τις εγχώριες επιχειρήσεις μη βιώσιμες, καθώς φτηνές εισαγωγές που δεν έχουν ενσωματωμένο το επιπλέον κόστος θα είναι εύκολα προσβάσιμες στους καταναλωτές. Αυτό συμβαίνει, όταν δεν έχουν απομακρυνθεί οι αιτίες που προκαλούν αδυναμία στον εγχώριο μεταποιητικό τομέα να τις ανταγωνιστεί, επειδή έχει υψηλό κόστος λειτουργίας και χαμηλή ενσωμάτωση τεχνολογίας.
Η επιδιωκόμενη υποκατάσταση της ακριβής εγχώριας παραγωγής από φτηνές εισαγωγές και το προσδοκώμενο όφελος για τους Έλληνες καταναλωτές, θα αποδειχθεί μάλλον μικρής σημασίας. Και τούτο διότι η επακόλουθη μείωση ή και διακοπή της εγχώριας παραγωγικής δραστηριότητας θα οδηγήσει σε απόλυση προσωπικού και μείωση αποδοχών, ειδικά στον τομέα των εμπορεύσιμων αγαθών (δηλαδή, κυρίως τη μεταποίηση). Αυτό θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων καταναλωτών και έτσι θα υπερκαλύψει το οποιοδήποτε κέρδος από τη μείωση τιμών.
Η δεδομένη έκθεση, λοιπόν, των ελληνικών παραγωγικών επιχειρήσεων στην πίεση του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού, χωρίς να μπορούν να ανταποκριθούν στα κίνητρα που αυτός δίνει για βελτίωση των προϊόντων και παραγωγικών υπηρεσιών, αποτελεί μεγάλο κίνδυνο. Με απλά λόγια, η Ελλάδα διατρέχει κίνδυνο από την εδραίωση δυσμενών για τις εγχώριες επιχειρήσεις συνθηκών.
Τέτοιες είναι το εχθρικό επιχειρηματικό περιβάλλον, είτε λόγω ρυθμιστικών αστοχιών του κράτους, είτε λόγω υψηλού ρίσκου της χώρας και κατ’ επέκταση υψηλού κόστους χρηματοδότησης. Το αποτέλεσμα θα είναι η Ελλάδα να χάσει περαιτέρω την παραγωγική βάση που της απομένει, καθώς τα εμπορεύσιμα προϊόντα πλέον θα εισάγονται, υποκαθιστώντας τα μη ανταγωνιστικά εγχώρια παραγόμενα προϊόντα.
Διαπιστώσεις για τη μεταποίηση
Η παραγωγική αυτή– κυρίως μεταποιητική– βάση, όμως, είναι ο πυρήνας της μηχανής που μπορεί διαχρονικά να εξασφαλίσει την προσέγγιση του επιπέδου διαβίωσης των ανεπτυγμένων χωρών, καθώς και ποιοτική απασχόληση. Αλλά ακόμα και τα προϊόντα που δεν είναι αποτέλεσμα μεταποίησης, όπως οι πρώτες ύλες ή τα αγροτικά προϊόντα απαιτούν συχνά προϊόντα μεταποίησης.
Συνεπώς, η γενίκευση της προαναφερόμενης ανάλυσης, στην ανάγκη ύπαρξης μιας επαρκώς διαφοροποιημένης και υγιούς μεταποιητικής βάσης είναι εύλογη και ορθή. Η παραγωγή προϊόντων (ή δημιουργία πραγμάτων) παραμένει αναπόσπαστη προϋπόθεση για την ανάπτυξη ενός υγιούς παραγωγικού οικοσυστήματος. Είναι εύκολο να καταγραφεί, στην ελληνική οικονομία, το ποσοστό στο οποίο διάφοροι κλάδοι χρησιμοποιούσαν προϊόντα μεταποίησης σαν εισροές.
Σε σύγκριση με την ΕΕ, τα ποσοστά αυτά είναι σημαντικά μικρότερα δείχνοντας μια πραγματικότητα αρκετά οδυνηρή για την Ελλάδα. Σχεδόν στο σύνολο των κλάδων της ελληνικής οικονομίας, τα προϊόντα μεταποίησης που χρησιμοποιούνται ως εισροές είναι πολύ μικρότερα. Αναφέρουμε ως ενδεικτικό παράδειγμα τη σταδιακή διακοπή της παραγωγής ενδιάμεσων προϊόντων πρώτου επιπέδου μεταποίησης της αγροτικής παραγωγής, παρά την καταρχήν εξαιρετική ποιότητα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων.
Οι λόγοι αυτής της εξέλιξης δεν θα μας απασχολήσουν εδώ. Χρειάζεται αρκετή προσπάθεια για να καταλήξουμε σε στέρεα συμπεράσματα. Όμως αποτελεί αδιάψευστο γεγονός ότι οι μονάδες πρώτης μεταποίησης των αγροτικών προϊόντων έχουν σταδιακά κλείσει τις τελευταίες δεκαετίες και η ελληνική βιομηχανία τροφίμων εισάγει πλέον από το εξωτερικό χειρότερης ποιότητας και πολύ ακριβότερες εισροές που είναι προϊόντα πρώτης μεταποίησης.
Να μην χαθεί η τεχνογνωσία
Πρέπει να κατανοήσουμε ότι οποιοδήποτε σχέδιο ενίσχυσης της ανάπτυξης της χώρας θα πρέπει να περιλαμβάνει και την προοπτική σημαντικής ενίσχυσης της μεταποιητικής βάσης όχι μόνο σαν ποσοστό του ΑΕΠ αλλά κυρίως σαν ποικιλία δραστηριοτήτων. Το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η ανάδειξη των ήδη υπαρχόντων παραγωγικών δυνατοτήτων, οι οποίες εντοπίζονται στη μηχανουργία, τα χημικά και τα φάρμακα και την αναζήτηση εκείνων των πολιτικών που θα επιτρέψουν την αξιοποίηση αυτών των ευκαιριών.
Ειδικά για τη μηχανουργία “την επιστημονική μαστοράντζα”, πρέπει να ενσκήψουμε με μεγάλη προσοχή διότι αποτελεί έναν τεράστιο ενδογενή πλούτο, μοναδικό στο είδος του, ο οποίος παραμένει ανεκμετάλλευτος και επιπλέον κινδυνεύει να μην αναπαραχθεί στις νέες γενιές. Μια επιτέλους σοβαρή ματιά στη μεταποίηση χρειάζεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο αυτή τη δύσκολη περίοδο που περνά η χώρα μας.
Δυστυχώς, οι εξελίξεις που έχουν αρχίσει να διαφαίνονται στον τομέα της μεταποίησης δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές, με αποτέλεσμα η προοπτική να είναι σκοτεινή. Η πλήρης υποταγή των ελληνικών κυβερνήσεων στις αποφάσεις των ξένων δανειστών αφενός και η πλήρης αδυναμία να χαραχθεί ένα πλαίσιο κατεύθυνσης της ελληνικής μεταποίησης αφετέρου, κλείνει και τις υπαρκτές διεξόδους, γεγονός που δεν επιτρέπει αισιοδοξία για το μέλλον.