Γιατί ο Τραμπ ξεκίνησε οικονομικό πόλεμο
22/03/2018Γράφει ο Γιώργος Λυκοκάπης –
“Τα εργοστάσια αφέθηκαν να σκουριάσουν, οι κοινότητες μετατράπηκαν σε πόλεις φαντάσματα. Η προδοσία τελείωσε“. Με αυτές τις βαρυσήμαντες δηλώσεις ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την εφαρμογή μίας αμφιλεγόμενης προεκλογικής του υπόσχεσης. Την επιβολή δασμών στον εισαγόμενο χάλυβα και αλουμίνιο, που ισοδυναμεί ουσιαστικά με “κήρυξη οικονομικού πολέμου”.
Προηγήθηκε η παραίτηση του Γκάρι Κον, οικονομικού συμβούλου του Τραμπ, γεγονός που προανήγγειλε την προεδρική απόφαση. Πρώην πρόεδρος της Goldman Sachs, ο Κον ήταν σφοδρός πολέμιος της επιβολής μέτρων προστατευτισμού στην αμερικανική οικονομία. Ο εκκεντρικός μεγιστάνας επικράτησε έναντι της Χίλαρι Κλίντον, διότι κέρδισε την εμπιστοσύνη της αμερικανικής εργατικής τάξης κι όχι γιατί ήταν ο εκλεκτός της Wall Street.
Είχε προηγηθεί η αποχώρηση των ΗΠΑ από την εμπορική συμφωνία με τις χώρες του Ειρηνικού, ενέργεια που πραγματοποιήθηκε με την έναρξη της θητείας του. Καθότι “μία εικόνα αξίζει χίλιες λέξεις”, ο Τραμπ υπέγραψε την επιβολή δασμών έχοντας δίπλα του εργάτες της αμερικανικής χαλυβουργίας. Από τους δασμούς εξαιρούνται οι εταίροι των ΗΠΑ στην Συμφωνία Εμπορίου Βορείου Ατλαντικού (NAFTA), δηλαδή ο Καναδάς. Στις εξαιρέσεις προστέθηκε και η Αυστραλία, λόγω των στρατιωτικών της δεσμών με τις ΗΠΑ.
Σχέσεις αγάπης-μίσους
Ιαπωνία και ΕΕ ζήτησαν επίσης από την πλευρά τους να εξαιρεθούν. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι αναρωτήθηκε χαρακτηριστικά “αν βάζεις δασμούς στους συμμάχους σου, τότε ποιοι είναι οι εχθροί σου;“. Μοιάζει όντως παράδοξο ο Αμερικανός πρόεδρος να ξεκινάει οικονομικό πόλεμο με την Ιαπωνία, τον μεγαλύτερο σύμμαχο των ΗΠΑ στην Ασία.
Ο πρωθυπουργός Σίνζο Άνπε υπήρξε ο πρώτος ξένος ηγέτης που συναντήθηκε με τον Τραμπ, λίγο μετά την εκλογή του στην προεδρία των ΗΠΑ. Η δέσμευση της νέας αμερικανικής κυβέρνησης ότι θα “συνεχίσει την αμέριστη στήριξη και προστασία της Ιαπωνίας“, ικανοποίησε τον Ιάπωνα πρωθυπουργό. Η προεκλογική ρητορική του Αμερικανού μεγιστάνα είχε προκαλέσει πολλές ανησυχίες στην κυβέρνηση Άνμπε.
Κατά την αμερικανική προεκλογική εκστρατεία ο Τραμπ κατηγορούσε την Ιαπωνία ότι “κλέβει τις ΗΠΑ“, λόγω του υψηλού εμπορικού της πλεονάσματος. Η σφοδρή αυτή ρητορική επίθεση θύμισε την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην Αμερική, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Υπήρχε τότε διάχυτος ο φόβος ότι η αμερικανική αγορά θα κατακλυστεί από ανταγωνιστικά, ιαπωνικά προϊόντα. Η οικονομική και η τεχνολογική ανάπτυξη της Ιαπωνίας, ήταν η απειλή που θα αντιμετώπιζαν οι ΗΠΑ τον 21ο αιώνα.
Ο φόβος αυτός δεν επιβεβαιώθηκε. Η Ιαπωνία είναι ουσιαστικά μία “αδύναμη υπερδύναμη”, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ. Δεν διαθέτει πυρηνικά όπλα, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, ούτε μόνιμη έδρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Η ασφάλεια της απειλείται από δύο πυρηνικές δυνάμεις, την Βόρεια Κορέα και την Κίνα. Η Ιαπωνία έχει ανάγκη από ένα ισχυρό στρατιωτικό σύμμαχο, συγκεκριμένα τις ΗΠΑ, παρά τις εμπορικές τους διαφορές. Χωρίς την αμερικανική στρατιωτική παρουσία, η Ιαπωνία θα γίνονταν στην καλύτερη περίπτωση “δορυφόρος” της Κίνας.
Οι δασμοί στον ιαπωνικό χάλυβα (και πιθανώς σε άλλα προϊόντα) είναι το ελάχιστο τίμημα που πρέπει να πληρώσει το Τόκιο για την στρατιωτική υποστήριξη της Ουάσιγκτον. Αυτό πιστεύει ο Τραμπ, ο οποίος υποστήριζε προεκλογικά πως “η Ιαπωνία δαπανά πολύ λίγα χρήματα για την άμυνα της“. Είναι ο λόγος που δεν θεωρούμε πιθανό να την εξαιρέσει από τους δασμούς, παρά την καλή προσωπική χημεία που έχει ο Αμερικανός πρόεδρος με τον Ιάπωνα πρωθυπουργό.
“Κακοί άνθρωποι οι Γερμανοί”
Μοιάζει επίσης απίθανο ο Τραμπ να υπολογίσει τις αντιδράσεις της ΕΕ, μιας και έχει εκφραστεί ιδιαίτερα απαξιωτικά στο παρελθόν. Η χώρα που πλήττεται περισσότερο από τους δασμούς είναι η Γερμανία, η οποία αποτελεί τον όγδοο μεγαλύτερο εξαγωγέα χάλυβα στις ΗΠΑ. Στην απειλή της ΕΕ ότι θα επιβληθούν δασμοί σε αμερικανικά προϊόντα, ο Τραμπ απάντησε ότι θα “φορολογήσει τα αυτοκίνητα τους“.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ θεωρεί πως η ΕΕ είναι ένας δυσλειτουργικός, γραφειοκρατικός οργανισμός, ο οποίος είναι υπό την επιρροή του Βερολίνου. Τον περασμένο Μάιο, κατά την επίσκεψη του στις Βρυξέλλες, ο Τραμπ είχε χρησιμοποιήσει βαρύτατους χαρακτηρισμούς για την Γερμανία: “οι Γερμανοί είναι κακοί άνθρωποι, κοιτάξτε τα εκατομμύρια αυτοκίνητα που πωλούν στις ΗΠΑ. Αυτό θα σταματήσει“. Ο Αμερικανός πρόεδρος κατηγορεί τη Γερμανία για το υψηλό της εμπορικό πλεόνασμα και για τις περιορισμένες αμυντικές της δαπάνες.
Είναι ακριβώς οι ίδιες κατηγορίες που απηύθυνε έναντι της Ιαπωνίας, αν και η σύγκρουση του με την Γερμανία έχει άλλη βαρύτητα. Πολλοί βλέπουν στο πρόσωπο της Άγκελα Μέρκελ τον ηγέτη του “ελεύθερου κόσμου”, η οποία έρχεται σε αντιπαράθεση με τον “απομονωτιστή και ρατσιστή” Τραμπ. Ο ισχυρισμός αυτός μόνο ως υπερβολικός μπορεί να χαρακτηριστεί. Η αντιπαράθεση Ουάσιγκτον-Βερολίνου δεν έχει τα χαρακτηριστικά μίας “ιδεολογικής σταυροφορίας”, όπως ήταν η σύγκρουση της Ουάσιγκτον με την Μόσχα τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.
Η Κίνα προειδοποιεί
Μην ξεχνάμε πως ο Τραμπ δεν είναι επαγγελματίας πολιτικός, αλλά επιχειρηματίας. Αναλύει την πραγματικότητα με όρους κόστους-όφελους. Δεν πρόκειται ποτέ να δεχτεί τον ανταγωνισμό από χώρες, των οποίων η άμυνα εξαρτάται από την Ουάσιγκτον. Όταν οι ΗΠΑ δαπανούν το 4% του ΑΕΠ τους για την άμυνα στο ΝΑΤΟ, ενώ η Γερμανία το 1,2%, ο Τραμπ έχει ένα δίκιο να μιλάει για “αθέμιτο ανταγωνισμό“.
Το ερώτημα δεν είναι η στάση της Γερμανίας ή της Ιαπωνίας, αλλά η στάση που θα κρατήσει η Κίνα. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του αμερικανικού Τύπου, η κυβέρνηση Τραμπ σχεδιάζει την επιβολή δασμών σε μία σειρά κινεζικών προϊόντων, στους οποίους θα “ωχριούν οι δασμοί σε χάλυβα και αλουμίνιο“. Η κινεζική κυβέρνηση τηρεί για την ώρα στάση αναμονής, αλλά προειδοποίησε ότι θα δώσει την “δέουσα απάντηση“, αν οι ΗΠΑ ξεκινήσουν εμπορικό πόλεμο εναντίον της.
Ο βασικός στόχος των προεκλογικών επιθέσεων του Ντόναλντ Τραμπ ήταν η Κίνα, την οποία κατηγορούσε ότι “χειραγωγεί το νόμισμα της, για να πλεονεκτούν οι εξαγωγές της“. Η επέλαση των κινεζικών επιχειρήσεων στις ΗΠΑ, όπου προχωρούν σε μαζικές εξαγορές αμερικανικών εταιρειών, δείχνει ότι οι κατηγορίες του Αμερικανού προέδρου δεν είναι αβάσιμες.
Το μεγάλο ζήτημα είναι πως ένας εμπορικός πόλεμος με την Κίνα κινδυνεύει να έχει τρομακτικές συνέπειες, σίγουρα πολύ σοβαρότερες από την επιβολή δασμών στις μηχανές Harley, ή στο ουίσκι μπέρμπον. Διότι σε αντίθεση με την Γερμανία και την Ιαπωνία, η Κίνα διαθέτει έδρα στο Συμβούλιο Ασφάλειας, πανίσχυρες ένοπλες δυνάμεις, πυρηνικά όπλα και είναι κάτοχος ενός μεγάλου μέρους του αμερικανικού χρέους.