Γιατί οι απολύσεις δεν συνιστούν λύση στην έκτακτη ανάγκη
29/03/2020Καθώς δεν είναι ασύνηθες για τις επιχειρήσεις της χώρας μας να στερούνται κάποιου σχεδίου αντιμετώπισης έκτακτης ανάγκης, είναι αναμενόμενο να καταφύγουν σε μια ευκαιριακή διαχείρισή τους, λειτουργώντας ενστικτωδώς, υπό καθεστώς ημιπανικού και σύγχυσης. Ακόμη και στη Βρετανία, όπως έδειξε πρόσφατη έρευνα μεταξύ των επαγγελματιών ανθρώπινου δυναμικού, σχεδόν δύο στους πέντε οργανισμούς δεν διαθέτουν σχέδιο έκτακτης ανάγκης για να αντιμετωπίσουν την πανδημία.
Η διαταραχή που προκαλεί ο ιός επηρεάζει πολλές πτυχές της ζωής μας, στερώντας τη δυνατότητα στους επιτήδειους παίκτες του χρηματοπιστωτικού τομέα να τη χειραγωγήσουν επ’ ωφελεία τους. Ο τρόπος που χρησιμοποιούν είναι να διοχετεύουν εκτός της αγοράς, όπως και σε κάθε άλλη κρίση, τον πλούτο που παράγουν οι άλλοι τομείς της οικονομίας.
Παρότι η περίοδος μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο βρίθει ποικίλων κρίσεων, με μεγάλες ή μικρές επιπτώσεις στην οικονομία, δεν έγινε ακόμη κατανοητό ότι αποτελούν ενδογενές στοιχείο του συστήματος. Ένα στοιχείο που επιδέχεται εκμετάλλευσης από εκείνους που το αντιλήφθηκαν και το καλλιεργούν σε κάποιο βαθμό.
Η συνειδητοποίηση αυτή θα προκαλούσε τη δημιουργία του απαραίτητου για μια επιχείρηση ανοσοποιητικού της μηχανισμού ψύχραιμης και κατά το δυνατόν, αναίμακτης μετάβασης από τη μία στην άλλη κρίση. Δεν πρόκειται για κάποιον από “μηχανής θεό” (πχ. το κράτος ή οι… Γερμανοί). Πρόκειται όμως για μια στρατηγική διαχείρισης κρίσεων που περιλαμβάνει την αναγνώριση του είδους των κινδύνων με την εκτίμηση της πιθανότητας εμφάνισής τους. Παράλληλα περιλαμβάνει και τον απαραίτητο σχεδιασμό και εξοπλισμό αποτροπής ή μετριασμού των συνεπειών τους.
Η σημερινή κρίση διαφέρει
Η παρούσα κρίση, βέβαια, είναι διαφορετική καθώς πλήττει πρωτίστως τον άνθρωπο, μέτρο και δημιουργό κάθε αξίας, με τη δική του υγεία να προέχει έναντι των δημιουργημάτων του. Ελλείψει δε, άλλης θεραπείας επιβάλλεται η απόσταση και η απομόνωση προκειμένου να ανακοπεί ο επιπολασμός του ιού. Αυτό έχει συνέπεια την ανάσχεση των κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων, στερώντας από τις επιχειρήσεις το οξυγόνο της ρευστότητας. Κατά συνέπεια, οι χωρίς πρόληψη διαχείρισης κρίσεων και “μαξιλάρι” ρευστότητας, θα έχουν πρόβλημα όσο θα απλώνεται ο κορονοϊός συρρικνώνοντας τα έσοδά τους. Μάλιστα, υπάρχει κίνδυνος να “καταλήξουν” αφήνοντας μια κληρονομιά προς αποποίηση.
Το μισθολογικό κόστος συνιστά μια από τις μεγαλύτερες ταμειακές εκροές τις επιχείρησης. Συνεπώς, είναι αναμενόμενο σε περιόδους κρίσης και χωρίς σχέδιο αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών, να αποτελεί τον πρώτο στόχο προστασίας των διαθεσίμων. Η ενστικτώδης αντίδραση των απολύσεων, όμως, πλήττει το ανοσοποιητικό σύστημά της επιχείρησης που το συνθέτουν οι διαθέτοντες αντισώματα για τη διαχείρισή της. Οι ενταγμένοι, δηλαδή, στο σύστημα αξιών της, οι γνωρίζοντες τις αδυναμίες της και οι συνδέοντες την επιβίωσή τους με την ύπαρξή της.
Θέτοντάς το διαφορετικά, την ομάδα που επικοινωνεί ακούγοντας με τα μάτια και βλέποντας με τα αυτιά, δεν τη χαλάς! Η οικονομική κρίση θα είναι σημαντική και θα χρειαστούν μεγάλες ποσότητες αντιβιοτικών για τη διαχείρισή της. Ποσότητες που δεν θα είναι σε θέση να διαθέσουν τα “φθηνότερα” εργατικά χέρια, ακόμη κι αν έχουν καλύτερο επίπεδο σπουδών και δυνατότητες αφομοίωσης της νέας γνώσης.
Περίσκεψη πριν την απόλυση
Αν, λοιπόν, δεν είναι αναπόφευκτο το μέτρο, επιβάλλεται περίσκεψη πριν από κάθε ενέργεια απόλυσης. Ο λόγος είναι πως, όπως δείχνουν οι έρευνες, δεν είναι καθόλου αμελητέο το κόστος αντικατάστασης του εργαζόμενου το οποίο μεγαλώνει όσο πιο υψηλών προσόντων είναι το άτομο που φεύγει. Δηλαδή, όσο πιο εξειδικευμένη είναι η θέση εργασίας, τόσο υψηλότερα διαμορφώνεται το κόστος ανεύρεσης αντικαταστάτη, καθώς του ανειδίκευτου διαφέρει από εκείνο του ειδικού πάνω στον οποίο, μάλιστα, έχει επενδύσει η επιχείρηση.
Αναλυτικότερα, με την αποχώρηση του εργαζόμενου καταβάλλεται η αποζημίωση, αποδίδονται οι διάφορες εισφορές και τα επιδόματα στα οποία προστίθεται και το διοικητικό κόστος διεκπεραίωσης της διαδικασίας απόλυσης. Ακόμη, προστίθεται το κόστος αντικατάστασης (ο εντοπισμός, η συνέντευξη, η διαδικασία πρόσληψης και εκπαίδευσης του υποψήφιου) και ένταξης του νέου συνεργάτη στον οργανισμό. Προστίθεται συνάμα κι εκείνο της δέσμευσης κάποιου έμπειρου συναδέλφου για την καθοδήγηση ή επίβλεψη του νεοπροσληφθέντα προκειμένου να καταρτισθεί και να φθάσει στο επιθυμητό επίπεδο αποτελεσματικότητας.
Πέραν τούτων, σκεφθείτε το κόστος και τη σύγχυση που προκαλείται όταν ο απολυμένος είναι και ο μόνος που γνωρίζει τη συνταγή. Αυτό συμβαίνει διότι η εταιρία δε φρόντισε να ορίσει έγκαιρα τον αναπληρωματικό του ή δεν αποθήκευσε τη γνώση της με κάποια μορφή. Κατά συνέπεια, η εξίσωση:
Απολυμένος (συνολικό κόστος αποζημίωσης συν απώλεια δεξιοτήτων και τεχνογνωσίας συν πλήγμα εικόνας και κοινωνικού προφίλ συν έλλειμμα εμπιστοσύνης) πλην Νεοπροσλαμβανόμενος (αμοιβή συν εισφορές συν κόστος πρόσληψης συν αμοιβές κλπ. έξοδα κατάρτισης συν κόστος ανταπόκρισης μετά την κρίση) πρέπει να αφήνει ικανό θετικό υπόλοιπο απόσβεσης μιας τέτοιας απόφασης.
Η αναμενόμενη μεγάλης διαμέτρου κυκλικότητα της ύφεσης, στην οποία προστίθεται και αυτή της προηγούμενης δεκαετίας, θα “αγκαλιάσει” πολλές επιχειρήσεις με κίνδυνο να “καταλήξουν” κατά τη διαδρομή της. Κατά συνέπεια, η εύκολη προσφυγή στις απολύσεις δεν αποτελεί ό,τι καλύτερο. Θα μπορούσε να στρέψει το ετοιμοπόλεμο δυναμικό τους στην ευκαιριακή παραγωγή προϊόντων, στοχεύοντας στην επιβίωση με αναπροσαρμογή των στόχων, με υπομονή και επιμονή.
Οι πλέον προσαρμόσιμοι
«Δεν είναι οι ισχυρότεροι ή οι πιο έξυπνοι εκείνοι που επιβιώνουν, αλλά οι πλέον προσαρμόσιμοι στην αλλαγή», λέει ο Δαρβίνος και το επιβάλλει η συγκυρία, όσο κι αν δεν το παραδέχονται κάποιοι. Επίσης, είναι πολύ πιθανό ο χρόνος ανάκτησης της αγοράς τους να είναι διπλάσιος από εκείνον που την έχασαν, πόσο μάλλον όταν θα το προσπαθήσουν με ένα απογοητευμένο ή άπειρο ανθρώπινο δυναμικό.
Όπως οι άνθρωποι αποτελούν τα αντισώματα των επιχειρήσεων έτσι και αυτές λειτουργούν για την πολιτεία, η οποία οφείλει να στηρίξει την προσπάθεια επιβίωσής τους και μέσω αυτών τη δική της. Προς τούτο επιβάλλεται η εφαρμογή της πανάρχαιας στρατηγικής «νυν υπέρ πάντων αγών», που παρέχει στην πολιτεία περισσότερους βαθμούς ελευθερίας αρκεί να μπορεί να τους αξιοποιήσει. Βέβαια, η συγκεκριμένη στρατηγική είναι ενισχυμένη από εκείνη της ΕΕ που ανακοίνωσε η πρόεδρός της, με την αναστολή των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας, την ανέκαθεν γνωστή στρατηγική «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Πιο λαϊκά θα μπορούσε να ειπωθεί “όποιος ζήσει κι όποιος ποθάνει”.
Με άλλα λόγια, καθώς η κρίση δημιουργεί τις δικές της ευκαιρίες για εκείνους που τις βλέπουν και διαθέτουν την απαραίτητη αποφασιστικότητα και τον μηχανισμό να τις εκμεταλλευθούν, προκύπτει το εξής ερώτημα: κατά πόσον είναι δυνατή μια τέτοια συμπεριφορά από άβουλες κυβερνήσεις, πειθήνια όργανα ξένων συμφερόντων προτασσόμενων εκείνων της χώρας μας;
Λάθος η πολιτική της κυβέρνησης
Η κυβέρνησή μας στερείται της δυνατότητας έκδοσης νέου χρήματος και βλέπει την άρνηση της Γερμανίας και της Ολλανδίας (σημαντικά πλυντήρια χρήματος) για την ενίσχυση του κοινού μετώπου αντιμετώπισης της κρίσης. Δεν διαθέτει αποφασιστικότητα ανάλογη με εκείνη του λαού μας –όπως έδειξε η προσφυγική κρίση- για να προχωρήσει σε πιο ρηξικέλευθα μέτρα στήριξης της οικονομίας και της ταλαιπωρημένης κοινωνίας. Κάτι που επιβεβαιώνεται από τα μέτρα τα οποία όχι μόνο πλήττουν σε πρώτο χρόνο τους εργαζόμενους και οσονούπω τις επιχειρήσεις, αλλά θα βυθίσουν ακόμη περισσότερο την οικονομία, παράγοντες της οποίας “πονούν” για το brain drain της χώρας.
Δυστυχώς το μάνατζμεντ της κρίσης με το οποίο προσπαθεί να μας πείσει, εξαντλείται στα όρια της καθημερινής μας ενημέρωσης για τον κορονοϊό, την οποία βεβαίως επικροτούμε. Ταυτόχρονα, όμως, διερωτόμαστε γιατί κάτι ανάλογο σε σύνθεση και αποφασιστικότητα, δεν θα μπορούσε να συμβεί και με τα υπόλοιπα προβλήματα που ταλανίζουν την πατρίδα μας που διαθέτει αξιόλογο και ικανό δυναμικό.