Η Δύση χαράζει βιομηχανική πολιτική, η Ελλάδα όχι!
04/09/2023Τι συνιστά βιομηχανική πολιτική (industrial policy); Με απλά λόγια σημαίνει ότι το ίδιο το κράτος καθοδηγεί την ιδιωτική οικονομία μέσω της στήριξης στρατηγικών τομέων, με στοχευμένα χρηματοδοτικά προγράμματα, φορολογικές ελαφρύνσεις, ερευνητική υποστήριξη και προστατευτικά μέτρα.
Στην Δύση, ο όρος βιομηχανική πολιτική είχε διαγραφεί από τα λεξικά οικονομολόγων και πολιτικών μετά την ήττα του κεϋνσιανισμού την δεκαετία του 1970. Δεν συνέβη το ίδιο, ωστόσο, στις αναδυόμενες οικονομίες της Ασίας. Αρχικά, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα συνδύασαν με εξαιρετική επιτυχία δυναμικές βιομηχανικές πολιτικές με την ενσωμάτωση τους στο δυτικό οικονομικό οικοσύστημα.
Το ίδιο παράδειγμα ακολούθησαν από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και έπειτα η Κίνα και οι “Τίγρεις” της Νοτιοανατολικής Ασίας. Ενώ αποκόμισαν τα μέγιστα δυνατά οφέλη από το ελεύθερο εμπόριο, ταυτόχρονα καθοδήγησαν και υποστήριξαν με τεράστιους κρατικούς πόρους στρατηγικούς τομείς στην μεταποίηση και την βιομηχανία.
Η στροφή στην βιομηχανική πολιτική
Η έλευση Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, με την κήρυξη του εμπορικού πολέμου εναντίον της Κίνας και την στροφή στον προστατευτισμό, έβαλε τέλος στο απατηλό όνειρο της πρωτοκαθεδρίας των αγορών έναντι του κράτους. Σήμερα, η βιομηχανική πολιτική αποτελεί πλέον συνώνυμο των bidenomics, με εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις για ημιαγωγούς, μπαταρίες, φωτοβολταϊκά και υδρογόνο, το στενό μαρκάρισμα των ξένων επενδύσεων και την διατήρηση των δασμών στις εισαγωγές από την Κίνα.
Εν τω μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Ένωση τρέχει καταϊδρωμένη να διασώσει την ανταγωνιστικότητά της, με την δικιά της βιομηχανική πολιτική. Χωρίς, όμως, την έκδοση κοινού χρέους, κινδυνεύει να συνθλιβεί από τον σινο-αμερικανικό ανταγωνισμό. Αυτή είναι όμως μία άλλη ιστορία…
Η ελληνική ιδιαιτερότητα
Δυστυχώς, η Ελλάδα ζει για άλλη μια φορά έναν ετεροχρονισμό. Ενώ αυτές οι συνταρακτικές αλλαγές μεταμορφώνουν την διεθνή πολιτική οικονομία, στο τιμόνι βρίσκεται μία ιδεοληπτική κυβέρνηση που ταυτόχρονα διαπρέπει σε μία συγκεντρωτική και πελατειακή νομή της εξουσίας, δίχως προηγούμενο στην Μεταπολίτευση.
Πρόκειται περί ειρωνείας. Ο Μητσοτάκης εξελέγη το 2019 με ατζέντα Aμερικανών κεντρώων νεοφιλελεύθερων της δεκαετίας του ’90: αποψίλωση της δυνατότητας παρέμβασης του κράτους στην οικονομία, μείωση εργατικού κόστους, οριζόντιες μειώσεις στην φορολογία. Επανεξελέγη – θριαμβευτικά – το 2023 έχοντας μοιράσει 60 δισ. ευρώ σε ενισχύσεις και επιδόματα και έχοντας το κλειδί των 30 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης. Δεν ακολουθεί όμως μία μακρόπνοη στρατηγική βιομηχανικής πολιτικής, έχοντας προτιμήσει τον “σίγουρο” δρόμο της διαμεσολάβησης ανάμεσα σε συμφέροντα.
Ευκαιρίες για την Ελλάδα
Η Ελλάδα πρέπει να αδράξει την ευκαιρία για την συγκρότηση στιβαρής βιομηχανικής πολιτικής τα επόμενα χρόνια. Πρέπει, όμως, να έχουμε γνώση των περιορισμών: πρώτον, βιομηχανική πολιτική μπορεί να ασκηθεί μόνο αν υπάρχει τέτοια κατεύθυνση σε όλη την ΕΕ, κάτι το οποίο διαφαίνεται, αν και ο δρόμος είναι μακρύς. Δεύτερον, η ελληνική οικονομία παραμένει ευάλωτη και από του χρόνου θα μας φορεθεί στενότερος δημοσιονομικός κορσές.
Η ευρωπαϊκή στροφή – αργά ή γρήγορα – προς την βιομηχανική πολιτική θα οδηγήσει σε οφέλη για την χώρα και τις επιχειρήσεις της, ειδικά σε τομείς που άπτονται της ενεργειακής και ψηφιακής μετάβασης. Η Ελλάδα μπορεί να έχει τους δικούς της πρωταθλητές στις πρώτες ύλες απαραίτητες για την ενεργειακή μετάβαση, στην τεχνογνωσία υποθαλάσσιων διασυνδέσεων, στην παραγωγή πράσινου υδρογόνου, στην βιοτεχνολογία.
Πρέπει όμως να είμαστε έτοιμοι να παράξουμε υπεραξία από αυτά τα οφέλη. Και αυτό θα γίνει μόνο με έξυπνες πολιτικές, όπως οι κλιμακωτές ενισχύσεις, με μπόνους για τις επιχειρήσεις όταν αυξάνουν μισθούς ή υποστηρίζουν την εγχώρια εφοδιαστική αλυσίδα, στοχευμένη χρηματοδότηση ερευνητικών πρότζεκτ και αλλαγή του φορολογικού μείγματος, ώστε επιτέλους να πάψουν οι μισθωτοί να είναι στον πάτο της εργασιακής πυραμίδας.
Ποιος όμως θα είναι ο πολιτικός φορέας που θα αναλάβει κάτι τέτοιο; Είναι ιστορική η ευθύνη της αριστερής και κεντροαριστερής αντιπολίτευσης να συνεννοηθεί και να παρουσιάσει μία οραματική, μακρόπνοη πρόταση με την ελληνική εκδοχή της βιομηχανικής πολιτικής στο επίκεντρο. Τώρα – γιατί το 2027 μπορεί να είναι δραματικά αργά.