Η ΕΕ για τις ΑΠΕ – Φιλόδοξοι στόχοι, δύσκολη η σύγκλιση
11/07/2019Η ώθηση προς τις ΑΠΕ, ως εφαρμοσμένη συνέχεια της Συμφωνίας του Παρισιού, αποτελεί για την ΕΕ αποφασισμένη πολιτική, με συγκεκριμένους, δεσμευτικούς ελάχιστους ποσοτικούς στόχους, τους οποίους κάθε χώρα ασφαλώς μπορεί και να βελτιώσει. Για το 2020 οι δεσμευτικοί στόχοι είναι:
- Μείωση κατά 20% των αερίων του θερμοκηπίου (από τα επίπεδα του 1990).
- 20% της ενέργειας στην Ε.Ε. από ΑΠΕ.
- 20% βελτίωση στην ενεργειακή απόδοση
- 10 %συμμετοχή των ΑΠΕ στον τομέα των μεταφορών.
Ενώ οι αντίστοιχοι στόχοι για το 2030, είναι :
- Το ελάχιστο 40% μείωση των αερίων του θερμοκηπίου (από τα επίπεδα του
- Το ελάχιστο 32% συμμετοχή των ΑΠΕ.
- Το ελάχιστο 32,5% στην ενεργειακή απόδοση.
Ωστόσο, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ακόμα και στα κράτη-μέλη της ΕΕ θα υπάρξουν προβλήματα συνέπειας με τους στόχους αυτούς, αν δεν ασκηθούν πολιτικές υποστήριξης και σύγκλισης μέσω κλιματικών και περιβαλλοντικών κινήτρων. Προβλήματα που σχετίζονται από την ήδη ισχυρή, υφιστάμενη εξάρτηση χωρών στην ηλεκτροπαραγωγή τους από ορυκτά καύσιμα και ιδιαίτερα τον άνθρακα, καθώς και από τα χαμηλά φυσικά αποθέματα σε ανανεώσιμους ενεργειακούς πόρους (ήλιος, άνεμοι, γεωθερμία, βιομάζα κλπ).
Οι χώρες του δυτικού τμήματος της ΕΕ, ορισμένες και για λόγους αναπτυγμένης περιβαλλοντικής -κοινωνικής και θεσμικής- κουλτούρας θα βρεθούν πιο μπροστά, και ποσοτικά και χρονικά, από τους κοινούς ευρωπαϊκούς στόχους. Οι χώρες του ανατολικού τμήματος της θα βρεθούν πίσω και θα εμφανίσουν σοβαρές υστερήσεις. Στην πρώτη κατηγορία, ήδη, με ακόμα πιο θετικές πολιτικές από τον ευρωπαϊκό μέσο βρίσκονται όρο.
ΕΕ δύο ενεργειακών ταχυτήτων
Ήδη διαπιστώνονται δύο ομάδες χωρών: Από τη μια (δυτικά), η Γαλλία, η οποία μάλιστα μεταφέρει χρονικά πιο νωρίς από το 2030 τους κοινοτικούς στόχους, αντιμετωπίζοντας όμως προβλήματα άλλης φύσεως για την εγκατεστημένη πυρηνική ενέργεια, η Φινλανδία (με προβλήματα κι αυτή για τις πυρηνικές ενεργειακές της εγκαταστάσεις), αλλά και η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ολλανδία, η Δανία, η Σουηδία, αποτελούν ομάδα χωρών, οι οποίες χωρίς κάποιο εσωτερικό συντονισμό, έχουν ορίσει επιπλέον φιλόδοξους στόχους με ενδιάμεσους του 2040, ώστε να πετύχουν στην μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα το 2050. Με τη Γερμανία, πιεζόμενη από τους ”πράσινους” και το αντιπυρηνικό κίνημα, να δεσμεύεται για υπέρβαση του 32% το 2030, επιτυγχάνοντας 35% σε ΑΠΕ, και προσδιορίζοντας αντίστοιχα το 80% για το 2050.
Από την άλλη (ανατολικά), χώρες με διαπιστωμένα, το 2018, υψηλή εξάρτηση ηλεκτρικής παραγωγής από τον άνθρακα: η Πολωνία (89%), η Τσεχία (60%), η Εσθονία (94%), η Ουγγαρία (47% και με πυρηνική ενέργεια 49%), αλλά και η Λιθουανία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία αποτελούν μια ομάδα με σοβαρά θέματα ενεργειακού μετασχηματισμού. Ενώ η Ελλάδα διατηρεί για τον εαυτό της τις κοινοτικές δεσμεύσεις -στόχους.
Από το όνειρο των υδρογονανθράκων, στην πραγματικότητα του ήλιου
Πριν από λίγες μέρες υπογράφηκαν οι συμβάσεις για την παραχώρηση του δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές Δυτικά και Νοτιοδυτικά της Κρήτης. Η προσπάθεια αυτή θα διαρκέσει τουλάχιστο οκτώ (8) χρόνια, πριν από την παραγωγική-εμπορική εκμετάλλευση των πολύ πιθανών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, όπου οι ερευνητικές εργασίες της νορβηγικής PGS είχαν δ΄ωσει τα πρώτα ενθαρρυντικά μηνύματα.
Αυτός θα είναι και ο χρονικός κύκλος των επόμενων συμβάσεων. Η ορθολογική γραμμή για τη Χώρα πρέπει πολύ περισσότερο και σε προτεραιότητα να περιλαμβάνει την αξιοποίηση του τεράστιου αποθέματος της σε ανανεώσιμους ενεργειακούς πόρους. Στην Ελλάδα ενεργοποιούνται ήδη σημαντικά ελληνικά επιχειρηματικά σχήματα, πολλά από τα οποία διαθέτουν πλέον και εμπειρία επενδυτικών δραστηριοτήτων στο συγκεκριμένο τομέα και σε ξένες χώρες.
Εδώ και ένα χρόνο, από τότε που η ΡΑΕ πραγματοποίησε τους πρώτους διαγωνισμούς (Ιούνιος 2018), για τα νέα έργα στη βάση της διαμόρφωσης τιμής μέσω δημοπρασιών, επικρατεί από τους μεγάλους ξένους και εγχώριους επενδυτές μεγάλη κινητικότητα με τους μεγάλους ξένους και εγχώριους επενδυτές μεγάλη κινητικότητα για την ελληνική αγορά. Ενδεικτικά του αυξημένου ενδιαφέροντος , πέρα από το τεράστιο αιολικό στη Ν.Εύβοια, που αναφέρθηκε παραπάνω, αξίζει να επισημάνουμε την εξαγορά από την αμερικανική Fortress Investment Group χαρτοφυλακίου εννέα αιολικών πάρκων ισχύος 181 ΜW σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, που ανήκαν στη Libra του εφοπλιστή Λογοθέτη.
Το αμερικανικό fund, όπως και η πορτογαλική EDP Renovaveis, (θυγατρικής της μετασχηματισμένης πορτογαλικής ΔΕΗ), και η γαλλική EDF, η ιταλική ENEL και η Τotal Eren δείχνουν πραγματικό ενδιαφέρον, μαζί με το αξιόλογο ελληνικό επιχειρηματικό δυναμικό. Ταυτόχρονα έχουν διατυπωθεί με ωριμότητα σχέδια, όπως αυτό έπειτα της ισπανικής Iberdrola για τη διασύνδεση των νησιών Λέσβος, Λήμνος και Χίος στο Βόρειο Αιγαίο με το ηπειρωτικό σύστημα της χώρας και την εγκατάσταση 28 αιολικών πάρκων συνολικής ισχύος 706 MW.
Τα πλωτά αιολικά πάρκα
Παράλληλα, η πολύπειρη νορβηγική Equinor παρουσίασε πρόταση πλωτού αιολικού πάρκου στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Τήνου, Σύρου και Μυκόνου, με δυνατότητα τροφοδοσίας με ηλεκτρικό ρεύμα 40.000 νοικοκυρών. Σχέδια για πλωτά αιολικά πάρκα εξετάζει και η ΤΕΡΝΑ, η οποία έχει μέχρι σήμερα στο πορτφόλιο της εγκατεστημένη ισχύ 607 MW στην Ελλάδα, 293 MW στις ΗΠΑ και 132 MW στη ΝΑ Ευρώπη. Η Μυτιληναίος – ΜΕΤΚΑ EGN, η ΕΛ.ΤΕΧ. ”Άνεμος”, ο Όμιλος Κοπελούζου, η ΕΛΠΕ Ανανεώσιμες, η ΔΕΗ Ανανεώσιμες, η Spes Solaris (του ομίλου Παναγάκου), αλλά και η Μοτοr Oil με το αναπτυσσόμενο αντίστοιχο σχήμα της, δίδουν σε αδρές γραμμές μια δυναμική εικόνα του ελληνικής προέλευσης επιχειρηματικού τοπίου.
Tο θέμα των πλωτών αιολικών προσκρούει στην έλλειψη σχετικής νομοθεσίας στην Ελλάδα. Κενό, το οποίο θα πρέπει να αντιμετωπισθεί, όπως και τα ανοιχτά θέματα χωτοταξικών -χωροθετικών ρυθμίσεων, της αντιμετώπισης της δαιδαλώδους διαδικασίας αδειοδοτήσεων και των μεγάλων χρονικών καθυστερήσεων αξιολόγησης από τη ΡΑΕ των αιτήσεων μέχρι την έκδοση της άδειας παραγωγής
Πρόσθετο πρόβλημα δημιουργούν οι δικαστικές διαδικασίες, οι οποίες είναι εξαιρετικά χρονοβόρες. το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την τάση να εξετάζονται αιτήσεις ακύρωσης αδειών επενδύσεων πολλούς μήνες ή και έτη μετά την έκδοσή τους, θέτει τις επενδύσεις σε καθεστώς ομηρίας. Επίσης, καθώς τα πρώτα πάρκα έχουν δημιουργηθεί στα τέλη της δεκαετίας του ΄90, σοβαρό ζήτημα συνιστά η διαμόρφωση θεσμικού πλαισίου επέκτασης του χρόνου λειτουργίας τους και ανανέωσης του εξοπλισμού τους (repowering), καθώς, αυτά τα πρώτα πάρκα, φτάνουν ήδη στο τέλος της 20ετούς περιόδου λειτουργίας τους.