Η ευρωπαϊκή βιομηχανία υποφέρει από τη “γερμανική ασθένεια”
01/09/2019Οι γερμανικές πολιτικές και βιομηχανικές αρχηγεσίες είναι γνωστό ότι αισθάνονται πάρα πολύ υπερήφανες για τα επιτεύγματα των μεταποιητικών επιχειρήσεών τους. Μάλιστα, σε κάθε ευκαιρία, καλούν τους Ευρωπαίους εταίρους τους, Γάλλους, Ιταλούς, Ισπανούς να τους αντιγράψουν κατά γράμμα, επειδή αποτελούν το παράδειγμα της επιτυχίας. Επιπλέον, είναι και το ειδικό βάρος της γερμανικής βιομηχανίας τόσο μεγάλο, που εκ των πραγμάτων επηρεάζει αποφασιστικά και την ευρωπαϊκή βιομηχανία.
Όμως, σύμφωνα με την μελέτη του Ινστιτούτου Bruegel “Remaking Europe” (Σεπτέμβριος 2017) τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως παρουσιάζονται από τις γερμανικές αρχηγεσίες. Σύμφωνα με αυτή την μελέτη, η γερμανική βιομηχανία και η ευρωπαϊκή συνολικά πάσχει σοβαρά στο μέτωπο των καινοτομιών. Η γερμανική βιομηχανία βρίσκεται συγκεντρωμένη σε τομείς μέσης τεχνολογίας (π.χ. αυτοκινητοβιομηχανία) που ο ρυθμός ανάπτυξης της έρευνας και τεχνολογίας είναι αργός και ασθενικός. Δεν είναι συγκεντρωμένη σε τομείς που αποτελούν μέρος των μελλοντικών εξελίξεων.
Τέτοιοι τομείς είναι η φαρμακοβιομηχανία, η βιοτεχνολογία, οι ημιαγωγοί, οι υποδομές των τηλεπικοινωνιών, τα λογισμικά προγράμματα, η νανοτεχνολογία και η καθαρή τεχνολογία ενέργειας. Σ’ αυτούς τους τομείς, ο ρυθμός αύξησης της έρευνας και ανάπτυξης είναι εκ των πραγμάτων υψηλός και απαιτητικός. Η ΕΕ υπολείπεται των ΗΠΑ και υπερισχύει της Ιαπωνίας σε διπλώματα ευρεσιτεχνίας που αφορούν στην βιοτεχνολογία, στα φάρμακα, στην ιατρική, στη νανοτεχνολογία. Υπολείπεται της Ιαπωνίας και υπερισχύει των ΗΠΑ σε διπλώματα ευρεσιτεχνίας σε τεχνολογίες που αφορούν στο περιβάλλον και υπολείπεται και των δύο στην πληροφορική. Σε κανένα τομέα δεν υπερισχύει.
Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι η ΕΕ συνεχίζει να δαπανά για την Έρευνα και Ανάπτυξη μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Παράλληλα, η Κίνα δαπανά πλέον όσο και η ΕΕ (ως ποσοστό του ΑΕΠ). Υπάρχει το εξής δεδομένο: οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, μία προς μία, επενδύουν όσο και οι αμερικανικές στους τομείς προχωρημένης τεχνολογίας. Είναι, όμως, πολύ λιγότερες σε αριθμό από τις αντίστοιχες αμερικανικές.
Για παράδειγμα, η δαπάνη για έρευνα και ανάπτυξη στους τομείς της παραγωγής chip, της βιοτεχνολογίας και του λογισμικού καλύπτει περίπου το 10% της συνολικής δαπάνης για έρευνα και ανάπτυξη στις ΗΠΑ. Το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ είναι 3%. Η κατάσταση αυτή δεν πρέπει να θεωρηθεί ανεξάρτητη από το γεγονός ότι η γερμανική βιομηχανία έχει επικεντρωθεί και δίνει το μεγαλύτερο βάρος της στην αυτοκινητοβιομηχανία, στα μηχανήματα ακριβείας, και στην χημική βιομηχανία.
Η μεγάλη επιτυχία των γερμανικών βιομηχανιών σε αυτούς τους τομείς (υψηλές εξαγωγές, μεγάλα κέρδη κτλ) ίσως δημιουργεί την εντύπωση ότι μακροχρόνια θα εξακολουθούν οι εξελίξεις να είναι παρόμοιες. Αυτή η εντύπωση, ωστόσο, δείχνει μια κοντόθωρη θεώρηση των διεθνών οικονομικών εξελίξεων. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή την εποχή η γερμανική οικονομία επιβραδύνεται.