Η μεγάλη μπλόφα ή η αναπόφευκτη σύγκρουση;
20/06/2020Γράφει ο Δημήτρης Μάρδας * –
Αν και η τουρκική οικονομία κινείται σε θολό τοπίο, ο Ερντογάν προκαλεί! Με τα πολεμικά μέτωπα που έχει ανοίξει, τις στρατιωτικές βάσεις που κτίζει και τις εντυπώσεις που δημιουργεί, θέλει να δείξει ότι κυριαρχεί στην ευρύτερη περιοχή και δεν διστάζει να επιβάλλει τις απόψεις του χρησιμοποιώντας ακόμη και βία. Και όλα αυτά, στο όνομα του οικονομικού οφέλους που επιδιώκει να αποκομίσει για την χώρα του.
Οι δαπάνες δισεκατομμυρίων δολαρίων για εξοπλισμούς, ως μορφή “επένδυσης”, πρέπει να αποδώσουν προσφέροντας κέρδη στην τουρκική οικονομία. Όσο κυνικό και αν ηχεί αυτό, τέτοια κέρδη δεν πρόκειται να τα αντλήσει από το εσωτερικό της χώρας. Πώς πορεύεται όμως ο Τούρκος πρόεδρος και η οικονομία της Τουρκίας, με σκοπό την εκπλήρωση αυτού του στόχου;
- Με συνολική παραγωγή (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν – ΑΕΠ) που από το 2018 έχει χάσει τον βηματισμό της.
- Με εκροή ξένου κεφαλαίου που εισέρρευσε κατά το παρελθόν για να τοποθετηθεί κυρίως σε περιουσιακά στοιχεία της χώρας (assets). Φεύγει εύκολα, όταν άλλες αγορές γίνονται πιο ελκυστικές.
- Με 170 δισ. δολάρια βραχυπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου και 250 δισ. δολάρια ιδιωτικό χρέος των τουρκικών επιχειρήσεων.
- Με ανεργία στο 13,8% και των νέων στο 24,5% πριν την έλευση του κορωνοϊού εκεί, και με εράνους του κράτους για την στήριξη των χαμηλών εισοδημάτων.
- Με τουρισμό να γνωρίζει μείωση κατά 80%, αντιπροσωπεύοντας το 13% του ΑΕΠ.
- Με τον κατασκευαστικό τομέα –την κορωνίδα της τουρκικής οικονομίας– να συρρικνώνεται ακόμη περισσότερο κατά 1,5% Ιανουάριο-Μάρτιο του 2020. Δεν είναι λίγα τα κτίσματα που θεμελιώνονται εδώ και καιρό χωρίς να ολοκληρώνονται, ενώ τα χιλιάδες αδιάθετα ακίνητα περιμένουν αγοραστές.
- Με συναλλαγματικά διαθέσιμα της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας να βρίσκονται, με τους ευνοϊκότερους υπολογισμούς, στα 15 δισ. δολάρια. Στην ουσία όμως αν επιστρέψει η Κεντρική Τράπεζα ό,τι χρωστά σε συνάλλαγμα το αποτέλεσμα είναι αρνητικό. Βέβαια οι Τούρκοι υποστηρίζουν ότι πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη και τα αποθέματα σε χρυσό. Αυτά όμως έχουν μειωθεί δραστικά από 136 δις δολάρια το 2013 σε 86 δις δολάρια σήμερα και θα μειωθούν ακόμη περισσότερο όταν αναγκαστεί να επιστρέψει το συνάλλαγμα του δανείστηκε.
- Και τέλος με πληθωρισμό το 2019 της τάξης του 12% και όμοιες εκτιμήσεις για το 2020, η τουρκική οικονομία πορεύεται σε τοπίο με ομίχλη.
Το ΔΝΤ καραδοκεί
Από την άλλη, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας, (εξαγωγές μείον τις εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών) δεν βελτιώνεται μέσω της ανταγωνιστικότητας που (θεωρητικά) προσφέρει η απαξιωμένη τουρκική λίρα, παραμένοντας ελλειμματικό στα 45-49 διs. δολάρια κάθε έτος κατά την τελευταία τριετία.
Το ΑΕΠ από 952 διs. δολάρια το 2013 θα μειωθεί στα 732 δις ευρώ το 2020, οξύνοντας έτσι τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Το ΔΝΤ καραδοκεί, θεωρώντας ιδιαίτερα χαμηλά τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας και επιβαρυμένους τους ισολογισμούς των τραπεζών και των επιχειρήσεων, πολλών με χρέη σε συνάλλαγμα. Παρόλα αυτά οι προβλεπόμενες δημόσιες επενδύσεις στην ενέργεια ανέρχονται σε 13 δισ. δολάρια για το 2020 ενώ στις 4 Νοεμβρίου του 2019 ο Ερντογάν έδωσε εντολή για πέντε γεωτρήσεις για πετρέλαιο το 2020.
Η τουρκική κυβέρνηση έχει υπογράψει συμβάσεις ύψους 77 δισ. δολαρίων με τοπικές βιομηχανίες, με σκοπό την παραγωγή οπλικών συστημάτων μεσοπρόθεσμα. Οι προβλεπόμενες εξοπλιστικές δαπάνες για το 2020 ανέρχονται σε 22 δισ. δολάρια, ενώ η αποπληρωμή μόνο των τόκων, λόγω παλαιότερων δανείων του κράτους, ανέρχεται σε 16,9 δισ. δολάρια.
Γιατί αντέχει η τουρκική οικονομία
Και αναρωτιέται κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος, πώς δεν εκτροχιάζεται ο κρατικός προϋπολογισμός της χώρας εξαιτίας των διογκωμένων δαπανών για την άμυνα και των τριών πολεμικών μετώπων (Συρία, Ιράκ και Λιβύη) που έχει ανοίξει; Δεν εκτροχιάζεται γιατί ο κύριος κορμός των δαπανών αυτών δεν περνά από τον κρατικό προϋπολογισμό και τον έλεγχο του Κοινοβουλίου όπως και του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Περνά, από τις δαπάνες του Ταμείου Υποστήριξης Αμυντικής Βιομηχανίας (SSDF) που αποτελεί τη βασική χρηματοδοτική πηγή για εξοπλιστικά προγράμματα, από τις απόρρητες δαπάνες της προεδρίας, από τους προϋπολογισμούς της κρατικής αμυντικής βιομηχανίας ΜΚΕΚ όπως και του Ιδρύματος για την Ενίσχυση των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (TSKGV). Τα έσοδα στα πρώτα τρία προέρχονται από τμήμα των έμμεσων φόρων, ενώ το τελευταίο, το Ίδρυμα, κατέχει μερίδια σε 18 εγχώριες μεγάλες αμυντικές βιομηχανίες. Στη διαχείριση των ανωτέρω δαπανών επικρατεί πλήρης αδιαφάνεια. Τα έσοδα τους όμως δεν είναι ανεξάντλητα, είναι σε τουρκικές λίρες και όχι σε συνάλλαγμα!
Και στην Ελλάδα είχαμε ως το 2010 κάτι παρόμοιο, τους λεγόμενους Ειδικούς Λογαριασμούς των Υπουργείων εκτός κρατικού προϋπολογισμού, με δαπάνες πλήρως αδιαφανείς και εκτός ελέγχου του Κοινοβουλίου. Και ενώ στην Τουρκία τα έσοδα των λογαριασμών αυτών κατευθύνονται στην άμυνα, στην Ελλάδα πήγαιναν στις ποδοσφαιρικές ομάδες, σε ανύπαρκτους “συλλόγους σφραγίδες”, σε ανακαινίσεις καμπαναριών και σε οποιαδήποτε άλλη τσέπη που ουδείς γνώριζε, πλην του υπουργού που τις ενέκρινε.
Όλες αυτές οι δαπάνες της Τουρκίας για τους εξοπλισμούς των δισεκατομμυρίων δολαρίων δεν δημιουργούνται μόνο για να χαρίσουν αφειδώς το γνωστό μπαχτσίς (ελληνιστί μίζας) σε πολιτικά πρόσωπα και στρατιωτικούς. Αποτελούν κατά τους Τούρκους, “επενδύσεις” που πρέπει να αποφέρουν μελλοντικές αποδόσεις-κέρδη. Αυτές, σύμφωνα με τη ψυχρή λογική των αριθμών, θα προέλθουν είτε από την επέκταση της Τουρκίας σε νέα εδάφη είτε σε νέες θάλασσες.
Οι δύο λύσεις
Οι λύσεις που διαφαίνονται για τον σκοπό αυτόν είναι δυο:
Πρώτον, η κυβέρνηση της Άγκυρας προσπαθεί με την πολιτική του τρόμου που πηγάζει από τις πραγματικές ή εικονικές εξοπλιστικές δαπάνες να προκαλέσει κλίμα ηττοπάθειας και φόβου για να επιβάλει τις απόψεις της αποκομίζοντας κέρδη, χωρίς να ρίξει την παραμικρή τουφεκιά! Μπλοφάρει πατώντας στην στρατιωτική ισχύ που προβάλλει, κουκουλώνοντας από την άλλη τη δυσαρέσκεια που υφίσταται στο στράτευμα όπως και τις αδυναμίες της οικονομίας.
Δεύτερον, να προκαλέσει αναπόφευκτα περαιτέρω συγκρούσεις για να αδράξει άμεσα οικονομικά οφέλη (όπως π.χ. από την εκμετάλλευση κοιτασμάτων πετρελαίου). Εδώ όμως η οικονομία της Τουρκίας και οι αλυσιδωτές επιπτώσεις μιας σοβαρής πολεμικής κρίσης δείχνουν ότι δεν μπορεί να σηκώσει ακόμη και κάποιο θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα που δεν θα έχει γρήγορο τέλος. Ουδείς γνωρίζει όμως πότε και πώς θα τελειώσει ένα τέτοιο θερμό επεισόδιο! Έως τώρα ο Ερντογάν έχει εμπλακεί σε πολεμικές ρήξεις, μόνο με υποδεέστερες δυνάμεις.
Η ελληνική θέση
Η Ελλάδα βρίσκεται πάλι στο μάτι του κυκλώνα έχοντας απέναντί της μια Τουρκία που είναι συνδεδεμένο κράτος μέσω “Τελωνειακής Ένωσης” με την ΕΕ από το 1996. Στη γειτονική χώρα υπενθυμίζεται ότι κατευθύνονται πόροι του κοινοτικού προϋπολογισμού (προερχόμενοι από το Περιφερειακό Κοινωνικό ταμείο κ.ά.) ενώ οι επιχειρήσεις της στέλνουν το 45% των εξαγωγών τους στις αγορές της ΕΕ.
Η εμμονή της Ελλάδας στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, που αποτελεί και κοινοτικό κεκτημένο, αν και σωστή δεν λύνει το πρόβλημα της διένεξής της με την Τουρκία.
Οπότε απομένει, πέραν της αμυντικής της θωράκισης, η σύναψη ισχυρών συμμαχιών με άλλα κράτη και η αξιοποίηση των όσων προσφέρει η Συνθήκη για την ΕΕ σε θέματα Άμυνας και Ασφάλειας (βλ. ενδεικτικά Άρθρο 21, παρ.2α, Άρθρο 24 παρ.2, Άρθρο 30 παρ.2, και ιδίως το Άρθρο 42 παρ.7) .
Είναι τραγικό λάθος η επιδίωξη μόνο δηλώσεων ή ψηφισμάτων εκ μέρους της ΕΕ υπέρ της Ελλάδας. Έγκαιρα πρέπει να ασκηθούν πιέσεις για να αξιοποιηθούν τα όσα προβλέπει η Συνθήκη υπό μορφή δράσης, συνδρομής κάθε μορφής και εμπλοκής όλων των βασικών θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Θα χάσουμε μόνο αν δείξουμε ότι φοβόμαστε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της Τουρκίας, παίζοντας έτσι το παιγνίδι που εδώ και καιρό στήνει μεθοδικά ο τραυματισμένος όμως Ερτογκάν. Αυτός βιάζεται να πετύχει ό,τι έχει κατά νου πριν το σκάσιμο στα χέρια του μιας εκρηκτικής οικονομικής κρίσης στη χώρα του, για την οποία ευθύνεται ό ίδιος!
* Ο Δημήτρης Μάρδας είναι καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει διατελέσει υφυπουργός Εξωτερικών.