Η Βρετανία κινδυνεύει με μπλακάουτ αν φύγει η Huawei
16/07/2020Ότι οι Κινέζοι θα αντιδρούσαν με προειδοποιήσεις στον “πόλεμο” κατά της Huawei στις Δυτικές χώρες ήταν αναμενόμενο. Ένα από τα βασικά τους επιχειρήματα ήταν από την αρχή ότι ο αποκλεισμός της εταιρείας από την ανάπτυξη τηλεπικοινωνιακών δικτύων θα είχε οικονομικό κόστος για τα όποια κράτη. Αυτή τη φορά όμως, το ίδιο επιχείρημα έρχεται από τους αντιπάλους της.
Οι εξελίξεις στη Βρετανία είναι ενδεικτικές και ραγδαίες, αφού ο διευθύνων σύμβουλος της British Telecom, του μεγαλύτερου παρόχου τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στο Ηνωμένο Βασίλειο, προειδοποίησε ότι δεν μπορεί να εξαφανιστεί η Huawei από τις βρετανικές υποδομές σε λιγότερο από 10 χρόνια. Να θυμίσουμε ότι η κυβέρνηση Τζόνσον φιλοδοξούσε να τελειώσει η διαδικασία σε μια τριετία, δηλαδή ως το 2024.
Όμως, «είναι όλα θέμα ισορροπίας και σωστής χρονικής στιγμής. Αν θέλετε να μην υπάρχει καθόλου η Huawei στο σύνολο της υποδομής σε όλο το Ηνωμένο Βασίλειο, νομίζω αυτό είναι αδύνατο να γίνει σε λιγότερο από δέκα χρόνια», ανέφερε σε συνέντευξή του στο ΒΒC, ο Τζάνσεν. Ο τηλεπικοινωνιακός κλάδος, μάλιστα, ζητούσε ένα περιθώριο επταετίας.
Σε αντίθετη περίπτωση θα υπάρξουν σημαντικές συνέπειες: «Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οποιαδήποτε αλλαγή δεν θα οδηγήσει σε μεγαλύτερους κινδύνους βραχυπρόθεσμα», σε σχέση με αυτούς που υποτίθεται ότι η απομάκρυνση της Huawei θέλει να αποσοβήσει, δηλαδή την εθνική ασφάλεια. «Αν προχωρήσουμε πολύ γρήγορα, θα έχουμε μια κατάσταση όπου η παροχή υπηρεσιών για 24 εκατομμύρια πελάτες κινητής του ομίλου BT θα αντιμετωπίσει πρόβλημα. Οι διακοπές είναι πιθανές».
Είχε προηγηθεί η ακόμα πιο δυσοίωνη δήλωση του διευθυντή τεχνολογίας πληροφοριών της BT, Χάουαρντ Γουότσον, ο οποίος, αναφερόμενος σε μια προθεσμία τριών ετών, είπε ότι «θα σήμαινε κυριολεκτικά μπλακάουτ για τους πελάτες». Παρομοίως και ο επικεφαλής δικτύων της Vodafone, Αντρέα Ντόνα, προειδοποίησε ότι «οι συνδρομητές δεν θα έχουν σήμα, ορισμένες φορές και για δύο μέρες, ανάλογα με το πόσο εκτεταμένες εργασίες θα πρέπει να γίνουν».
Τελικώς, σύμφωνα και με την τελευταία ανακοίνωση του αρμόδιου υπουργού, Όλιβερ Ντάουντεν, έγινε δεκτό το αίτημα των παρόχων να δοθεί περιθώριο επταετίας για την αφαίρεση παντός εξοπλισμού σχετικού με το δίκτυο 5G από τις υποδομές τους. Ο Ντάουντεν, μάλιστα, επεσήμενε ότι η απόφαση τραβά “πίσω” το Ηνωμένο Βασίλειο στην ανάπτυξη του δικτύο κατά ένα έτος, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά τις προειδοποιήσεις των Κινέζων, ενώ το συνολικό κόστος υλοποίησής της αγγίζει τα δύο δισεκατομμύρια λίρες.
Ωστόσο, το κόστος ενδέχεται να είναι μεγαλύτερο από το εκτιμώμενο, καθώς η αφαίρεση των κεραιών της Huawei ενδέχεται να αναγκάσει τους παρόχους να προμηθευτούν εκ νέου εξοπλισμό για τη λειτουργία των δικτύων προηγούμενης γενιάς (2G, 3G και 4G).
Βιάζονται λόγω εκλογών
Αξίζει να σημειωθεί ότι, το 2019, οι βρετανικοί πάροχοι είχαν φέρει έντονες αντιρρήσεις για το ενδεχόμενο αποκλεισμού της Huawei από το δίκτυο 5G, προφανώς γιατί είχαν έναν ευνοϊκό επενδυτικό σχεδιασμό με εξοικονόμηση κόστους και ικανοποιητικό εξοπλισμό. Τα οφέλη αυτά, όμως, φαίνεται ότι θα εξανεμίζονταν εν όψει των νέων κυρώσεων που επέβαλαν οι ΗΠΑ στην Huawei, οι οποίες πλήττουν καίρια τις δυνατότητες προμήθειας επεξεργαστών από αμερικανικές εταιρείες.
Οι αντιρρήσεις των παρόχων κάμφθηκαν λοιπόν, αλλά η βρετανική κυβέρνηση προσπαθεί να τους διευκολύνει, για άλλους λόγους. Ένας από αυτούς είναι η προεκλογική δέσμευση Τζόνσον για τη διάθεση ευρυζωνικών συνδέσεων με gigabit ταχύτητες (100Mbps και άνω) vw to 2025. Αν οι πάροχοι εργάζονται πυρετωδώς για να “ξηλώσουν” τη Huawei από το δίκτυο κινητής, δεν είναι βέβαιο ότι μπορούν να τηρήσουν το χρονοδιάγραμμα για τις επίγειες συνδέσεις.
Αλλά και οι ανησυχίες ότι θα …πέφτει το δίκτυο για πολλούς συνδρομητές κινητής δεν συνάδει καθόλου με την προεκλογική προσπάθεια του κυβερνώντος κόμματος και του Τζόνσον, εν όψει των εκλογών του 2024. Ο Βρετανός πρωθυπουργός βρίσκεται λοιπόν μεταξύ συμπληγάδων, σε μια προσπάθεια να ικανοποιήσει αφενός τους Συντηρητικούς βουλευτές και την αμερικανική πρεσβεία, για τους οποίους η Huawei είναι κόκκινο πανί και αφετέρου να μη δημιουργήσει λειτουργικά προβλήματα στο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο της χώρας.
Και σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί ακόμη μια προειδοποίηση του Τζάνσεν της British Telecom: «η ασφάλεια, μεσοπρόθεσμα, τίθεται σε κίνδυνο, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό εδώ […]. Αν δεν μπορείς να αγοράσεις ή να έχεις συναλλαγές με την Huawei αυτό σημαίνει ότι δεν μπορείς να πάρεις αναβάθμιση στο λογισμικό» που ήδη χρησιμοποιείται.
Οικονομικό αυτογκόλ
Το επιχείρημα των Τόρηδων βουλευτών που αναφέρεται στα θέματα εθνικής ασφάλειας έχει μια λογική βάση: «κατά την κινεζική νομοθεσία περί υπηρεσιών πληροφοριών, η Huawei είναι υποχρεωμένη να συνεργάζεται με τις υπηρεσίες πληροφοριών [της Κίνας] και να αρνείται ότι το κάνει. Η φύση του κινεζικού νόμου είναι τέτοια που η Huawei, με κάθε τρόπο, γίνεται μια κρατική εταιρεία».
Τούτο, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στο Χονγκ Κονγκ και την αμφιλεγόμενη στάση της Κίνας στο θέμα του κορωνοϊού, δικαιολογεί την “αντικινεζική” στάση που θα ήθελαν να τηρήσουν οι Βρετανοί βουλευτές απέναντι στους ψηφοφόρους τους. Δεν δικαιολογεί όμως κινήσεις που θα σύρουν το Λονδίνο σε έναν εμπορικό πόλεμο με την Κίνα.
Αυτό προκύπτει τουλάχιστον από έκθεση ενός από τα παλαιότερα ερευνητικά ινστιτούτα της Βρετανίας, το NIESR. Αναφερόμενη, μεταξύ άλλων, και στον αποκλεισμό της Huawei η έκθεση αναφέρει ότι «οι περιορισμοί στο εμπόριο μεταξύ του ΗΒ και της Κίνας, ως πιθανή συνέπεια και της υπόθεσης Huawei, θα οδηγήσει σε υποχώρηση το ΑΕΠ και σε ανοδικές τάσεις τον πληθωρισμό, αντιστοίχως και τα επιτόκια».
Με απλά λόγια, η όξυνση των οικονομικών σχέσεων με το Πεκίνο σημαίνει υψηλότερες τιμές σε ορισμένα προϊόντα και υπηρεσίες, αλλά και μικρότερη ανάπτυξη. Στο υποθετικό σενάριο, για παράδειγμα, που οι εισαγωγές κινεζικών ειδών μειώνονταν 90%, ο ετήσιος βρετανικός ρυθμός ανάπτυξης θα ήταν από 0,1% ως και 0,4% χαμηλότερος.
Η βρετανική οικονομία παραμένει συνδεδεμένη με την κινεζική σε μεγάλο βαθμό, αφού η Κίνα είναι η τρίτη μεγαλύτερη αγορά για τα βρετανικά προϊόντα και υπηρεσίες και μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες. Ο σχετικός τζίρος άλλωστε, από έξι δισ. λίρες που ήταν το 1999, έφτασε τα 80 δισ. λίρες το 2019. Παράλληλα, ο αριθμός των Κινέζων φοιτητών στα βρετανικά πανεπιστήμια τριπλασιάστηκε σε 115.000, από το 2006, συνεισφέροντας με εμβάσματα ύψους 1,7 δισ. λιρών ετησίως.