Και το πετρέλαιο θύμα της πανδημίας – Στα τάρταρα οι τιμές παρά τη συμφωνία
23/04/2020Πριν δέκα χρόνια τίποτα δεν προμήνυε την σημερινή κατάρρευση της τιμής του πετρελαίου. Η αυξημένη ζήτηση είχε εκτινάξει τις τιμές στα 145 δολάρια το βαρέλι. Οι πετρελαϊκές εταιρείες, μάλιστα, βλέποντας ευοίωνο μέλλον, είχαν σπεύσει να επενδύσουν σε ακριβές τεχνολογίες για να πραγματοποιήσουν εξορύξεις σε κοιτάσματα που δεν ήταν ευκόλως προσβάσιμα. Τότε το πετρέλαιο ήταν πράγματι μαύρος χρυσός.
Οι αμερικανικές εταιρείες, μάλιστα, εκμεταλλευόμενες την ευκαιρία είχαν αυξήσει αισθητά την παραγωγή τους. Τότε ήταν που είχαν αρχίσει να παρουσιάζονται οι πρώτες διαφωνίες στους κόλπους του καρτέλ των πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Η Βενεζουέλα και το Ιράν είχαν απαιτήσει μικρότερη παραγωγή και υψηλότερες τιμές. Αντιθέτως, η Σαουδική Αραβία είχε εστιάσει στη μείωση των τιμών, σε μία προσπάθεια να βάλει τρικλοποδιά στις αμερικανικές εταιρείες.
Πώς, όμως, φτάσαμε στην πρωτοφανή κατάρρευση του μαύρου χρυσού, η οποία –σύμφωνα με εκτιμήσεις– ενδέχεται να διαρκέσει ως το 2024. Οι τιμές είχαν πάρει την κατιούσα, λόγω της ρήξης της Σαουδικής Αραβίας με τη Ρωσία, αλλά η χωρίς προηγούμενο μείωση της ζήτησης για πετρέλαιο, εξαιτίας της πανδημίας, έδωσε τη χαριστική βολή, ρίχνοντας τις τιμές στα τάρταρα.
Η ρήξη Σαουδικής Αραβίας-Ρωσίας
Οι σχέσεις των δύο μεγάλων πετρελαιοπαραγωγών χωρών επιβαρύνονταν από δεκαετίες έντασης και δυσπιστίας. Το 2016, όμως, σε κοινή τους ανακοίνωση, είχαν γνωστοποιήσει ότι «σχεδιάζουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους, με στόχο την αξιολόγηση της πετρελαϊκής αγοράς και τη διαμόρφωση λύσεων για τη διασφάλιση της πετρελαϊκής σταθερότητας». Η διμερής συμφωνία που είχαν υπογράψει, είχε θεωρηθεί μείζονος σημασίας, προκειμένου να ελέγχεται η πετρελαϊκή παραγωγή και να στηρίζονται οι τιμές.
Η Ρωσία, παρ’ ότι αποτελεί τον τρίτο μεγαλύτερο παραγωγό και τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα μαύρου χρυσού στον κόσμο, δεν είναι μέλος του ΟΠΕΚ, ενώ η Σαουδική Αραβία είναι η άτυπη επικεφαλής του. Η συνεργασία αυτή, όμως, δεν άργησε να “στραβώσει”, προκαλώντας σοβαρές γεωοικονομικές αναταράξεις. Η Μόσχα δεν υπέκυψε στις πιέσεις της Σαουδικής Αραβίας να συμπράξει με τον ΟΠΕΚ για μείωση της ημερήσιας παραγωγής και ως εκ τούτου αύξηση των τιμών.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν είχε θεωρήσει ότι κάτι τέτοιο θα ευνοούσε την αμερικανική πετρελαϊκή βιομηχανία, η οποία στηρίζεται στο σχιστολιθικό, το κόστος εξόρυξης του οποίου είναι συγκριτικά υψηλό. Στις αρχές Φεβρουαρίου, επήλθε το ρήγμα. Ο κορονοϊός είχε ήδη αρχίσει να πλήττει σφοδρά την Κίνα. Οι απανωτές επικοινωνίες και προσπάθειες συμβιβασμού έπεσαν στο κενό. Το τελικό χτύπημα στις σχέσεις των δύο χωρών επήλθε στη Βιέννη. Εκεί, η Μόσχα και ο ΟΠΕΚ διαπραγματεύτηκαν τον περιορισμό της παραγωγής αργού κατά 1,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Και πάλι δεν επήλθε συμφωνία.
Η πανδημία και το πετρέλαιο
Τότε είναι που η Σαουδική Αραβία πέρασε στην αντεπίθεση. Ανακοίνωσε ότι προχωρά σε αύξηση της παραγωγής πετρελαίου και μείωση των τιμών, κηρύττοντας έτσι οικονομικό πόλεμο. Στόχος της να διατηρήσει το μερίδιό της στην παγκόσμια αγορά, ακόμα και αν χάσει έσοδα. Ως αποτέλεσμα αυτού, η πτώση των τιμών ήταν ραγδαία, οδηγώντας τες σε ιστορικά χαμηλά. Θύμα αυτής της επιθετικής τακτικής δεν ήταν μόνο η Ρωσία, αλλά και οι ΗΠΑ.
Ο πρόεδρος Τραμπ επιχείρησε να αναλάβει ρόλο διαμεσολαβητή για να κατευνάσει τα πνεύματα. Η κατακόρυφη πτώση της ζήτησης, λόγω της πανδημίας, υποχρέωσαν τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία να συμφωνήσουν στη μείωση της παραγωγής πετρελαίου σε μια προσπάθεια να επανέλθει μία στοιχειώδης ισορροπία στην αγορά. Οι απανωτές αναβολές, όμως, σε συνδυασμό με την περιοριστικά μέτρα, λόγω κορονοϊού, σ’ όλο τον κόσμο, διαμόρφωσε ένα ιδιαίτερα αρνητικό περιβάλλον για τις τιμές. Η μείωση της παραγωγής δεν είναι ικανή να αντισταθμίσει την πτώση της ζήτησης.
Τελικά, στις 12 Απριλίου επετεύχθη μια συμφωνία που προβλέπει μείωση της παραγωγής όλων κατά 22%. Η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία θα ρίξουν την παραγωγή τους στο επίπεδο των 8,5 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα από τις αρχές Μαΐου. Η συμφωνία αυτή, όμως, χαρακτηρίζεται από τους εμπειρογνώμονες ευάλωτη και ίσως συγκυριακή.