Κεφαλαιοποιητικό σύστημα στην επικουρική ασφάλιση – Πίσω από τη βιτρίνα
10/06/2021Η δημόσια παρουσίαση από κυβερνητικούς παράγοντες των πλεονεκτημάτων στην προτεινόμενη κεφαλαιοποίηση της επικουρικής ασφάλισης, χαρακτηρίζονται από την παράλειψη επισήμανσης των μειονεκτημάτων και των κινδύνων που θα αντιμετωπίσουν οι νέοι ασφαλισμένοι, που θα ενταχθούν στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα των ατομικών λογαριασμών.
Επιπλέον, παραλείπεται η αναφορά στην πρόκληση των ανισοτήτων μεταξύ των ασφαλισμένων, σε βαθμό που να παραβλέπεται η συνταγματική και νομολογιακή δέσμευση της θεμελιώδους αρχής της κοινωνικής ασφάλισης που είναι η ισότητα. Αυτή η προοπτική της αύξησης των ανισοτήτων που προδιαγράφεται στη χώρα μας (μετά την οικονομική κρίση, την ύφεση και την πανδημία), γίνεται την ώρα που διακηρύσσεται από αξιωματούχους η ανάγκη σχεδιασμού και υλοποίησης πολιτικών συρρίκνωσης των ανισοτήτων και της φτωχοποίησης σημαντικού τμήματος του πληθυσμού.
Αντίθετα, σε πρόσφατες δημοσιεύσεις και συνεντεύξεις κυβερνητικών παραγόντων τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της κεφαλαιοποίησης της επικουρικής ασφάλισης, είναι, μεταξύ των άλλων, τα εξής:
Πρώτον, το προτεινόμενο κεφαλαιοποιητικό σύστημα ατομικών λογαριασμών θα εγγυάται τις εισφορές των ασφαλισμένων, αφού δεν θα επιτρέπει αρνητικές αποδόσεις. Αυτό υπερβαίνει την συνταγματική δέσμευση της μη καταστρατήγησης της αρχής της ισότητας (βασική αρχή της κοινωνικής ασφάλισης) μεταξύ των ασφαλισμένων. Με το σημερινό σύστημα οι άνω των 35 ετών που θα βρίσκονται στο παλαιό σύστημα επικουρικής ασφάλισης μπορεί να λάβουν αρνητικές αποδόσεις στην περίπτωση που υπάρχει ύφεση.
Έτσι, το επιχείρημα της εγγύησης των αποδόσεων προκαλεί επιπλέον αύξηση του κόστους μετάβασης των 62 δισ. ευρώ για τον Κρατικό Προϋπολογισμό, γεγονός που καθιστά το προτεινόμενο σύστημα μειονεκτικό σε σχέση με το σημερινό σύστημα επικουρικής ασφάλισης. Κι αυτό γιατί το σημερινό σύστημα δεν θα επιβαρύνει καθόλου τον Κρατικό Προϋπολογισμό, σύμφωνα με την αναλογιστική μελέτη του Ν. 4670/2020. Άρα, για να μην υπάρχει άνιση αντιμετώπιση των ασφαλισμένων πρέπει το κράτος να εγγυάται τις αρνητικές αποδόσεις σε περίπτωση ύφεσης της οικονομίας και στους σημερινούς εργαζομένους άνω των 35 ετών.
Ανισότητες στην κεφαλαιοποίηση
Δεύτερον, η κεφαλαιοποιητική επικουρική ασφάλιση θα διαφοροποιείται από την κύρια και την σημερινή επικουρική ασφάλιση και μάλιστα με ευνοϊκούς όρους έναντι αυτών με την ρύθμιση ότι ο ασφαλισμένος θα μπορεί να λάβει επιστροφή των εισφορών (με τον πληθωρισμό) στην περίπτωση μη συμπλήρωσης των 15 ετών ασφάλισης. Έτσι, η παραβίαση της συνταγματικής δέσμευσης της ισότητας και η πρόκληση ανισοτήτων συνίσταται στο γεγονός ότι θα υπάρχουν ασφαλισμένοι επικουρικής ασφάλισης που δεν θα λαμβάνουν επιστροφή εισφορών όταν θα έχουν λιγότερα από 15 έτη ασφάλισης και ασφαλισμένοι που θα λαμβάνουν. Η άρση αυτής της ανισότητας προϋποθέτει ίδια ρύθμιση στην επικουρική ασφάλιση των σημερινών εργαζομένων άνω των 35 ετών, γεγονός που θα προκαλέσει άλλη μία επιβάρυνση στον Κρατικό Προϋπολογισμό και το δημόσιο χρέος της χώρας μας,
Τρίτον, η προτεινόμενη εγγύηση των συντάξεων χηρείας της κεφαλαιοποιητικής επικουρικής ασφάλισης των ατομικών λογαριασμών, η οποία θα είναι ίση με τις εισφορές 15ετίας ανειδίκευτου εργάτη, προκαλεί μία επιπλέον ανισότητα, δεδομένου ότι δεν ισχύει για τους σημερινούς εργαζομένους άνω των 35 ετών. Η άρση της ανισότητας και στη περίπτωση αυτή, προϋποθέτει η ίδια ρύθμιση να ισχύει και για τους εργαζομένους άνω των 35 ετών της σημερινής επικουρικής ασφάλισης. Βέβαια και στη περίπτωση αυτή θα αυξηθεί το κόστος μετάβασης και επιβάρυνσης του Κρατικού Προϋπολογισμού και του δημόσιου χρέους.
Κόστος μετάβασης
Κατά συνέπεια, στο σύνολο τους οι ρυθμίσεις που απαιτείται να ισχύουν για την άρση των ανισοτήτων σε βάρος των εργαζόμενων άνω των 35 ετών του σημερινού συστήματος, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας, θα προσθέσουν στο κόστος μετάβασης 13-15 δισ. ευρώ, αυξάνοντάς το στο επίπεδο των 75-77 δισ. από 62 δισ. Βέβαια, ιδιαίτερο προβληματισμό δημιουργεί το έλλειμμα τεκμηριωμένης ενημέρωσης των νέων ασφαλισμένων, αναφορικά με το μέγεθος των κινδύνων των χρηματαγορών, των κεφαλαιαγορών και των κινδύνων των χρηματιστηρίων, ώστε να μπορούν να λάβουν την ορθή απόφαση για το εάν η κεφαλαιοποίηση της επικουρικής ασφάλισης είναι προς το συμφέρον τους ή όχι.
Το επιχείρημα της επαγγελματικής διαχείρισης και της εφαρμογής των κανόνων διακυβέρνησης δεν ισχύει, δεδομένου –σύμφωνα με τις αρχές και τις οδηγίες του Ν. 4514/2018 (MiFid II)– η πληροφόρηση που δίνουν οι εταιρίες επενδύσεων στους ιδιώτες πελάτες (οι νέοι ασφαλισμένοι της κεφαλαιοποιητικής επικουρικής ασφάλισης), μπορεί να δίνει έμφαση στα ενδεχόμενα οφέλη, υπό τη προϋπόθεση ότι θα επισημαίνει με σαφήνεια κάθε σχετικό κίνδυνο που έχει να αντιμετωπίσει, ανεξάρτητα από την επίκληση της χρηστής και ορθολογικής διαχείρισης.
Κι αυτό γιατί δεν έχει κανένα νόημα να ενημερώνεις τους εργαζομένους, υπαλλήλους και εργάτες που δεν έχουν καμία σχέση με τις επενδύσεις για τους προαναφερόμενους κινδύνους εκ των υστέρων, δεδομένου ότι θα ασφαλίζονται στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα των ατομικών λογαριασμών υποχρεωτικά και όχι με επιλογή, όπως συμβαίνει με τα ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης του δεύτερου πυλώνα ασφάλισης.
Ενημέρωση για την κεφαλαιοποίηση
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι επιβάλλεται σύνεση και ιδιαίτερη προσοχή όταν οι κυβερνητικοί παράγοντες αναφέρονται στις προηγούμενες αποδόσεις κεφαλαιοποιητικών συστημάτων άλλων χωρών. Κι αυτό γιατί κάτι που είναι γνωστό στους επαγγελματίες των επενδύσεων, (σύμφωνα με τον Ν. 4514/2018 Mifid II), είναι ότι «όταν η παρεχόμενη από μια επενδυτική εταιρεία πληροφόρηση στους πελάτες (στην περίπτωσή μας οι νέοι ασφαλισμένοι της κεφαλαιοποιητικής επικουρικής ασφάλισης) περιλαμβάνει ένδειξη προηγούμενων αποδόσεων. Η ένδειξη αυτή δεν πρέπει να αποτελεί το προεξέχον στοιχείο της σχετικής ενημέρωσης».
Αυτό είναι γνωστό στα Αμοιβαία Κεφάλαια και οι εταιρείες επενδύσεων είναι υποχρεωμένες από τον νόμο να αναγράφουν «ότι οι προηγούμενες αποδόσεις δεν διασφαλίζουν τις μελλοντικές αποδόσεις». Κατά συνέπεια, οι επαγγελματίες των επενδύσεων εάν παρουσίαζαν σε περίοπτη θέση τις προηγούμενες αποδόσεις, χωρίς να ενημερώνουν τους υποψήφιους επενδυτές για τους κινδύνους, τότε αυτό αποτελεί αντιεπαγγελματική και παράνομη συμπεριφορά που ελέγχεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Από την άποψη αυτή, έχει μεγάλη σημασία οι κυβερνητικοί παράγοντες να μη παραβλέπουν στη παρουσίαση των προηγούμενων αποδόσεων άλλων κεφαλαιοποιητικών συστημάτων και μάλιστα άλλων χωρών ή των αποδόσεων των ΕΔΕΚΤ ΑΕ ή της ΑΕΔΑΚ Ασφαλιστικών Οργανισμών, τους υπαρκτούς και σε ορισμένες περιόδους μεγάλους κινδύνους των χρηματαγορών και κεφαλαιαγορών.