Με τεχνικές δεν γίνεται βιώσιμο το χρέος
27/03/2018Γράφει ο Διονύσης Χιόνης –
Φθάσαμε στο σημείο που τόσο εμείς όσο και οι Ευρωπαίοι εταίροι φοβόμασταν. Φθάσαμε στο σημείο που ευχόμασταν να μην είχαμε φτάσει. Φθάσαμε στο σημείο όπου θα πρέπει να συνδυάσουμε τα αδύνατα όχι πλέον στην θεωρία, αλλά στην πράξη. Ήρθε λοιπόν η ώρα που πρέπει η ελληνική οικονομία να τετραγωνίσει τον κύκλο έτσι ώστε να επιταχύνει την οικονομική ανάπτυξη και την ίδια ώρα να αποπληρώνει το χρέος της.
Όσο βρισκόμασταν εντός μνημονίων τόσο εμείς όσο και οι θεσμοί είχαμε την πολυτέλεια να οικονομολογούμε, έχοντας την ασφάλεια ότι το πρακτικό και εφαρμόσιμο κομμάτι αυτής της συζήτησης θα αναβαλλόταν για αργότερα. Και όποιος αμφισβητούσε την εγκυρότητα των προβλέψεων ήταν ή δραχμιστής ή ανθέλληνας.
Οι δανειστές θέλουν να περιορίσουν την εμπλοκή τους στο ελληνικό πρόβλημα και παράλληλα να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή στην ελληνική κοινωνία. Το πρόβλημα είναι ότι η ανάπτυξη ακόμα και στα πιο αισιόδοξα σενάρια προβλέπεται αναιμική. Το άλλο πρόβλημα είναι ότι η ελληνική οικονομία φαίνεται να έχει δυσκολίες να εκπληρώσει τον ηράκλειο άθλο των δημοσιονομικών πλεονασμάτων της τάξεως του 3,5% μέχρι το 2022 και 2% μέχρι το 2060. Το τρίτο πρόβλημα έχει να κάνει με το χρέος. Παρ’ όλες τις εναγώνιες προσπάθειες της χρηματοοικονομικής τεχνικής του ΔΝΤ η βιωσιμότητα του χρέους παραμένει το ζητούμενο.
Γιατί όχι αναδιάρθρωση;
Η λύση του παραπάνω παζλ θα μπορούσε να είναι αρκετά πιο εύκολη αν υπήρχε ανάπτυξη. Δυστυχώς, όμως, οι προβλέψεις όλων των εμπλεκομένων στο ελληνικό πρόγραμμα δείχνουν (στην καλύτερη περίπτωση) ότι η ελληνική οικονομία θα έχει αναπτυξιακούς ρυθμούς καθηλωμένους σε ένα πλαίσιο αναιμικής ανάπτυξης μέχρι το 2060. Αν εξαιρέσει κανείς την περίοδο μέχρι το 2020 όπου αναμένεται το ΑΕΠ να αυξηθεί μέχρι και 2,5%, το υπόλοιπο χρονικό διάστημα δεν αναμένεται να ξεπεράσει το 1,5%.
Τα παραπάνω συμπεράσματα προέρχονται από μια απλή ανάλυση των ελληνικών δεδομένων που είναι γνωστά στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, καθώς και στην ΕΕ. Επομένως, το ερώτημα που προκύπτει είναι για ποιο λόγο δεν προχωρούν σε μια ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους.
Από την παράθεση των παραπάνω στοιχείων εύκολα γίνεται κατανοητό ότι η λύση στο αδιέξοδο μπορεί να έλθει από την αναδιάρθρωση. Ας υποθέσουμε ότι το καλοκαίρι του 2018 γίνεται μια ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους. Το αποτέλεσμα θα είναι η αισθητή μείωση των τοκοχρεωλυσίων και άρα των απαιτούμενων δημοσιονομικών πλεονασμάτων.
Αν μειωθεί ο δημοσιονομικός στόχος τότε απελευθερώνονται πόροι για την άσκηση αναπτυξιακής πολιτικής που θα επιταχύνει την εξέλιξη του ΑΕΠ. Το πρόβλημα είναι ότι χρηματοοικονομική μηχανική του ελληνικού χρέους έχει εξαντλήσει τα όριά της και δεν μπορεί να σταθεροποιήσει ένα εκ θεμελίων ασταθές σύστημα χρέους. Για αυτό τον λόγο η οποιαδήποτε αναδιάρθρωση πρέπει να μεταφραστεί σε ονομαστικές απώλειες για τους δανειστές και αυτό θέλουν πάση θυσία να το αποφύγουν.