Μπορεί να συνδυαστεί η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων με την αειφορία;
05/04/2022Κατά πόσον είναι δυνατή η απεξάρτηση από τις συμβατές και ρυπογόνες πηγές ενέργειας αντικαθιστώντας τες με τις ανανεώσιμες και καθαρές (;) μένει να αποδειχθεί από τους ειδικότερους εμού. Όμως, οι συχνά ασυνεπείς στις…υποχρεώσεις τους Ήλιος και Αίολος, αλλά και το υψηλό κόστος αποθήκευσης της “καθαρής ενέργειας” αποδυναμώνουν αισθητά τα επιχειρήματα του νέου αφηγήματος της πράσινης ανάπτυξης. Μπορεί, λοιπόν, να συνδυαστεί η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων με την αειφορία;
Είναι μακρά και κοστοβόρα η πορεία αναζήτησης της καλύτερης δυνατής σχέσης συμπληρωματικότητας και διασφάλισης βιώσιμης ανάπτυξης και αειφορίας, της οποίας σημαντικό παράγοντα επηρεασμού συνιστά το καταναλωτικό μοντέλο στο οποίο στηρίζεται ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Θέτοντάς το διαφορετικά, βιώσιμη παραγωγή χωρίς βιώσιμη κατανάλωση δεν μπορεί να επιτευχθεί. Οπότε, ή θα «χτίζουμε περιουσίες εκποιώντας» ή «θα γίνουμε πλούσιοι αφαιρώντας επιθυμίες», όπως το έθεσε ο Επίκτητος. Συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ, λοιπόν, η μετάβαση από το “καταναλώνω άρα υπάρχω” στο “υπάρχω επειδή υπάρχεις”. Δηλαδή στην αειφορία, περιορίζοντας την κατά κεφαλήν ανάλωση θερμίδων (ενέργειας)!
Κάθε επιχείρηση, νέα ή παλιά, κατά την πορεία μετάβασης και παραμονής σε καθεστώς αειφόρου ανάπτυξης, οφείλει να κινηθεί μέσα σ’ ένα πλαίσιο αρχών συνειδητοποιώντας ότι δεν διασφαλίζεται χωρίς την περιβαλλοντικά βιώσιμη και σε διάρκεια καινοτομία. Συνεπώς, η επένδυση στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ: αιολική, ηλιακή, υδάτινη και γεωθερμία) δεν μπορεί να αποτελεί μόνο δέσμευση αλλά και στρατηγικό της στόχο.
Κατανοώντας ότι κάθε προσπάθεια μείωσης της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα θα είναι ατελέσφορη χωρίς αλλαγή του ενεργοβόρου παραγωγικού και καταναλωτικού υποδείγματος του οποίου η “ενεργειακή βουλιμία” δεν μπορεί να καλυφθεί πλήρως από αυτές. Και τούτο, υιοθετώντας στρατηγική λιτής διαχείρισης στην παραγωγή και προωθώντας τη βιώσιμη κατανάλωση με προτάσεις αξίας των οποίων η αξιοποίηση να μην απαιτεί αντίστοιχες ή και μεγαλύτερες ποσότητες ενέργειας από εκείνες της δημιουργίας τους αναπληρώνοντας ή επιδεινώνοντας το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα. Συνδράμοντας, δηλαδή, στην κατανάλωση λιγότερων θερμίδων χάριν της υγείας όλων ημών αλλά και του ξενιστή μας, της γεώσφαιρας.
Τι σημαίνει βιωσιμότητα
Ο “εθισμένος” στα παλιά πρότυπα παραγωγής και συμπεριφοράς επιχειρηματίας, για να αλλάξει ρότα οφείλει -κατ’ αρχήν- να προσδιορίσει τι σημαίνει βιωσιμότητα. Βιωσιμότητα για την επιχείρησή του και για τους κοινωνικούς της εταίρους (πελάτες, εργαζόμενοι, προμηθευτές, μέτοχοι, ΜΚΟ, περιβαλλοντικές/ακτιβιστικές ομάδες κλπ), προκειμένου να εντοπίσει την προτεραιότητα της κάθε πλευράς, στα προβλήματα που έχουν αναδειχθεί. Επίσης, είναι σημαντικό για την επιχείρησή του να γνωρίζει το είδος και τον όγκο των αποβλήτων της.
Ποιους συγκεκριμένα εξυπηρετεί η πρόταση αξίας και ποιος είναι ο αντίκτυπος της δράσης της στην κοινότητα της περιοχής. Να μην του διαφεύγει το είδος της κουλτούρας που έχει καλλιεργηθεί μέσα στις δομές της, ώστε να γνωρίζει πόσο κοντά ή μακριά από το στόχο της βιωσιμότητας βρίσκεται. Επίσης, τι είδους στελέχη προσλαμβάνει σε ό,τι αφορά νοοτροπία, δεξιότητες κλπ. Επιπλέον, να καταστήσει σαφή την αποστολή της, περιγράφοντας ρητά εκείνο το οποίο θα κάνει για την ίδια, αλλά και τους κοινωνικούς της εταίρους (το κοινωνικό της κεφάλαιο) ξέροντας και το γιατί.
Η συμβατή με την αειφορία λειτουργία ξεκινά από τον αρχικό σχεδιασμό και τον κύκλο ζωής του προϊόντος. Με πρόβλεψη της κατάληξής του μετά την τεχνολογική ή χρηστική απαξίωσή του. Όπως επίσης, πρόβλεψη της ανάγκης αποκατάστασης και παράτασης της κυκλοφορίας, προτείνοντας επανάχρηση ή εντελώς νέες χρήσεις του. Στο πλαίσιο αυτό διενεργείται η πλήρης ανάλυση του κύκλου κατά μήκος της προσφερόμενης αλυσίδας αξίας, ώστε να διαφαίνεται η βιώσιμη διάστασή του.
Όλες οι φάσεις -από το σχεδιασμό μέχρι την παραγωγή και τη διάθεση- πρέπει να συνάδουν προς τις αρχές της βιωσιμότητας. Παράλληλα, επιδιώκεται η μείωση των περιττών εργασιών ή αναλώσεων –όσων δεν προσθέτουν ή αφαιρούν αξία, των αποβλήτων και των κάθε είδους ρύπων για την καθιέρωση του αειφόρου συστήματος παραγωγής “εν τη γενέσει του”. Με άλλα λόγια, εργάζεται εξαρχής για τις ενδεικνυόμενες λύσεις προβλέποντας ή επινοώντας το καλύτερο και όχι μόνο να παρεμβαίνει διορθωτικά επιβαρύνοντας με πρόσθετο κόστος την κοινότητα.
Ο αγώνας για την αειφορία
Δεν πρέπει να υποτιμηθεί ούτε να παραβλεφθεί τίποτα, καθώς, ακόμη και η μικρότερη πρόληψη ή βελτίωση στη λειτουργία και τις διαδικασίες είναι δυνατό να εξοικονομήσει πόρους. Έτσι θα περιοριστεί το κόστος μετάβασης και η επιβάρυνση στο περιβάλλον, αλλά θα ενισχυθεί και η ανταγωνιστικότητα.
Για παράδειγμα, η μείωση στην κατανάλωση ενέργειας με την αντικατάσταση του ενεργοβόρου εξοπλισμού όπου αυτό είναι εφικτό: Η εγκατάσταση φωτοβολταϊκού σε κάθε πρόσφορη επιφάνεια (στέγη, στέγαστρα πάρκινγκ, οικόπεδο) χωρίς σύνδεση στο δίκτυο του ολιγοπωλίου. Η κατασκευή υπόγειου -οριζόντιου ή κάθετου- δικτύου εκμετάλλευσης της γήινης θερμότητας που μπορεί να θερμάνει με μικρή κατανάλωση ρεύματος πυκνωτή/κυκλοφορητή ή να δροσίσει φθηνότερα, καλύτερα και υγιεινότερα από το κλιματιστικό, συνιστούν σημαντικές πρωτοβουλίες άμεσης ωφέλειας και μεσοπρόθεσμης απόσβεσης.
Η αγνόηση του αυξανόμενου ενδιαφέροντος για το νέο παραγωγικό/καταναλωτικό υπόδειγμα δεν διακινδυνεύει μόνο την κερδοφορία, αλλά και τη φήμη της επιχείρησης, δυσκολεύοντας την αποκατάστασή της στον κόσμο της ψηφιακής διασύνδεσης όπου η επιτίμηση διαδίδεται κβαντικά, πόσο μάλλον όταν οι έρευνες δείχνουν ότι ενισχύεται διαρκώς το ποσοστό των ευαισθητοποιημένων καταναλωτών, διατεθειμένων να καταβάλλουν μεγαλύτερο αντίτιμο για ένα βιώσιμα παραχθέν προϊόν/υπηρεσία. Προτίμηση η οποία εντοπίζεται και ως τάση των επενδυτών να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις οι οποίες έχουν ενστερνιστεί τη βιώσιμη ανάπτυξη, αντιλαμβανόμενοι καλύτερα το πολλά υποσχόμενο πεδίο δράσης.
Συνεπώς, η εξ’ αρχής για τον “επίδοξο” και η εξ ανάγκης για τον “μπαρουτοκαπνισμένο” υιοθεσία του νέου υποδείγματος, επιβάλλει τη βιωσιμότητα και την αειφορία ως στόχο συνιστώντας και τη βασική συνθήκη της ύπαρξής τους. Ξεκινώντας από τον περιορισμό της σπάταλης παραγωγής και την εξοικονόμηση ενέργειας, με παράλληλη συμμόρφωση προς τους κανονισμούς διαχείρισης αποβλήτων και περιορισμού της ρύπανσης, και καταλήγοντας στα ανθρώπινα δικαιώματα, στην ευθύνη έναντι των εργαζομένων και στο σεβασμό προς το οικοσύστημα εντός του οποίου δρουν και εξελίσσονται.
Στην προσπάθειά τους αυτή ας μην περιμένουν πολλά από κυβερνήσεις των οποίων στρατηγική αποτελεί η καθήλωση της επιχειρηματικότητας στη χαμηλή προστιθέμενη αξία και στο περιθώριο εκείνης των έξωθεν εντολέων τους.