Ο πόλεμος του πετρελαίου και η Μαύρη Δευτέρα

Ο πόλεμος του πετρελαίου Ριάντ-Μόσχας και η Μαύρη Δευτέρα, Δημήτρης Μακούσης

Η τριετής “συμμαχία” Σαουδικής Αραβίας και Ρωσικής Ομοσπονδίας (ΟΠΕΚ+), η οποία ξεκίνησε στα τέλη του 2016 και στόχευε στην διατήρηση των τιμών του πετρελαίου μεταξύ 60 και 70 δολ./βαρέλι και την σταθεροποίηση της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας έληξε την Παρασκευή 6 Μαρτίου 2020, μετά τις αποτυχημένες διαπραγματεύσεις των δύο χωρών στην Βιέννη την περασμένη εβδομάδα.

Η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε αύξηση της παραγωγής πετρελαίου και μείωση των τιμών κατά 6-8 δολ./βαρέλι, κηρύσσοντας ουσιαστικά πόλεμο τιμών στην Ρωσική Ομοσπονδία. Μετά την εξάπλωση του κορονοϊού και την σημαντική μείωση της παγκόσμιας ζήτησης λόγω της Κίνας (14% της παγκόσμιας κατανάλωσης) η Μόσχα επέλεξε να αποχωρήσει από τις συνομιλίες, επειδή είχε προταθεί συνολική μείωση της παραγωγής για τα μέλη του ΟΠΕΚ και τη Ρωσία κατά 1.500.000 βαρέλια την ημέρα. Αγνοώντας τις πιέσεις της Σαουδικής Αραβίας για μια νέα συμφωνία δήλωσε ότι τον Απρίλιο θα απελευθερώσει την παραγωγή της, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού τις αμερικανικές εταιρείες σχιστολιθικού πετρελαίου.

Ως αποτέλεσμα της πολιτικής που υιοθετήθηκε από τον ΟΠΕΚ και ειδικότερα από την Σαουδική Αραβία το περασμένο Σαββατοκύριακο, η πτώση των τιμών του πετρελαίου ήταν ραγδαία και από το 25% της Κυριακής έφτασε την Δευτέρα το 30%, περιοριζόμενη τελικά στο 20%. Τέτοια κατάρρευση τιμών έχει να παρατηρηθεί από το 1991, υπό συνθήκες οι οποίες είχαν οδηγήσει τότε στον πόλεμο του Κόλπου, με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ “Ασπίδα της Ερήμου” και “Καταιγίδα της Ερήμου”.

Έτσι, οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές αγορές, ακολουθώντας τις ασιατικές, περιήλθαν σε καθεστώς πτωτικής αγοράς (bear market), ύστερα από την κατακόρυφη πτώση της τιμής του αργού πετρελαίου. Πρόκειται για μια κατάσταση της αγοράς στην οποία οι τιμές όλων ή συγκεκριμένων ομάδων επενδυτικών εργαλείων χάνουν το 20% ή και παραπάνω της αξίας τους, ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται έντονη απαισιοδοξία στο επενδυτικό περιβάλλον.

Η Μαύρη Δευτέρα

Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2007, η χρηματοπιστωτική φούσκα μέσω εταιρειών διαδικτύου που κορυφώθηκε το 2000 (Dot-com Bubble), καθώς και η Μεγάλη Ύφεση του 1929 συνιστούν παραδείγματα πτωτικών αγορών. Την Μαύρη Δευτέρα, όπως ονομάστηκε, σημειώθηκε η μεγαλύτερη βουτιά στα χρηματιστήρια μετά την χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2007-2008. Στις ΗΠΑ, ο δείκτης των 500 μεγαλύτερων εισηγμένων αμερικανικών εταιρειών S&P ξεκίνησε με απώλειες πάνω από 7% και οι συναλλαγές στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης σταμάτησαν για 15 λεπτά ώστε να μην καταρρεύσουν οι μετοχές, ενώ στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια η πτώση άγγιξε το 8%.

Παράλληλα, η ρευστοποίηση στην αγορά πετρελαίου άσκησε πίεση στον ενεργειακό τομέα, οδηγώντας σε πτώση τις μετοχές μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών όπως η ExxonMobil, η BP, η Shell, η Chevron, η ΕΝΙ και η Total μέχρι και 20%. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA-International Energy Agency) προέβλεψε, ακόμη, στην μηνιαία έκθεσή του για την αγορά πετρελαίου (δημοσιεύτηκε εκτάκτως στις 9 Μαρτίου) μείωση στην ζήτηση πετρελαίου το 2020 κατά 90.000 βαρέλια την ημέρα, για πρώτη φορά μετά το 2009.

Οι Supermajors της αγοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν δηλώσει ότι είναι σε θέση να συνεχίσουν τις επιχειρήσεις έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων, ακόμα κι αν η τιμή βαρελιού κατέβει κάτω από τα 40 δολ. Αυτό όμως είναι κάτι που αμφισβητούν παράγοντες της αγοράς, στην περίπτωση που η εξαιρετικά χαμηλή τιμή πετρελαίου διατηρηθεί για μήνες και έχοντας ήδη αγγίξει την Δευτέρα τα 34 δολ. το Brent και τα 31 δολ.το WTI. Την ίδια στιγμή η Goldman Sachs προβλέπει την σταδιακή πτώση της τιμής του Brent στα 20 δολ. το βαρέλι.

Κι ενώ η αξία των μετοχών πετρελαίου έχει υποστεί πιέσεις μετά το 2014, είτε λόγω μείωσης των τιμών είτε λόγω αντιδράσεων εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, ύστερα από τις τελευταίες εξελίξεις η συγκεκριμένη αγορά προβλέπεται ότι θα βιώσει πολλές αναταράξεις. Επιπλέον, οι ανεξάρτητοι παραγωγοί στις ΗΠΑ, που αποτελούν την πλειονότητα του σχιστολιθικού τομέα της χώρας, θα αντιμετωπίσουν ποικίλες προκλήσεις τους επόμενους μήνες. Αυτές οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν αρνητικές ταμειακές ροές, αύξηση του ήδη υψηλού χρέους των εταιρειών, καθώς και μηδενική πρόσβαση σε κεφάλαια, εξαιτίας της αποχώρησης υποψηφίων επενδυτών.

Κινήσεις για να καθησυχάσουν τις αγορές

Η κυβέρνηση Τραμπ προσπαθεί να στηρίξει τους παραγωγούς πετρελαίου και τις πληγείσες από την επιδημία του κορονοϊού επιχειρήσεις, με την λήψη μέτρων όπως οι χρηματοδοτικές ενισχύσεις, οι περικοπές φόρου των μισθωτών, οι μειώσεις δασμών σε κινεζικές εισαγωγές και οι φορολογικές ελαφρύνσεις. Η πολιτική αυτή, όπως και η επίσκεψη του Προέδρου της Κίνας Σι Τζινπίνγκ στην αποκλεισμένη για δυο μήνες πόλη Ουχάν, καθησύχασαν τις διεθνείς αγορές, οι οποίες σημείωσαν την Τρίτη 10 Μαρτίου ανοδικές τάσεις.

Η αγορά πετρελαίου εμφάνισε επίσης σημάδια ανάκαμψης με τις τιμές του Brent να ανέρχονται στα 37,51 δολ. παρουσιάζοντας κέρδη 9,17% και του WTI στα 33,93 δολ. με κέρδη 8,99% έπειτα από τα ιστορικά χαμηλά της Δευτέρας 9 Μαρτίου. Μένει φυσικά να δούμε αν αυτή η αναπλήρωση μέρους των απωλειών στην αγορά ενέργειας θα έχει και συνέχεια, καθώς η συμπεριφορά των θεμελιωδών μεγεθών της ζήτησης και της προσφοράς πετρελαίου, αλλά και ο εξελισσόμενος πόλεμος τιμών, θα διαμορφώσουν την πορεία της.

Οι επενδυτές έδειξαν να ανακτούν μέρος της εμπιστοσύνης τους, λόγω των μέτρων που ξεκίνησαν να λαμβάνουν οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες, για να θωρακίσουν τις οικονομίες τους απέναντι στον κορονοϊό. Ωστόσο, μετά την κατάσταση πανδημίας που κήρυξε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τα πράγματα δεν φαίνονται και τόσο αισιόδοξα, καθώς η υποχώρηση των αγορών συνεχίστηκε την Τετάρτη 11 Μαρτίου.

Σύμφωνα με αναλυτές και οικονομικούς παράγοντες, μια κρίση ανάλογη αυτής του 2008 είναι ορατή αν δεν παρθούν άμεσα επιπλέον μέτρα, ενώ το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι αν η οικονομία θα επανέλθει σύντομα μετά από αυτό το σοκ, ή αν θα οδηγηθούμε σε παρατεταμένη ύφεση. Σε κάθε περίπτωση, το βέβαιο είναι ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ των μεγάλων παικτών της αγοράς πετρελαίου θα διαδραματίσει κομβικό ρόλο στις επερχόμενες εξελίξεις.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι