Ο Τραμπ “πυροβολεί” τις κινεζικές εταιρείες – Οι ΗΠΑ δεν ξεχνούν τον κύριο αντίπαλο
15/11/2020Ακάθεκτος συνεχίζει την επιθετική πολιτική του απέναντι στην Κίνα ο πρόεδρος Τραμπ, λίγες ημέρες μετά τη διαφαινόμενη νίκη του Τζο Μπάιντεν. Με διάταγμα, ο Αμερικανός πρόεδρος απαγόρευσε τις αμερικανικές επενδύσεις σε κινεζικές εταιρείες που η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι ανήκουν ή ελέγχονται από τις ένοπλες δυνάμεις της Κίνας. Το διάταγμα κάνει λόγο για επιχειρήσεις που υποστηρίζουν τις δραστηριότητες εκσυγχρονισμού ανάπτυξης και πληροφοριών του κινεζικού στρατού.
Πέρα από τους συνήθεις υπόπτους, όπως η Huawei και η Hikvision, στη “μαύρη λίστα” των ΗΠΑ περιλαμβάνονται δεκάδες κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε τομείς από την ψηφιακή τεχνολογία ως την επικοινωνία. Ορισμένες από αυτές μάλιστα είναι εισηγμένες και στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, όπως η China Mobile και η China Telecom.
Σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα, κανένα αμερικανικό νομικό ή φυσικό πρόσωπο δεν επιτρέπεται να κατέχει ή να εμπορεύεται τίτλους που προέρχονται από αυτές τις εταιρείες ή που είναι “εκτεθειμένοι” σε αυτές. Δίνεται διορία μέχρι το Νοέμβριο του 2021, οι επηρεαζόμενοι να προχωρήσουν στην αποεπένδυση που απαιτεί το διάταγμα, το οποίο τίθεται σε ισχύ από τις 11 Ιανουαρίου.
Στους οικονομικούς κύκλους το διάταγμα Τραμπ δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία, πάντως. Για την ακρίβεια, εδώ και εβδομάδες, αναλυτές συμβουλευτικών όπως ο όμιλος Eurasia, προειδοποιούσαν ότι επίκειται νέα κίνηση πίεσης προς την Κίνα από την κυβέρνηση Τραμπ. Όπως ήταν αναμενόμενο, η αντίδραση του Πεκίνου ήταν ταχύτατη. Εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών έκανε λόγο για αδικαιολόγητη καταστολή εναντίον κινεζικών εταιρειών αλλά και κακόβουλη συκοφάντηση εταιρειών που νομίμως συνεργάζονται με τον κινεζικό στρατό.
«Η κίνηση αυτή θα πλήξει τα έννομα συμφέροντα των κινεζικών εταιρειών αλλά και των επενδυτών σε διάφορες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών», σχολίασε ο εκπρόσωπος Ουάνγκ Ουενμπίν. Παρόλα αυτά, δεν αναμένεται η Κίνα να προχωρήσει σε αντίμετρα, στην παρούσα φάση, πριν ξεκαθαρίσει το πολιτικό σκηνικό μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Τζο Μπάιντεν, αλλά και για λόγους διπλωματίας.
“Μικρό καλάθι” για τον Μπάιντεν
Το αποτύπωμα του Ντόναλντ Τραμπ στο θέμα των εμπορικών σχέσεων με την Κίνα παραμένει ισχυρό, σε κάθε περίπτωση, κι αυτό γιατί η αντιμετώπιση της ισχύος της Κίνας, σε τεχνολογικό και οικονομικό επίπεδο, έχει τη συναίνεση και των Δημοκρατικών. Να θυμίσουμε ότι ο ίδιος είχε απειλήσει με έξοδο τις εισηγμένες κινεζικές εταιρείες που δεν “συμμορφώνονται” με τις λογιστικές προδιαγραφές των ΗΠΑ, μια απειλή που δεν πραγματοποίησε.
Η συνολική αξία των εταιρειών αυτών φτάνει τα 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή διπλάσιο ποσό σε σχέση με το 2016, όμως αυτό δεν “πτόησε” τις Αρχές των ΗΠΑ να αυστηροποιήσουν τα κριτήρια. Παρομοίως, η αρμόδια επιτροπή για τις άμεσες ξένες επενδύσεις στις ΗΠΑ αποκάλυψε φέτος ότι τα τελευταία τρία χρόνια πέρασε από “κόσκινο” εκατοντάδες αιτήματα εξαγοράς αμερικανικών εταιρειών από κινεζικές.
Για παράδειγμα, η προσπάθεια της κινεζικής Ant Group να αγοράσει τη γνωστή εταιρεία εμβασμάτων MoneyGram, έναντι 1,2 δισ. δολαρίων έπεσε στο κενό. Παρομοίως, το κινεζικό fund Canyon Bridge μάταια επιχείρησε, το 2017, να αποκτήσει την αμερικανική εταιρεία ημιαγωγών Lattice, έναντι 1,3 δισ. δολαρίων. Ταυτόχρονα, αμερικανικές εταιρείες έχουν απορρίψει προτάσεις εισροής κινεζικών κεφαλαίων ακριβώς λόγω του υψηλού ρίσκου που προέβλεπαν από τότε.
Η καχυποψία που έχει καλλιεργηθεί τα προηγούμενα χρόνια στην αμερικανική αγορά για την Κίνα, σε συνδυασμό με τις εμπορικές πρακτικές και τα ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων που απασχολούν την επικαιρότητα, δεν προμηνύουν σημαντική αλλαγή πολιτική επί Μπάιντεν. Οι Κινέζοι θα πρέπει να κρατούν “μικρό καλάθι”, τουλάχιστον για το αμέσως επόμενο διάστημα.