Οι κρυφές σκοπιμότητες πίσω από τη ρύθμιση του χρέους
05/07/2018Είναι σαφές από τις παραδοχές των εκθέσεων βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους της Κομισιόν, του ΔΝΤ, του ESM και τώρα της Τράπεζας της Ελλάδος πως μεσοπρόθεσμα, ήτοι μέχρι το 2032-2035 το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο και διαχειρίσιμο. Από εκεί και πέρα δεν είναι βιώσιμο, γι΄ αυτό και οι δανειστές συμφώνησαν να υπάρξει το 2032 επανεξέταση της βιωσιμότητας και νέα ελάφρυνση αν χρειαστεί. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πολλά δύσκολα, μερικά καλά και πολλά ύποπτα.
1. Γιατί οι Γερμανοί δεν επέτρεψαν οριστική λύση, αλλά κράτησαν ανοιχτό το ζήτημα του ελληνικού χρέους; Εδώ χωράνε πολλές απαντήσεις και η αλήθεια μάλλον έχει να κάνει με το μίγμα τους. Πρώτον, για να μην υπάρχει ευνοϊκό προηγούμενο για χώρες που μπορεί να σκάσουν όπως η Ιταλία. Δεύτερον, γιατί φοβούνται την υπόθεση του αναγκαστικού κατοχικού δανείου που κρατάει τη φαρέτρα της η ελληνική πλευρά (Σ.Σ: απαίτηση που έχει νομική υπόσταση, όχι όπως οι απειλές για αποζημιώσεις των Πολωνών). Τρίτον, για να είναι βολική η Ελλάδα στις προσεχείς κρίσιμες αποφάσεις για την Ευρωζώνη. Τέταρτον, γιατί η Ελλάδα μπορεί να πάει καλά και το 2032-2035 να αποφανθούν ότι μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της, ειδικά εάν έχουν συμβεί αυτά που θα αναλύσουμε παρακάτω.
2. Η 15ετία έχει πολύ θετικές δυναμικές, έστω και με μια γραμμική εξέλιξη της οικονομίας. Όμως, ήδη κάποιοι γκουρού των αγορών λένε ότι η Ελλάδα θα μπορεί να δανείζεται με καλούς όρους με 5ετή και 7ετή ομόλογα, που είναι πιο ευέλικτα μέσα στην καλή περίοδο. Οι εκδόσεις των 10ετών για παράδειγμα μετά το 2022 ή το 2025 θα αρχίσουν να γίνονται στυφές, αφού θα λήγουν μέσα στην περίοδο της προβληματικότητας, δηλ. μετά το 2032.
3. Εδώ έρχεται η έκθεση Στουρνάρα που είναι… ναι μεν αλλά. Γράφει ο διοικητής στην έκθεσή του: «Στην απόφαση του Eurogroup προβλέπονται πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο από το 2023 μέχρι το 2060. Ουδεμία χώρα στον κόσμο, με πιθανή εξαίρεση τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, έχει επιτύχει τόσο υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα». Όπερ εις την απλήν ελληνικήν σημαίνει ότι η σωτηρία της πατρίδος θα έλθει από τα πετρέλαια…
Ώρα για γεωπολιτική
4. Κι εδώ ακριβώς, οι παίκτες, οι μεγάλοι παίκτες παίρνουν θέση και αρχίζει η γεωπολιτική. Ο Αμερικανός πρέσβης Τζέφρι Πάιατ μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ δηλώνει πως «Είμαστε προσηλωμένοι στο να στηρίξουμε την ελληνική κυβέρνηση, την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό καθώς μπαίνουν σε αυτή τη νέα φάση», ενώ λίγες μέρες πριν είχε ενθέρμως χαιρετίσει την επέκταση του αγωγού φυσικού αερίου ΤΑΡ στη Βουλγαρία, και παράλληλα προωθείται και η δημιουργία του πλωτού σταθμού μεταφόρτωσης και αεριοποίησης LNG στην Αλεξανδρούπολη.
Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι τον περασμένο Ιανουάριο επισημαίναμε την γεωοικονομική διάσταση του Μακεδονικού στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται η Νέα Πλωτή Οδός που θα ενώσει τον Δούναβη με το λιμάνι της Θεσσαλονίκης μέσω της Σερβίας (Μοράβας) της ΠΓΔΜ (Βαρδάρης) και της Ελλάδας (Αξιός). Τα βαλκανικά πρότζεκτ είναι πολλά και άλλοτε αντιπαλεύουν, άλλοτε συμπλέουν και με το κινέζικο σχέδιο one belt, one road…
5. Έχοντας υπόψιν όλα αυτά, αλλά και την προοπτική της εκμετάλλευσης των πιθανών ενεργειακών πόρων του Αιγαίου, ορίσαμε ως νέο εθνικό στοίχημα, τρεις μέρες μετά το Εurogroup, την επανιδιωτικοποίηση του χρέους επισημαίνοντας πως έχουμε δεκαπέντε χρόνια για να μετακυλήσουμε σταδιακά το χρέος στις αγορές. Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα λόγω του τεραστίου ονομαστικού και σχετικού μεγέθους του χρέους (188% του ΑΕΠ) που όμως εάν επιτευχθεί στην 15ετία να περάσει στην αγορά ένα 25-30% και με καλούς όρους, τότε όλα τα απαισιόδοξα σχέδια και οι προβολές ανατρέπονται.
Σημειωτέον ότι κατά την έκθεση της Κομισιόν, τα επιτόκια στις αγορές αναμένεται να διαμορφωθούν στο 4,1% το 2019, στο 5,4% το 2030 και μείωση στο 5,1% το 2060. Μεσοσταθμικά αναμένεται επιτόκιο στο 5,1% (περίοδος 2018 – 2060) αντί για 4,9% προηγουμένως. Αν και η τάση των επιτοκίων είναι ανοδική, εφόσον η ελληνική οικονομία αναπτυχθεί με ταχύτερους από τους προβλεπόμενους ρυθμούς, τότε μπορεί να προσδοκά σε αισθητά καλύτερη καμπύλη επιτοκίων.
Το καμπανάκι της έκθεσης Στουρνάρα
Πάντως, η έκθεση Στουρνάρα δεν είναι αρνητική. Αντίθετα, περιλαμβάνει και μία απρόσμενη και θετική προοπτική. Η συμφωνία του Εurogroup για το ελληνικό χρέος παρέχει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τη διακριτική ευχέρεια να εξετάσει τη διατήρηση της “παρέκκλισης” (waiver) για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εξασφαλίσεων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος. Αυτό σημαίνει ότι θα το θέσει στο ΔΣ της ΕΚΤ. Έτσι, επαυξάνουμε εμείς, αν προλάβουμε όπως-όπως και την πιστωτική χαλάρωση (QE) μέχρι το τέλος του χρόνου και επιπλέον, ο Ντράγκι αποφασίσει να παρατείνει το μέτρο για ομόλογα μακράς ωρίμανσης (ώστε να αυξήσει τη μέση ωρίμανση των 2,6 τρισ. ομολόγων που έχει φορτωθεί), τότε, μπορούμε ως οικονομία να ελπίζουμε σε μια νέα πρόσθετη ένεση ρευστότητας που μέχρι τώρα δεν έχει μπει στα επίσημα σενάρια.
Επίσης, στην έκθεσή του ο κ. Στουρνάρας προβαίνει σε μια συνολική θεώρηση των εξελίξεων της περιόδου 2010-2018 κάνοντας στις ακόλουθες βασικές εκτιμήσεις που αφορούν τις αγορές: Οι αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν ήταν εξαιρετικά σημαντικές, καθώς η μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή, που εξάλειψε χρόνια ελλείμματα του δημόσιου τομέα, ενώ παράλληλα, διορθώθηκαν οι εξωτερικές ανισορροπίες, βελτιώθηκε η ανταγωνιστικότητα και εισήχθησαν αξιόλογες μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία των αγορών. Οι αλλαγές που υιοθετήθηκαν από διαδοχικές κυβερνήσεις, καλύπτουν ένα ευρύ πλειοψηφικό τόξο του πολιτικού φάσματος και ψηφίστηκαν από τη Βουλή των Ελλήνων.
Όμως ο κ. Στουρνάρας προειδοποιεί και για μια νέα γενιά προβλημάτων που δημιούργησε η κρίση, αφού η διάρκεια της προσαρμογής ήταν μακρά και το κόστος πολύ υψηλό σε όρους ύφεσης, εισοδημάτων και φορολογικής επιβάρυνσης: το υψηλό δημόσιο χρέος, η υψηλή μακροχρόνια ανεργία, το επενδυτικό κενό, το μεγάλο απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων και το μεγάλο ποσοστό πληθυσμού που ωθείται κάτω από το όριο της φτώχειας είναι τα νέα προβλήματα-προκλήσεις… για τις μεταμνημονιακές κυβερνήσεις. Και είναι προφανές, συμπληρώνουμε εμείς, ότι αυτά τα ζητήματα δεν μπορούν να τα λύσουν αυτοί που τα δημιούργησαν.