Οι ταχυδιανομείς της efood και το τεκμήριο της αυτοαπασχόλησης
30/09/2021Με αφορμή τις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου Χατζηδάκη, που αφορούσαν τη νομική αντιμετώπιση του ελλείμματος εργατοδικαιικής προστασίας των εργαζομένων σε ψηφιακές πλατφόρμες, οι οποίες επέδειξαν την περίοδο της πανδημίας αυξητική δυναμική, είχα την ευκαιρία από τον φιλόξενο αυτό ιστότοπο, να διατυπώσω ορισμένες κριτικές παρατηρήσεις (18.5.2021).
Στο επίκεντρο της κριτικής αυτής βρέθηκε η, διέπουσα την όλη δικαιοπολιτική αντιμετώπιση του, εντασσόμενου στην περιβόητη Gig Economy καινοφανούς αυτού εργασιακού φαινομένου, διάταξη, η οποία, κατά παγκόσμια ίσως πρωτοτυπία, καθιέρωσε νόμιμο μαχητό τεκμήριο υπέρ των αυτοαπασχολούμενων μέσω συμβάσεων ανεξάρτητης εργασίας ή έργου, ωσάν η κατηγορία αυτή παροχής εργασίας να έχρηζε ειδικής προστασίας και όχι οι κινούμενοι στη νομική αβεβαιότητα και βιοποριστική επισφάλεια εργαζόμενοι στις πλατφόρμες!
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η νομοθετική αυτή επιλογή ευθυγραμμίζεται αντικειμενικά με την εργασιακή πολιτική των πλατφορμών, που εντάσσουν κατά κανόνα, μέσω προδιατυπωμένων γενικών όρων και τυποποιημένων συμβάσεων, τους εν λόγω εργαζόμενους στην κατηγορία των αυτοαπασχολούμενων.
Άλλωστε αποτελεί κοινό μυστικό ότι η εργασία στις ψηφιακές πλατφόρμες αποτελεί ιδιαίτερα πρόσφορο έδαφος για την ευδοκίμηση και άνθηση του φαινομένου της κρυπτομισθωτής εργασίας, όπου οι συνθήκες εργασίας συχνά δεν απέχουν πολύ από εκείνες του “άγριου” καπιταλισμού της πρωταρχικής συσσώρευσης. Δεν είναι έτσι τυχαίοι οι χαρακτηρισμοί “ψηφιακό προλεταριάτο” και “ψηφιακή δουλεία” ή “δουλοπαροικία”.
Η επίμαχη τροπολογία
Σύμφωνα με το τεκμήριο αυτό, που τελικά παρέμεινε ως είχε στο ν. 4808/2021 (άρθρο 69 παρ. 2), ο ασθενέστερος των συμβαλλομένων και ευρισκόμενος ούτως ή άλλως σε μειονεκτική δικονομική θέση εργαζόμενος οφείλει, για να το ανατρέψει, να αποδείξει ότι οι οικείες συμβάσεις αυτοαπασχόλησης είναι ψευδεπίγραφες, δηλαδή υποκρύπτουν εξαρτημένη εργασία. Αντιλαμβάνεται κανείς την μεγάλη δυσχέρεια του εγχειρήματος αυτού, που μπορεί να λάβει σισύφειο χαρακτήρα. Η ρύθμιση αυτή δεν βρίσκεται μόνο στον αντίποδα άλλων σχετικών εθνικών ρυθμίσεων, όπως π.χ. εκείνης του ισπανικού κώδικα εργασίας, που καθιέρωσε τεκμήριο μισθωτής εργασίας.
Πολύ περισσότερο, τελεί σε πλήρη δυσαρμονία με τις, ευρισκόμενες στο επίκεντρο της διεξαγόμενης σε ευρωενωσιακό επίπεδο δικαιοπολιτικής συζήτησης, προτάσεις (χαρακτηριστική είναι η περιλαμβανόμενη στο από 21.9.2021 ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου), σύμφωνα με τις οποίες το νόμιμο μαχητό τεκμήριο μισθωτής εργασίας αποτελεί ένα ευρύτερα αποδεκτό νομικό εργαλείο, ικανό να παράσχει μια στοιχειώδη εργατικοδικαιική, αλλά και κοινωνικοασφαλιστική προστασία, στην ιδιαιτέρως ευάλωτη και χρήζουσα ιδιαίτερης νομικής αντιμετώπισης κατηγορία των εργαζομένων στις ψηφιακές πλατφόρμες.
Σημειωτέον ότι και στη χώρα μας είχαν ήδη προ διετίας διατυπωθεί ανάλογες προτάσεις (βλ. Τραυλού Τζανετάτου, “Το εργατικό δίκαιο στην τέταρτη βιομηχανική επανάσταση”, 2019, σ. 36 επ.). Πολλώ μάλλον όταν η νομοθετική αυτή επιλογή είχε προ πολλού υιοθετηθεί από το ελληνικό εργατικό δίκαιο (άρθρο 1 παρ. 1 ν. 3846/2010). Εξάλλου, στη θέση αυτή αξίζει να σημειωθεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ήδη στις 16.01.2021, είχε καταθέσει στη Βουλή τροπολογία- προσθήκη για την κατοχύρωση των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων σε ψηφιακές πλατφόρμες στον τομέα εστίασης και διανομής.
Κεντρική θέση στην τροπολογία εκείνη κατείχε η πρόβλεψη, υπό διαζευκτικά ισχύουσες προϋποθέσεις, μαχητού τεκμηρίου υπέρ της μισθωτής εργασίας. Είναι δε απορίας άξιο το γεγονός ότι μια νέα σχετική τροπολογία, που κατατέθηκε στη Βουλή μετά τις εξελίξεις στη efood, δεν αξιοποίησε την προηγηθείσα, καλά επεξεργασμένη νομοτεχνικά ρύθμιση, η οποία ευθυγραμμίζεται με το ισπανικό παράδειγμα. Αντ’ αυτού, υιοθέτησε μια ρύθμιση, η οποία υποχρεώνει την διαχειριζόμενη την ψηφιακή πλατφόρμα εταιρεία να απασχολεί ως ταχυδιανομείς αποκλειστικά μισθωτούς.
Ενίσχυση των πρακτικών ψευτοαπασχόλησης
Εκ πρώτης όψεως η ρύθμιση αυτή φαίνεται να λύνει οριστικά το κρίσιμο ζήτημα του νομικού χαρακτηρισμού των επίμαχων σχέσεων παροχής εργασίας, παρέχοντας πλήρη και σταθερή εργατικοδικαιική και κοινωνικοασφαλιστική προστασία. Ωστόσο, ο δραστικός αυτός περιορισμός της συμβατικής ελευθερίας της εταιρείας θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα συνταγματικότητας (άρθρο 5 παρ. 1 Σ).
Είναι δε γνωστό ότι διατάξεις που υποχρεώνουν τον εργοδότη να επιλέξει αναγκαστικά ως συμβατικό τύπο την εξαρτημένη εργασία (αναγκαστική σύμβαση εργασίας) προβλέπονται όλως εξαιρετικά για σοβαρούς λόγους δημόσιου συμφέροντος και αφορούν ειδικές, ιδιαζόντως ευπαθείς και χρήζουσες ειδικής προστασίας κατηγορίες εργαζομένων (π.χ. πολυτέκνων, αναπήρων, αντιστασιακών, τραυματιών πολέμου βλ. ν. 2643/1998).
Πέραν όμως τούτου, η υιοθέτηση του μοντέλου αυτού προστασίας των εργαζομένων στις ψηφιακές πλατφόρμες βρίσκεται εκτός του επικρατούντος δικαιοπολιτικού κλίματος, τόσο στην ΕΕ, όσο και σε κράτη-μέλη της, ακόμα και σε χώρες στις οποίες κυβερνούν “προοδευτικοί συνασπισμοί” (Ισπανία, Πορτογαλία). Τούτο δε καθώς η παρατηρούμενη ευρύτερα στην Ευρώπη συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και οι απορρυθμιστικές της εργασίας πολιτικές δεν επιτρέπουν την απαιτούμενη διεύρυνση της έννοιας του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, η οποία ενδεχομένως θα επέτρεπε μια τέτοια υποχρέωση.
Κατόπιν αυτών, από τη στιγμή που το τεκμήριο αυτοαπασχόλησης περιλήφθηκε αυτουσίως στο ν. 4808/2021 (άρθρο 69 παρ. 2), αποτελούσε απλώς ζήτημα προγραμματισμού και επιλογής του χρόνου αξιοποίησής του από τις δραστηριοποιούμενες στη χώρα πολυεθνικές επιχειρήσεις ταχυδιανομής μέσω ψηφιακών πλατφορμών. Τούτο δε καθώς η επίμαχη ρύθμιση δεν προσέφερε μόνο στις υφιστάμενες ή κυοφορούμενες πρακτικές ψευδοαυτοαπασχόλησης ένα ισχυρό νομοθετικό έρεισμα. Πολύ περισσότερο, λειτούργησε ως μηχανισμός ενίσχυσης και επιτάχυνσης των σχετικών πρακτικών.
Τι κυριάρχησε στην σύγκρουση
Καθώς ο υπουργός Εργασίας υπήρξε προφανώς γνώστης των πρακτικών αυτών, αντί να προσπαθεί ματαίως να “απενοχοποιήσει” την επίμαχη ρύθμιση, αποδίδοντας αποκλειστικά στην “αθέμιτη πρακτική” της εταιρείας την, τελούσα υπό τη δαμόκλειο σπάθη της απόλυσης, βίαιη μετατροπή υφισταμένων συμβάσεων εργασίας σε συμβάσεις ανεξαρτήτων υπηρεσιών, όφειλε, ακριβώς για να αποτρέψει ή να αποθαρρύνει τέτοιες πρακτικές, να ανακρούσει πρύμναν και, προσαρμοζόμενος στις τρέχουσες δικαιοπολιτικές εξελίξεις στην ΕΕ και τα κράτη-μέλη, να επιλέξει το τεκμήριο μισθωτής εργασίας.
Εκείνο που κυριάρχησε στην όλη εξέλιξη της σύγκρουσης μεταξύ efood και ταχυδιανομέων, χρήζει ιδιαίτερης υπογράμμισης και αποκαλύπτει την αξία της συλλογικής συσπείρωσης και δράσης, είναι η πλήρης αναδίπλωση της efood και ο εξαναγκασμός της να υιοθετήσει ως βασικό συμβατικό τύπο στις επίμαχες σχέσεις παροχής εργασίας των ταχυδιανομέων τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και μάλιστα αορίστου χρόνου.
Είναι πράγματι εντυπωσιακή η ταξική ωριμότητα, αυτογνωσία και αυτοσυνειδησία, καθώς και το αγωνιστικό φρόνημα των ταχυδιανομέων, αλλά και η ευρύτερη συνδικαλιστική συμπαράσταση. Τέλος, πρέπει να εξαρθεί ιδιαιτέρως η αποφασιστική συμβολή στην περιφανή αυτή νίκη του κύματος αλληλεγγύης των χρηστών-πελατών της efood.