Ολοταχώς για ρυθμιστής στα ενεργειακά η Τουρκία
17/07/2020Η ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας την περασμένη δεκαετία (μέσος ετήσιος ρυθμός 5%), οδήγησε σε μια έντονα αυξανόμενη ζήτηση ενέργειας μέχρι το 2017. Η πρωτογενής κατανάλωση ενέργειας το 2018 περιλάμβανε 29,2% πετρέλαιο, 28,6% φυσικό αέριο και 28% άνθρακα. Οι κύριοι προμηθευτές της Τουρκίας σε φυσικό αέριο ήταν για το 2017 η Ρωσία (51%), το Ιράν (16%) και το Αζερμπαϊτζάν (11%) ενώ σε αργό πετρέλαιο το Ιράν (44%), το Ιράκ (27%), η Ρωσία (7%) και η Σαουδική Αραβία (7%).
Τα αντίστοιχα ποσοστά εισαγωγών για αργό και προϊόντα πετρελαίου συνολικά ήταν Ιράν (26%), Ρωσία (18%) και Ιράκ (16%). Η εξάρτησή της σε φυσικό αέριο την ίδια χρονιά άγγιζε το 99,7% και σε πετρέλαιο το 93,6%. Για την κάλυψη των συνολικών ενεργειακών αναγκών της εξαρτάται από εισαγωγές σε ποσοστό 75%.
Οι μειούμενοι ρυθμοί ανάπτυξης (1% το 2019) και οι αυξημένες τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού αποτυπώθηκαν στην μείωση της ενεργειακής ζήτησης από το 2018 και μετά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την μείωση της ζήτησης για φυσικό αέριο (ηλεκτροπαραγωγή) και της πτώσης των εισαγωγών από 55 το 2017 σε 50,3 το 2018 και 45,2 δισ. κυβικά μέτρα το 2019 (48% το 2018 και 34% το 2019 από Ρωσία).
Τελικά, μέσα στο 2020, το Αζερμπαϊτζάν καταλαμβάνει ως τον Μάρτιο το 49,4% των εισαγωγών μέσω αγωγού, το Ιράν το 29,8% και η Ρωσία το 20,8%. Ταυτόχρονα, αυξήθηκε η χρήση του άνθρακα (33% την τετραετία 2015-2018) με περαιτέρω ανάπτυξη εγχώριων πηγών, φτάνοντας το 2018 να παρέχει το 37,3% της ακαθάριστης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ρωσία είναι ο δεύτερος προμηθευτής της χώρας σε άνθρακα (40%), μετά την Κολομβία.
Το 2018 οι εισαγωγές αργού και προϊόντων πετρελαίου από την Ρωσία ανήλθαν σε 25,2% και εκτοξεύτηκαν σε 46,4% τον Νοέμβριο του 2019, κυρίως λόγω της επιβολής κυρώσεων στο Ιράν από τις ΗΠΑ, η οποία προκάλεσε την εκμηδένιση των ιρανικών εξαγωγών. Η Τουρκία, ενώ αντέδρασε αρχικά, αναγκάστηκε να συμμορφωθεί λόγω των πολλαπλών ανοικτών μετώπων της με την Δύση. Παρόλο που η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε ύφεση, οι εισαγωγές πετρελαίου συνεχώς αυξάνονται και τον Ιανουάριο του 2020 (άνοδος 12,7% από 1/2019) προήλθαν κυρίως από το Ιράκ (27%), την Ρωσία (18,6%) και το Καζακστάν (15,4%).
Ακόμη, λόγω της μείωσης των τιμών του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), η Τουρκία αύξησε τις εισαγωγές και εκτιμάται ότι το 1/3 του εισαγόμενου φυσικού αερίου για το 2020 θα είναι LNG, με κύριους προμηθευτές τις Αλγερία, Νιγηρία, ΗΠΑ (τετραπλασιασμός μεριδίου LNG το 2019), Αίγυπτο και Καμερούν. Η Ρωσία είναι, βάσει στοιχείων του 2018, η τρίτη εξαγωγός χώρα εμπορευμάτων προς την Τουρκία (7,9%), μετά την Γερμανία (11%) και την Κίνα (9,5%), ενώ οι δαπάνες των εισαγωγών ενεργειακών προϊόντων ανήλθαν στο 20% επί του συνόλου το 2019. Η υψηλή ενεργειακή εξάρτηση από την Ρωσία προβληματίζει έντονα την Τουρκία και γι’ αυτό προσπαθεί να την εξομαλύνει με κάθε τρόπο.
Θέση, υποδομές και στόχοι της ενεργειακής πολιτικής
Η γεωγραφική της θέση κοντά στο 70% και πλέον των αποδεδειγμένων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθιστά την Τουρκία κεντρικό διαμετακομιστικό κόμβο για την μεταφορά υδρογονανθράκων από την Μέση Ανατολή, την Ρωσία και την Κασπία στις δυτικές αγορές. Από τα στενά Βοσπόρου-Δαρδανελίων και τον τερματικό σταθμό πετρελαίου του Ceyhan διακινούνται περίπου 4 εκατομμύρια βαρέλια/ημέρα αργού και προϊόντων πετρελαίου.
Ο Νότιος Διάδρομος Αερίου που σχηματίζει το δίκτυο των αγωγών BTE-TANAP-TAP και θα μεταφέρει αζέρικο αέριο από τα κοιτάσματα του Shah Deniz, θα έχει —μετά την ολοκλήρωση των έργων— χωρητικότητα 27 δισ. κυβικών μέτρων/έτος, τα οποία θα οδηγούνται στην τουρκική και ευρωπαϊκή αγορά, ενισχύοντας την ασφάλεια εφοδιασμού Τουρκίας και ΕΕ.
Αγωγοί μεταφοράς αργού πετρελαίου (Iraq-Turkey Crude Oil Pipeline, Baku-Tbilisi-Ceyhan Crude Oil Pipeline—BTC), αγωγοί μεταφοράς φυσικού αερίου (Baku-Tbilisi-Erzurum Natural Gas Pipeline—BTE, Turkey-Greece Interconnector—ITG, Blue Stream Natural Gas Pipeline, Iran–Turkey Natural Gas Pipeline, Trans-Anatolian Natural Gas Pipeline Project—TANAP, TurkStream Natural Gas Pipeline και Russian-Turkey Natural Gas Pipeline—West Line), εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου (TPAQ Silivri, Botas Tuz Golu, Calık Tuz Golu, Toren Tarsus, Botas Marmara Ereglisi και EgeGaz Aliaga), 4 τερματικοί σταθμοί LNG (Marmara Ereglisi, Aliaga-Izmir, Aliaga-Etki και Dortyol-Hatay) με την λειτουργία δύο πλωτών σταθμών LNG (FSRU), ένα ακόμα τερματικό υπό κατασκευή στον Κόλπο Saros και ο μελλοντικός πυρηνικός σταθμός στο Akkuyu, συνθέτουν το σημαντικό και συνεχώς επεκτεινόμενο ενεργειακό δίκτυο της χώρας.
Λόγω της αύξησης της ενεργειακής ζήτησης, του αναδυόμενου ρόλου του φυσικού αερίου και της υψηλής ενεργειακής εξάρτησης από τις εισαγωγές, η Τουρκία έθεσε ξεκάθαρους στόχους. Βασικοί άξονες της ενεργειακής της πολιτικής είναι η διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού, κυρίως μέσω της διαφοροποίησης πηγών, προμηθευτών και διόδων εφοδιασμού, η προώθηση της έρευνας, ανάπτυξης και παραγωγής από εγχώριες πηγές, η απελευθέρωση και δημιουργία διαφανούς και ανταγωνιστικής αγοράς ενέργειας και η ανάδειξη της χώρας σε κρίσιμο εμπορικό και αποθηκευτικό κόμβο φυσικού αερίου στην περιοχή.
Τα οφέλη από την επίτευξη του τελευταίου στόχου θα είναι π.χ. η ενεργειακή ασφάλεια, η σταθεροποίηση των τιμών μέσω της αποσύνδεσης της τιμολόγησης από τις τιμές του πετρελαίου, τα έσοδα από τα τέλη διέλευσης και τις χρηματοπιστωτικές και υλικές υπηρεσίες που θα συμβάλουν στην προώθηση της Τουρκίας ανάμεσα στις 10 οικονομικά ισχυρότερες χώρες —βασικό στόχο της τουρκικής πολιτικής—, η εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων μέσω της πρόσδεσης σε ένα καύσιμο αυξανόμενης σημασίας (σχιστολιθική επανάσταση), η αντιστάθμιση της ρευστής φύσης των ΑΠΕ και η ενίσχυση των προοπτικών ανάπτυξης εγχώριων πηγών.
Εξωτερική πολιτική και υδρογονάνθρακες στην Μεσόγειο
Η δράση του γεωπολιτικού παράγοντα της ενέργειας πιστοποιεί την ασθενή επιρροή της Τουρκίας, στο σύμπλοκο της Ανατολικής Μεσογείου. Έτσι, αυτή προσπαθεί να αποκτήσει την κυριότητα μέρους των κοιτασμάτων που βρίσκονται στις ΑΟΖ Ελλάδος-Κύπρου, μέσω της προβολής ισχύος στην ευρύτερη περιοχή και της παραχώρησης αδειών για έρευνες στην κρατική TPAO.
Η ιδιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων, ο έλεγχος μελλοντικών και υπαρχόντων υποδομών και των αγωγών μεταφοράς υδρογονανθράκων (Medgaz, Trans-Mediterranean, Maghreb-Europe και GreenStream) από την Βόρεια Αφρική προς την Ευρώπη, μέσω της επιρροής που προσπαθεί να ασκήσει σε Λιβύη, Αλγερία και Τυνησία, θα αναβαθμίσουν γεωπολιτικά την Τουρκία.
Με τον τρόπο αυτό θα μειώσει περαιτέρω την εξάρτησή της από την Ρωσία, την ίδια ώρα που εκείνη προσπαθεί να διευρύνει τον ενεργειακό της ρόλο με συμφωνίες των κρατικών Gazprom, Lukoil, Rosneft κ.λπ. σε Αλγερία, Λιβύη, Αίγυπτο και ευρύτερα στην Αφρική. Η Τουρκία θα ενισχύσει έτσι την ενεργειακή και εθνική της ασφάλεια ενώ παράλληλα, ελέγχοντας τις ροές ενέργειας προς την Ευρώπη, θα αυξήσει την ενεργειακή και πολιτική εξάρτηση της ΕΕ από την ίδια, συντηρώντας εν μέρει και την ευρωπαϊκή εξάρτηση από την Ρωσία.
Η φιλοδοξία της να γίνει εμπορικός κόμβος ενισχύεται από αυτές τις εξελίξεις, επικυρώνοντας ταυτόχρονα και τις γεωστρατηγικές της επιδιώξεις. Όπως αναφέρει ο Αχμέτ Νταβούτογλου στο “Στρατηγικό Βάθος”: «η Τουρκία οφείλει να επαναπροσδιορίσει τη διεθνή θέση της και με αφετηρία αυτή να συντονίσει εκ νέου τις πολιτισμικές, γεωγραφικές, οικονομικές, πολιτικές και στρατηγικές παραμέτρους».
Η διεθνής θέση που επελέγη από την πολιτική της ηγεσία είναι ηγεμονική. Η Τουρκία θέλει να κυριαρχήσει και κάθε της ενέργεια συγκλίνει προς αυτό. Είναι πρόδηλο ότι δεν σκοπεύει να παρεκκλίνει ούτε κατ’ ελάχιστο για καμία συνεργασία και ισότιμη σχέση. Είναι στη λογική “όλα ή τίποτα”. Και τούτο, η Ελλάδα και η Κύπρος οφείλουν να το λάβουν σοβαρά υπόψη.