ΘΕΜΑ

Πανικός στις κερδοσκοπικές αγορές στο γιέν

Πανικός στις κερδοσκοπικές αγορές στο γιέν, Γιώργος Ηλιόπουλος

Στα τέλη Ιουλίου η κίνηση της Κεντρικής Τράπεζας Ιαπωνίας να αυξήσει τα επιτόκιά της για πρώτη φορά από το 2007, προκαλεί τραυματικό κραδασμό στις αγορές, κατακρημνίζοντας τον χώρο των κερδοσκοπικών συναλλαγών (carry trade) στο γιεν. Παράλληλα, τα απογοητευτικά νέα από τον τομέα των θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ και η αδυναμία περαιτέρω αποκλιμάκωσης του αμερικανικού πληθωρισμού, εντείνουν τις φοβίες για επικείμενη είσοδο σε ύφεση της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου.

Η Κεντρική Τράπεζα Ιαπωνίας δεν αξιοποιεί την ευκαιρία που της δίδεται από το πρώτο τρίμηνο του 2024 να τερματίσει το καθεστώς Πιστωτικής Επέκτασης, εξορθολογίζοντας παράλληλα τα επιτόκιά της. Από τον Απρίλιο του 2023, ο νέος κεντρικός τραπεζίτης στο Τόκυο, Kazuo Ueda, απεμπολεί κάθε ευκαιρία που του προσφέρεται για να στραφεί σε μία λιγότερο accommodative νομισματική πολιτική. Όμως, η ιαπωνική οικονομία εμφανίζει στο πρώτο τρίμηνο του 2024 (σε ετησιοποιημένη βάση) ύφεση της τάξης του -2,9%, με την αύξηση του πληθωρισμού να υπερβαίνει την αντίστοιχη των μισθών. Παράλληλα πριν από την πρόσφατη ανάκαμψή του, το γιέν υποχωρεί κατά 15% από τις αρχές του έτους έναντι του δολαρίου, προβληματίζοντας σοβαρά τις αγορές.

Οι εξελίξεις πιέζουν τις ασιατικές οικονομίες να υποτιμήσουν τα νομίσματά τους, ενδεχόμενο που εάν υλοποιηθεί θα φέρει την Ασία στο επίκεντρο της προσοχής πριν από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, επηρεάζοντας αρνητικά τις ΗΠΑ. Η Κεντρική Τράπεζα Ιαπωνίας ίσως διαπράξει σοβαρά σφάλματα σε δύο κατευθύνσεις: Εάν κινηθεί βεβιασμένα προς την κατεύθυνση περιοριστικής νομισματικής πολιτικής θα εξωθήσει την οικονομία σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση, προκαλώντας αναταραχή στις αγορές με την απότομη άνοδο των ισοτιμιών του γιέν. Εάν πάλι καθυστερήσει, η οικονομία της χώρας θα βυθισθεί ακόμα περισσότερο στην κινούμενη άμμο της Πιστωτικής Επέκτασης, δυσχεραίνοντας υπερβολικά την έξοδό της από το τέλμα.

Η Ιαπωνία αποδεικνύεται πως αποτελεί τον γεννήτορα του νομισματικού παραλογισμού του νέου αιώνα, από την στιγμή που ενώ η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ υιοθετεί την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων και της Πιστωτικής Επέκτασης το 2008, η ιαπωνική ομόλογός της εφαρμόζει μηδενικά επιτόκια από το 1999 και επιβάλλει καθεστώς Πιστωτικής Επέκτασης από το 2001. Επί δύο και πλέον δεκαετίες η Κεντρική Τράπεζα Ιαπωνίας εθνικοποιεί σε αργή κίνηση το ιαπωνικό χρηματοοικονομικό σύστημα, κατέχοντας στην τρέχουσα περίοδο ποσοστό ανώτερο του 50% των τίτλων του δημοσίου και αποτελώντας τον μεγαλύτερο αναλογικά μέτοχο των εταιρειών του ιαπωνικού χρηματιστηρίου σε διεθνές επίπεδο.

Κερδοσκοπικές συναλλαγές στο γιέν

Η συγκεκριμένη σχεδόν ανέφελη εξέλιξη αντιμετωπίζει όμως τα πρώτα προβλήματα, όταν εμφανίζεται κατά την περίοδο 2020-2021 το τέρας του πληθωρισμού, με την Κεντρική Τράπεζα Ιαπωνίας να αρνείται να λάβει μέτρα εναντίον του. Αντίθετα, η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από τις αρχές έως τα μέσα του 2022, προχωρούν σε αυξήσεις επιτοκίων και μειώνουν τα στοιχεία των ισολογισμών τους που αφορούν κυρίως τις θέσεις τους σε τίτλους του δημοσίου. Τελικά και η Κεντρική Τράπεζα Ιαπωνίας υιοθετεί περιοριστική πολιτική το 2023, αλλά η πρώτη αύξηση επιτοκίων πραγματοποιείται με την λήξη του Ιουλίου του 2024, με οπωσδήποτε υπερβολική καθυστέρηση.

Το γιέν διανύει μία φάση σχεδόν ελεύθερης πτώσης επί μία σχεδόν τετραετία, κυρίως λόγω της άρνησης της Κεντρικής Τράπεζας Ιαπωνίας να εφαρμόσει περιοριστική νομισματική πολιτική, όταν οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο αυξάνουν τα επιτόκια και συμπιέζουν την ρευστότητα. Τελικά καταλήγει –πριν από την απόφαση για αύξηση των επιτοκίων– στα χαμηλότερα επίπεδα από τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Όμως, η αύξηση των επιτοκίων προκαλεί ταυτόχρονα μία απότομη ανατίμηση του γιέν, πυροδοτώντας εκρηκτικούς κραδασμούς στις αγορές.

Το φαινόμενο απορρέει από το γεγονός ότι χαρακτηρίζεται συστημικό, επειδή ο χώρος των κερδοσκοπικών συναλλαγών (carry trade) με βάση το γιέν αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους των αγορών. Οι συγκεκριμένες συναλλαγές βασίζονται στο πλεονέκτημα του δανεισμού κάποιου (νομικού ή φυσικού προσώπου) με εξαιρετικά χαμηλό επιτόκιο για να επενδύει σε άλλα στοιχεία με σαφέστατα μεγαλύτερο όφελος. Η διαφορά των αμερικανικών και των ιαπωνικών επιτοκίων, με τα πρώτα να παραμένουν σε υψηλότερα επίπεδα, διευκολύνει κερδοσκοπικές συναλλαγές (Carry Trade) με μοχλό τις διαφορές τους και μάλιστα χωρίς κινδύνους.

Οι παίκτες δανείζονται στο ιαπωνικό νόμισμα με χαμηλότερο επιτόκιο και κατόπιν προχωρούν στην πώλησή του για να αγοράσουν δολάρια που αποφέρουν υψηλότερο επιτόκιο και να καρπωθούν την διαφορά (Arbitrage). Από την στιγμή που το γιέν επί μία και πλέον εικοσαετία κινείται με μηδενικές ή σχεδόν μηδενικές αποδόσεις, θεσμικοί επενδυτές και αμοιβαία κεφάλαια δανείζονται εκατοντάδες δισ. δολάρια αποτιμημένα σε Γιέν με ανύπαρκτο ή σχεδόν ανύπαρκτο κόστος, για να επενδύσουν σε διάφορα χρηματιστηριακά προϊόντα με εξαιρετικά υψηλούς συντελεστές μόχλευσης.

Η μόχλευση λειτουργεί αμφίδρομα

Το πρόβλημα στην συγκεκριμένη περίπτωση πηγάζει από το γεγονός ότι η μόχλευση λειτουργεί μεν θετικά, αποφέροντας μεγάλα κέρδη, αλλά και εξίσου αρνητικά, προκαλώντας δυσανάλογα  μεγάλες ζημίες. Εάν λόγου χάρη υποτεθεί πως κάποιος κατέχει 1.000.000 δολάρια και με συντελεστή μόχλευσης ίσο με 10, δανείζεται με αποτίμηση σε γιέν και επιτόκιο 0,1%,  10.000.000 δολάρια, τότε το ετήσιο κόστος του δανεισμού του ανέρχεται σε 10.000 δολάρια. Από την άλλη πλευρά, όμως, εάν το συνολικό κεφάλαιο που ανέρχεται πλέον σε 11.000.000 δολάρια τοποθετηθεί σε μετοχές και αποφέρει 10% κέρδη, τότε το όφελος ανέρχεται σε 1.100.000 δολάρια, δηλαδή ο επενδυτής έχει υπερδιπλασιάσει το αρχικό του κεφάλαιο χάρη στην μόχλευση.

Όμως η συγκεκριμένη διαδικασία λειτουργεί και αντίστροφα, εάν μεσολαβήσουν κάποιοι αρνητικοί παράγοντες για την τοποθέτηση του επενδυτή. Μετά την αύξηση των επιτοκίων της Κεντρικής Τράπεζας Ιαπωνίας από το 0,1% στο 0,25%, το γιέν ανατιμάται απότομα κατά 12%, ανατινάζοντας στην κυριολεξία θέσεις αξίας εκατοντάδων δισ. δολαρίων στον χώρο των κερδοσκοπικών συναλλαγών (carry trade). Η αιφνίδια εξέλιξη υποχρεώνει μία στρατιά επενδυτών σε ρευστοποιήσεις πανικού, δεδομένο που απεικονίζεται στην απότομη κατάρρευση τιμών μετοχών εξαιρετικά κερδοφόρων ομίλων, όπως της APPLE ή της NVIDIA, που με βάση άλλες συνθήκες, οι πωλήσεις των μετοχών τους αποτελούν παραλογισμό.

Αμέσως μετά τις καταρρεύσεις, ο υποδιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Ιαπωνίας, Shinichi Uchida, διαβεβαιώνει πως η Κεντρική Τράπεζα δεν πρόκειται να προχωρήσει σε άλλες αυξήσεις επιτοκίων σε περιβάλλον αστάθειας των αγορών. Εμμέσως πλην σαφώς, ο Uchida εννοεί πάντως πως ελπίζει το πάθημα των επενδυτών να τους γίνει μάθημα. Το ερώτημα που ταλανίζει πάντως τις αγορές εστιάζεται στο εάν και κατά πόσον υπάρχει στον ορίζοντα το ενδεχόμενο μίας νέας αιφνίδιας διόρθωσης, ή εάν η κίνηση της Κεντρικής Τράπεζας Ιαπωνίας αποτελεί την αφορμή για την είσοδο των αγορών σε καθοδική τροχιά.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx