Πίσω από τη βιτρίνα
05/09/2017του Ανδρέα Θεοφάνους –
Η Κύπρος σιγά-σιγά εισέρχεται σε προεκλογική περίοδο και εκτός από το εθνικό θέμα, στο κέντρο της αντιπαράθεσης θα βρεθεί και το ζήτημα της οικονομίας. Η κυβέρνηση Αναστασιάδη ισχυρίζεται ότι η κρίση έχει ξεπερασθεί και ότι ήδη υπάρχουν «ψηλοί ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης». Το αφήγημά της υπογραμμίζει, επίσης, ότι η κυβέρνηση παρέλαβε «καμμένη γη», μια οικονομία υπό κατάρρευση, και σήμερα η οικονομία έχει ορθοποδήσει και ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία.
Στην αντίπερα όχθη, η αντιπολίτευση, η οποία δεν είναι ενωμένη, δεν έχει επεξεργασμένο αφήγημα για τα οικονομικά. Προβάλλει αποσπασματικά την ανεργία, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, την αυξημένη ανισότητα, την ανασφάλεια και ούτω καθ’ εξής. Ποια είναι η πραγματικότητα; Ας αρχίσουμε με τη διευκρίνιση ότι όταν γίνεται λόγος για «3,3% ανάπτυξη» εννοείται οικονομική μεγέθυνση, Οι δύο όροι δεν είναι συνώνυμοι.
Ανάπτυξη χωρίς ισονομία
Ανάπτυξη δεν είναι μόνο η αύξηση του ΑΕΠ. Αφορά, επίσης, σε πολλές άλλες διαστάσεις του κοινωνικοοικονομικού βίου. Στην περίπτωση που το ΑΕΠ αυξάνεται αλλά μεγαλώνει ταυτόχρονα και η ανισότητα τότε δεν μπορούμε να μιλούμε για ανάπτυξη. Είναι επίσης σημαντικό να αξιολογούμε το μέγεθος της φτώχειας, των κοινωνικών αποκλεισμών και κατά πόσον υπάρχει κινητικότητα στην οικονομία και την κοινωνία. Εξετάζεται, επίσης, ο βαθμός της κοινωνικής συνοχής. Συναφές με το ζήτημα αυτό είναι κατά πόσο υπάρχει ισονομία και ισοπολιτεία.
Η έννοια της ανάπτυξης εμπερικλείει ακόμα το επίπεδο μόρφωσης, πνευματικής καλλιέργειας, κριτικής σκέψης, σεβασμού προς τον κάθε συμπολίτη, τους νόμους, τους θεσμούς, το περιβάλλον και ούτω καθ’ εξής. Αξιολογεί, επίσης, αξίες όπως η αξιοκρατία και η αλληλεγγύη και κατά πόσον υπάρχουν ίσες ευκαιρίες.
Στην Κύπρο υπάρχουν σοβαρά ελλείμματα σε αρκετές διαστάσεις του όρου ανάπτυξη, οι οποίες έχουν επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια. Στον τομέα της εκπαίδευσης, παρά τις ψηλές δαπάνες, τα αποτελέσματα δεν είναι τα επιθυμητά. Ο τομέας της έρευνας είναι παραμελημένος. Επικρατεί, επίσης, έντονος ανταγωνισμός και πολλές φορές σε εργασιακούς χώρους υφίστανται αυθαιρεσία και καταπιεστικές συμπεριφορές.
Ορισμένα από αυτά τα δεδομένα σχετίζονται με την οικονομική κρίση, οι συνέπειες της οποίας δεν έχουν ξεπερασθεί. Ούτε μπορούμε να αγνοήσουμε τη διαπλοκή, τη διαφθορά, καθώς και τις πελατειακές σχέσεις. Τα γεγονότα που έλαβαν χώρα σε σχέση με τον τραπεζικό τομέα, περιλαμβανομένου και του γεγονότος ότι οι τράπεζες ανήκουν σήμερα εν πολλοίς σε ξένα χέρια, αποτελούν αρνητική εξέλιξη για την ανάπτυξη.
Έλλειψη κοινού οράματος
Εάν λάβουμε υπ’ όψιν όλα τα δεδομένα μπορεί να συναχθεί ότι μετά τη μεγάλη κρίση η Κύπρος παρουσίασε μια σταθεροποίηση σε χαμηλά επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας. Είναι ακριβές ότι τους τελευταίους μήνες παρουσιάζονται θετικοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης. Το τίμημα, όμως, της πολιτικής που έχει ακολουθηθεί είναι πολύ ψηλό.
Έχει αυξηθεί το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Ταυτόχρονα, η μεσαία τάξη εξακολουθεί να συρρικνώνεται. Χιλιάδες νέοι αναζητούν ευκαιρίες σε άλλες χώρες, καθώς η κυπριακή οικονομία δεν μπορεί να τους απορροφήσει. Αυτό αποτελεί μια πολύ αρνητική εξέλιξη με μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες σε διάφορα επίπεδα.
Συμπερασματικά, παρά το γεγονός ότι τους τελευταίους μήνες η κυπριακή οικονομία παρουσιάζει θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, δεν μπορούμε να μιλούμε για ανάπτυξη. Τεσσεράμισι χρόνια μετά την κατάρρευση, η Κύπρος δεν έχει ένα νέο ολοκληρωμένο οικονομικό υπόδειγμα.
Ούτως ή άλλως, η προώθηση ενός αναπτυξιακού οράματος θα πρέπει να αποτελεί υψίστη προτεραιότητα για κάθε κοινωνία. Θα ήταν εφικτό να προωθηθεί σήμερα στην Κύπρο εάν υπήρχε ένας ευρύτερος συνασπισμός κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων με κοινό όραμα. Δυστυχώς η προϋπόθεση αυτή δεν υφίσταται σήμερα.