Πληθωρισμός Ιουλίου: Επιστροφή στο φλογισμένο 2023!
12/08/2025
Και το αύριον, ως συνήθως, ουκ έσσετ΄ άμεινον, καθώς η ακρίβεια επελαύνει ξανά αγριότερα, καθώς, αντί αντίστασης και περιορισμού των γνωστών από τους οικονομικούς νόμους αιτίων στην πηγή που την προκαλούν, η κυβερνητική πολιτική του «θεαθήναι» και των «κεκονιαμένων τάφων» της οικονομίας συνεχίζεται ως σύμμαχος, αναλώμασι του εισοδήματος και ευημερίας του ελληνικού νοικοκυριού.
Με τον εθνικό και εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή να σπάνε το «Καλάθι του Νοικοκυριού», να γκρεμίζουν συνεχώς τη στέγη από το βάρος των ενοικίων, της επισκευής και της ηλεκτροδότησης και να στέλνουν τους νοικοκύρηδες και τις νοικοκυρές στις μοδίστρες και τους τσαγκάρηδες για επισκευές παλαιών ειδών ένδυσης και υπόδησης, η ακρίβεια τον περασμένο Ιούλιο επέστρεψε ολοταχώς στο φλογισμένο και καμένο 2023, καταρρίπτοντας όλα τα αρνητικά ρεκόρ σε πληθωρισμό.
Κατ’ αρχάς, όπως προκύπτει από τα τελευταία στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, ο εθνικός πληθωρισμός με σκορ 3,1% «αγκάλιασε» το ίδιο (3,1%) του Απριλίου 2024, ενώ ο εναρμονισμένος το αντίστοιχο (3,7%) του Δεκεμβρίου 2023, μέσα σε ένα πυρακτωμένο υπόβαθρο που προοιωνίζεται ακόμα χειρότερες ημέρες, αν η κυβέρνηση από αδυναμία ή ανικανότητα ή σκοπιμότητα (αύξηση του ΑΕΠ, αύξηση εσόδων από ΦΠΑ κι άλλα αλλήθωρα τερτίπια!) δεν αρθεί στο ύψος των κρίσιμων περιστάσεων και προωθήσει τις πραγματικές κι όχι τις μυθώδεις μεταρρυθμίσεις, που οδηγούν στον αναγκαίο μετασχηματισμό της οικονομίας και αναστρέφουν την ταχεία πορεία της προς τον γκρεμό.
Δεν χρειάζονται πολλά λόγια για την επίρρωση των παραπάνω μελαγχολικών διαπιστώσεων. Προς διευκόλυνση των αναγνωστών του SLpress κατάρτισα, ύστερα από επεξεργασία στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, τους δύο παρατιθέμενους πίνακες, από την εξέταση των οποίων παραθέτω εν τάχει τις κυριότερες διαπιστώσεις…
Ακόμα χαμηλότερα ο εθνικός πληθωρισμός από τον εναρμονισμένο!
Πρώτον, συνεχίζεται να διευρύνεται η διαφορά μεταξύ εθνικού και εναρμονισμένου πληθωρισμού, με 0,6% χαμηλότερο, ως συνήθως, τον πρώτο, έναντι 0,5% τον περασμένο Ιούνιο! Δεύτερον, «σεσαθρωμένον» το «Καλάθι του Νοικοκυριού»: Η εμφανιζόμενη από την ΕΛΣΤΑΤ μεταβολή του πληθωρισμού κατά 2,8% στα είδη διατροφής είναι «λαδωμένη» (μείον 0,31 μονάδες από τη μείωση της τιμής του ελαιολάδου), η οποία, ωστόσο, δεν μπόρεσε να εξαλείψει την επιβάρυνση του «καλαθιού» κατά 0,8 μονάδες μόνο σχεδόν από τα κρέατα και τα φρούτα (βλέπε πίνακα 2). Σημειώνεται ότι τον αντίστοιχο μήνα του 2024 σε σύγκριση με το 2023, το «καλάθι» επιβαρύνθηκε μόνο κατά 0,54 μονάδες, παρά την επιβάρυνσή του από το ελαιόλαδο κατά 0,47 μονάδες!
Τρίτον, το τριπλό χτύπημα στη στέγη του ελληνικού νοικοκυριού συνεχίστηκε και τον Ιούλιο, καθώς μετά τα ενοίκια (αύξηση κατά 11,3%, έναντι 4,1 % τον Ιούλιο του 2024) και την επισκευή (αύξηση κατά 7,2%, έναντι 3% τον Ιούλιο του 2024), προστέθηκε και η αβάσταχτη αύξηση του ηλεκτρισμού κατά 18,9%, έναντι -1,8% του Ιουλίου του 2024. Η συνολική επιβάρυνση της στέγασης μόνο από τα ενοίκια και τον ηλεκτρισμό είναι 30,2% με επίπτωση στον πληθωρισμό κατά μία ακριβώς ποσοστιαία μονάδα! Η επιβάρυνση στην ομάδα αυτή αγαθών και υπηρεσιών, θα ήταν σκληρότερη, αν δεν αμβλυνόταν από την εμφάνιση στοιχείων για μείωση τιμών μη εποχικών αγαθών (πετρέλαιο θέρμανσης κατά – 12,9% και στερεά καύσιμα κατά -2,9%)τα οποία πέρυσι εμφανίζονταν με αυξήσεις!
Τέταρτον, επιστροφή στις μοδίστρες και τους τσαγκάρηδες: Και η δαπάνη για ένδυση και υπόδηση, η οποία δεν είναι τόσο αναγκαία όσο τα είδη διατροφής, αλλά κοινωνικώς εξεταστέα, έχει αρχίσει να επιβαρύνει τα ελληνικά νοικοκυριά και ιδίως εκείνα με παιδιά, τα οποία δεν μπορούν να παρουσιάζονται με παπούτσια φθαρμένα και ένδυση… μπαλωμένη, παρά μόνο… σχισμένη και πολύ ακριβή!
Έτσι, τον περασμένο Ιούλιο, ομάδα ένδυση και υπόδηση παρουσίασε αύξηση διπλάσια από την αντίστοιχη του 2024 (8,4%, έναντι 4,3% το 2024) με επίπτωση στον πληθωρισμό κατά πάνω από μισή ποσοστιαία μονάδα (0,54 μονάδες), έναντι σχεδόν μηδενικής το 2024 (0,09 μονάδες).
Και το αύριον ουκ έσσετ΄άμεινον, καθώς η ακρίβεια, όπως καταδεικνύεται, επελαύνει ξανά αγριότερα, καθώς, αντί αντίστασης και περιορισμού στην πηγή των αιτίων που την προκαλούν, η κυβερνητική πολιτική του «θεαθήναι» και των «κεκονιαμένων τάφων» της οικονομίας συνεχίζεται ως σύμμαχος, αναλώμασι του εισοδήματος και ευημερίας του ελληνικού νοικοκυριού.