Πληθωρισμός και επιτόκια δείχνουν την αλήθεια για την ελληνική οικονομία
07/02/2024Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός στην Ελλάδα το 2023, μετρούμενος ως Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ), επιβραδύνθηκε στο 4,2%, από 9,3% το προηγούμενο έτος 2022. Αυτό σημαίνει ότι το γενικό επίπεδο των τιμών (αντιπροσωπευτικό καλάθι αγαθών και υπηρεσιών), συνέχισε να αυξάνεται και το 2023, με ηπιότερο όμως ρυθμό από το 2022.
Εκείνο που έχει σημασία και χρειάζεται να προσεχθεί είναι ότι ο πυρήνας του πληθωρισμού, δηλαδή η ετήσια μεταβολή του ΕνΔΤΚ εξαιρουμένων των κατηγοριών της ενέργειας, των τροφίμων, των ποτών και του καπνού, επιταχύνθηκε στο 5,3%, από 4,6% το 2022. Το αποτέλεσμα της επιτάχυνσης του πυρήνα πληθωρισμού στο 5,3% το 2023 από 4,6% το 2022, υποδεικνύει ότι οι πληθωριστικές πιέσεις διευρύνθηκαν και σε άλλες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών, πλην της ενέργειας και των τροφίμων (π.χ. υπηρεσίες και μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά). Επίσης τους τελευταίους τρεις μήνες του 2023 ο ΕνΔΤΚ ακολούθησε εκ νέου ανοδική τροχιά, με αποτέλεσμα να υπερβεί τα αντίστοιχα επίπεδα που καταγράφηκαν στην Ευρώπη.
Η επιβράδυνση του πληθωρισμού κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, αλλά και η επιτάχυνσή του το τελευταίο τρίμηνο του 2023, αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην εξέλιξη των τιμών της ενέργειας, οι οποίες κατέγραψαν πτώση ύψους 13,4% κατά μέσο όρο πέρυσι, με τον ρυθμό μείωσης να επιβραδύνεται σημαντικά τους τελευταίους μήνες του έτους. Αυτό αποτυπώνεται κυρίως στους δείκτες τιμών της στέγασης, νερού, ηλεκτρικού, αερίου και άλλων καυσίμων και των μεταφορών. Ο μεν πρώτος, από αύξηση 25,0% το 2022 μειώθηκε κατά 8,8% το 2023, ο δε δεύτερος, από αύξηση 13,6% το 2022 ενισχύθηκε κατά 1,5% το 2023.
Επιπρόσθετα, οι τιμές σε ορισμένες κατηγορίες όπως στα τρόφιμα – και μάλιστα σε βασικά είδη όπως τα γαλακτοκομικά και το ελαιόλαδο – αλλά και στις υπηρεσίες συνεχίζουν να αυξάνονται με υψηλούς ρυθμούς, διατηρώντας τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα (Δεκέμβριος 2023: 3,7%).
Συγκεκριμένα ο πληθωρισμός στην κατηγορία των τροφίμων διατηρήθηκε σε πολύ υψηλά επίπεδα και το 2023 (11,6% από 11,7% το 2022), επιβαρύνοντας ιδιαίτερα τον προϋπολογισμό νοικοκυριών που ανήκουν στα χαμηλά εισοδηματικά κλιμάκια (η βαρύτητα των τροφίμων σε αυτά τα νοικοκυριά είναι κατά πολύ υψηλότερη σε σύγκριση με τα νοικοκυριά που ανήκουν σε υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια), καθιστώντας αναγκαίες τις στοχευμένες παρεμβάσεις εκ μέρους των ασκούντων την οικονομική πολιτική.
Η αύξηση της διαφοράς επιτοκίου χορηγήσεων-καταθέσεων
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία το εννεάμηνο του 2023 η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών αυξήθηκε, λόγω της σημαντικής αύξησης των καθαρών εσόδων από τόκους, λόγω της αύξησης του ύψους των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και της μείωσης των προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο. Τα έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά 96,5% (από 5,297 δις ευρώ σε 10,411 δις ευρώ) ενώ τα καθαρά έσοδα κατά 58,9% (από 3,988 σε 6,335 δις ευρώ). Αρνητική επίδραση στην κερδοφορία είχαν η μείωση των καθαρών εσόδων από χρηματοοικονομικές πράξεις, λόγω μη επαναλαμβανόμενων κερδών του προηγούμενου έτους και δευτερευόντως η αύξηση των λειτουργικών εξόδων (βλ. Πίνακα 1).
Όπως φαίνεται από τα στοιχεία του Γραφήματος 1, η αύξηση των εσόδων από τόκους προέρχεται πρωτίστως και ουσιαστικώς από τη συνεχιζόμενη αύξηση της διαφοράς μεταξύ επιτοκίου χορηγήσεων και του αντίστοιχου των καταθέσεων (spread). Από τον Ιούνιο του 2022 η διαφορά συνεχώς αυξάνει και από 3,45% το Σεπτέμβριο του 2023 φθάνει στο 5,89%. Δεδομένου ότι οι καταθέσεις αποτελούν τη βασική πηγή χρηματοδότησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, αγγίζοντας το 85,0% (227,3 δις ευρώ το Σεπτέμβριο 2023) γίνεται αντιληπτό το πως παράγονται τα κέρδη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Η αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ χρησιμοποιήθηκε πρωτίστως και μοναδικά για να αυξήσουν τα κέρδη τους οι τράπεζες και να διεκπεραιώσουν διάφορες υποχρεώσεις τους εις βάρος όμως των καταθετών, της ιδιωτικής κατανάλωσης, των επενδύσεων και γενικά της μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας. Με δεδομένο ότι δεν προβλέπεται περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι ελληνικές τράπεζες στρέφονται στην αύξηση διαφόρων προμηθειών, προκειμένου να αντικαταστήσουν μέρος των κερδών που είχαν προέλθει από την αύξηση των επιτοκίων. Η ελληνική κυβέρνηση απλά παρατηρεί τις εξελίξεις!