Πως η αύξηση του κατώτατου μισθού επιδρά στην οικονομία
26/12/2018Την τελευταία περίοδο κάτι φαίνεται να κινείται σε ορισμένες χώρες της ΕΕ σε σχέση με τις κατώτατες αμοιβές εργασίας. Εκτός από την Πορτογαλία, η οποία ακολουθεί με ακρίβεια το σχεδιασμό αύξησης του κατώτατου μισθού εδώ και τέσσερα χρόνια, και η Ισπανία, η Ελλάδα, η Γαλλία και η Τσεχία προγραμματίζουν αντίστοιχες κινήσεις.
Παρότι οι αυξήσεις αυτές αφορούν σχετικά σε μικρό τμήμα του εργατικού δυναμικού (κάτω από το 10%), εντούτοις είναι σημαντικές. Συμβάλλουν στη μείωση της ανισοκατανομής του εισοδήματος, στην σταθεροποίηση της κοινωνικής συνοχής και σαφέστατα στην οικονομική μεγέθυνση, από τη στιγμή που δεν προκαλούν ανυπέρβλητες χρηματοοικονομικές επιβαρύνσεις στις επιχειρήσεις. Μάλιστα, σε πολλές χώρες η συμβολή τους (π.χ. στη Γερμανία) στη μεγέθυνση του ΑΕΠ κρίνεται απολύτως θετική.
Σε πολλές χώρες της ΕΕ ο κατώτατος μισθός είναι πολύ χαμηλότερος από το αποδεκτό όριο, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να έχουν πρόβλημα επιβίωσης. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να βρίσκεται στα 2/3 του εθνικού ενδιάμεσου μισθού, προκειμένου να επιτρέπει σε όσους τον λαμβάνουν να ζουν με στοιχειώδη επάρκεια.
Αυτό που χρειάζεται να ειπωθεί εν κατακλείδι είναι ότι η διατήρηση του κατώτατου μισθού σε χαμηλά επίπεδα μειώνει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα. Δεν βοηθά στην αποτελεσματικότητα της αγοράς εργασίας. Σημαντικοί πόροι από τους δημόσιους προϋπολογισμούς πηγαίνουν στην υποστήριξη ατόμων με επισφαλείς συνθήκες εργασίας.
Πρόκειται για άτομα, τα οποία δεν μπορούν να πάρουν σύνταξη στο τέλος της επαγγελματικής τους διαδρομής, δεν μπορούν να πάρουν επιδόματα ανεργίας, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε κατάσταση απόλυτης φτώχειας με τις οικογένειές τους. Άρα, πρέπει να στηρίζονται από το κράτος. Άρα αφαιρούνται αναγκαίοι πόροι που θα ήταν χρήσιμοι για επενδύσεις. Τελικά είναι ένας φαύλος κύκλος που καταστρέφει τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας.