Πως η παγκοσμιοποίηση στρώνει τον δρόμο στον εθνικισμό
30/08/2017του Κώστα Βεργόπουλου –
Ο ιδεολογικός ορίζοντας της παγκοσμιοποίησης κάλυψε το κενό από την κατάρρευση του διπολικού συστήματος στα τέλη της δεκαετίας 1980-90. Σε αντίθεση με τον πρώτο μεταπολεμικό καπιταλισμό, που είχε αποδεχθεί τις αρχές του Kοινωνικού Kράτους και της κοινωνικής συνοχής, η παγκοσμιοποίηση τις απεμπολεί. Στο κενό τους εισβάλλει το «βρόμικο έργο» της κοινωνικής αποπροστασίας και αποδόμησης.
Με τις σταθερές νομισματικές ισοτιμίες προς διευκόλυνση της διεθνούς κινητικότητας των κεφαλαίων, η προσαρμογή κάθε χώρας στον διεθνή περίγυρο επιρίφθηκε αποκλειστικά στο εσωτερικό της, στη συμπίεση του εργασιακού κόστους και στην επιβολή της “ευέλικτης εργασίας”. Αυτό είχε ως συνέπεια την επέκταση των κοινωνικών αποκλεισμών και την πολυδιάσπαση των κοινωνιών. Η έννοια “κοινωνία” στιγματίστηκε, ώστε η παγκόσμια συνοχή να αναζητείται στις ευλογίες των διεθνών αγορών του χρήματος.
Το ιδεολογικό στίγμα της παγκοσμιοποίησης δεν παρέπεμψε σε κάποιον πραγματικά νέο ορίζοντα. Μέχρι σήμερα παραμένει στην εμμονική αντιστροφή των όρων της προηγούμενης περιόδου. Τον στόχο της κοινωνικής ενσωμάτωσης και συνοχής έχει αντικαταστήσει αυτός της κοινωνικής αποσάρθρωσης και των κοινωνικών αποκλεισμών.
Απόρριψη κάθε απόκλισης
Ενώ η προηγούμενη εποχή θεωρούσε επιτυχία την ενσωμάτωση κάθε απόκλισης, η σημερινή εποχή επαίρεται για την απόρριψη κάθε απόκλισης στο κοινωνικό περιθώριο. Η εποχή μας όχι μόνο στερείται θετικού ιδεολογικού ορίζοντα, αλλά και η ίδια υπονομεύει τα θεμέλια της δικής της επιτυχίας. Ενόσω η παγκοσμιοποίηση προϋποθέτει την κατάλυση κάθε κοινωνικής συνοχής, το αναπόφευκτο αποτέλεσμα θα είναι η γενικευμένη αστάθεια σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου.
Στην υπόθεση του παγκοσμιοποιημένου και πολυεθνικού συστήματος, οι χώρες δεν θα έπρεπε να σαρώνονται, αλλά αντίθετα να στηρίζονται. Σε κάθε περίπτωση αυτές αποτελούν τους πρωταρχικούς και απαράκαμπτους πυλώνες, ακόμη και για την πιο στοιχειώδη παγκόσμια σταθερότητα. Έπειτα από τρεις δεκαετίες χωρίς ορατότητα, η παγκοσμιοποίηση φαίνεται να εξαντλεί τα όριά της. Οι μέχρι σήμερα προωθητικοί μηχανισμοί της λειτουργούν ήδη προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Οι διεθνείς κεφαλαιακές ροές προς τις αναδυόμενες περιοχές του πλανήτη δεν παύουν να κάμπτονται. Από το 2012, μάλιστα, οι εκροές κεφαλαίων από αυτές υπερβαίνουν τις εισροές. Ομοίως, το διεθνές εμπόριο, που συνήθως κατέγραφε σαφώς υψηλότερες επιδόσεις από τους ρυθμούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας, από το 2012 εγκαθίσταται σε επίπεδα αισθητά κατώτερα αυτής.
Η νέα διεθνής τάξη
Η επαγγελλόμενη νέα διεθνής τάξη προσκρούει σε εμπόδια που η ίδια εκτρέφει, με συνέπεια να εμφανίζονται σήμερα ως ανερχόμενες δυνάμεις κάθε είδους «αντισυστημικές» διαμαρτυρίες εναντίον των ελίτ που κυβερνούν. Οι «χαμένοι» της παγκοσμιοποίησης επανέρχονται στο προσκήνιο της Ιστορίας. Με την αιφνίδια διακοπή και ανατροπή των χρηματοπιστωτικών ροών και τη δραματική κάμψη δυναμικής του διεθνούς εμπορίου από το 2008 μέχρι σήμερα, επικαιροποιείται ο κίνδυνος της εθνικιστικής συνταγής.
Εάν σήμερα πολλαπλασιάζονται οι ενδείξεις της επερχόμενης νέας παγκόσμιας αναταραχής, αυτό θα έχει τροφοδοτηθεί από τις ακραίες αντιδράσεις στις ακρότητες της παγκοσμιοποίησης κατά την προηγούμενη περίοδο. Κάθε εποχή απορρίπτει στους κύνες τα «ιερά και οσία» της προηγούμενης. Ο,τι καταστέλλεται κατά την προηγούμενη εποχή, επανέρχεται ως προτεραιότητα στην επόμενη.
Η παγκοσμιοποίηση είχε διαβάλει και καταστείλει την έννοια της εθνικής κυριαρχίας, κυρίως της δυνατότητας κάθε χώρας, έθνους, κοινωνίας και κάθε κοινωνικού χώρου να επιλέγουν τον τρόπο προσαρμογής τους στον διεθνή περίγυρό τους. Υπό το άγρυπνο βλέμμα των διεθνών χρηματιστικών αγορών και των αξιολογικών οίκων, τα κράτη αφοπλίστηκαν.
Απεμπόλησαν κάθε δυνατότητα άσκησης πολιτικής, είτε νομισματικής είτε δημοσιονομικής, ακόμη και πολιτιστικής. Αδρανοποιήθηκαν και αντί να προστατεύουν τους πολίτες τους από τους κινδύνους των αγορών του χρήματος, τους παραδίδουν σε αυτές με παραπλανητικές επαγγελίες που σήμερα διαψεύδονται.
Όπως σημειώνει ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Ονφρέ, «η παγκοσμιοποίηση επαγγελλόταν την ευτυχία για όλους, το τέλος της ανεργίας και της φτώχειας, τη φιλία ανάμεσα στους λαούς, το τέλος των πολέμων και τη διαρκή ειρήνη στον κόσμο». Σήμερα, όλες οι προσδοκίες διαψεύδονται και οι ακρότητες της παγκοσμιοποίησης εκτρέφουν δυνάμεις εξίσου ακραίες προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η μεταβατική περίοδος προς τη μετα-παγκοσμιοποίηση έχει ήδη αρχίσει από το 2009, με την πολιτική της λεγόμενης «ποσοτικής χαλάρωσης» από τον πρόεδρο Ομπάμα.
Νομισματικός πόλεμος
Με αυτήν, ουσιαστικά το δολάριο διολισθαίνει προκειμένου να εξασφαλίζεται η σταθερότητα της αμερικανικής οικονομίας, εις βάρος όμως του υπόλοιπου κόσμου. Στην αυτή επιλογή έχει προβεί η Ευρωζώνη από το 2012, όπως επίσης η Βρετανία, η Κίνα και η Ιαπωνία. Στην ουσία, ο πόλεμος των νομισμάτων, που έχει ήδη αρχίσει.
Ισοδυναμεί με την ανάδειξη στο προσκήνιο όχι τόσο κάποιων πολυεθνικών μονάδων όσο, κυρίως, των ανταγωνισμών μεταξύ εθνικών οικονομιών, κοινωνιών και χωρών. Ανταγωνισμών για την οικειοποίηση των θέσεων εργασίας: με τη νομισματική διολίσθηση και τον προστατευτισμό. Κάθε γεωγραφική περιοχή του πλανήτη αποβλέπει στην απόσπαση θέσεων εργασίας από τις άλλες, χωρίς ωστόσο να αυξάνεται η συνολική απασχόληση στην υφήλιο.
Η εθνικιστική συνταγή, αντί συνεταιρικής σχέσης με τον υπόλοιπο κόσμο, εγκαθιστά ανταγωνιστική σχέση με αυτόν. Δεν προϋποθέτει τη σταθερότητα του παγκόσμιου συνόλου, αλλά αντίθετα την υπονομεύει περισσότερο από άλλοτε. Η σημερινή άνοδος των εθνικισμών στον πλανήτη δεν αποτελεί “αντισυστημικό” όραμα, αλλά διαιώνιση του ιδεολογικού ελλείμματος της προηγούμενης περιόδου με άλλο τρόπο.
Από την ακραία παγκοσμιοποίηση στο ακραίο εθνικισμό
Εάν η ακραία παγκοσμιοποίηση φαίνεται να παραδίδει τη σκυτάλη στον όχι λιγότερο ακραίο εθνικισμό, αυτό δεν προαναγγέλλει καλύτερες μέρες για τις αδύναμες κοινωνικά τάξεις. Αντίθετα, διαιωνίζει την απόγνωσή τους. Είτε με τη διατήρηση σταθερών νομισματικών ισοτιμιών και της εσωτερικής υποτίμησης, είτε με τη νομισματική υποτίμηση και τους προστατευτισμούς, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, το κόστος της προσαρμογής κάθε χώρας επιρρίπτεται αποκλειστικά στον κόσμο της εργασίας.
Ο εθνικισμός δεν αποτελεί εναλλακτική λύση στην παγκοσμιοποίηση, αλλά το αντεστραμμένο είδωλό της, με την αυτή υστερική εμμονή στην πολιτική της κοινωνικής αστάθειας. Άραγε, η Ιστορία είναι υποχρεωμένη να κινείται ανάμεσα σε φάσεις που η κάθε μία αναπαράγει αντεστραμμένες τις ακρότητες της προηγούμενης; Από την ασύδοτη παγκοσμιοποίηση στον ακεραιόφρονα εθνικισμό, με την επίριψη του κόστους σε κάθε περίπτωση στα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα;
Ακόμη κι αν η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, οι εμπειρίες της θα έπρεπε να διδάσκουν. Η ανθρωπότητα διαθέτει σήμερα γνώση και δυνατότητα προκειμένου να αποφεύγει τις τυφλές ακρότητες με τις εκτός ελέγχου συνέπειες για όλους. Η διεθνής σταθερότητα δεν θα είναι εφικτή ούτε νοητή, ενόσω οι έννοιες της «κοινωνικής συνοχής» και του Κοινωνικού Κράτους διατηρούνται σε διωγμό.