Πώς με κλαδικές πολιτικές η Ελλάδα μπορεί να κόψει δρόμο στη βιομηχανία
02/08/2021Η μεταπολιτευτική Ελλάδα δεν επεξεργάστηκε κλαδικές πολιτικές και γι’ αυτό δεν απέκτησε ουσιαστικά ποτέ βιομηχανική πολιτική, με εξαίρεση δύο περιόδους: πρώτον με τους σχεδιασμούς καθετοποίησης ορισμένων κλάδων επί Κωνσταντίνου Καραμανλή (ΕΛΕΜΒΕ, αναπτυξιακές τράπεζες κ.ά.) και δεύτερον, στα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ, με τα έξι κλαδικά σχέδια του Κωστή Βαΐτσου.
Όταν άρχισαν τα ΚΠΣ (Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, δηλαδή κοινοτικά χρηματοδοτικά προγράμματα), υπό την καθοδήγηση του ΣΕΒ (Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών) και υπό την επιρροή του νεοφιλελευθερισμού, επικράτησε η άποψη ότι δεν χρειάζονται εξειδικευμένες πολιτικές. Χρειάζονται μόνο οριζόντια μέτρα, καθώς είναι η αγορά που καθορίζει τους τομείς πραγματοποίησης επενδύσεων.
Στην πραγματικότητα, ο ΣΕΒ μπλόκαρε τα πάντα για λογαριασμό των ισχυρών μελών του, που προέρχονταν από τα μέταλλα και τις κατασκευές. Έτσι, τα συμφέροντα αυτά αντλούσαν χρήματα από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, αλλά και από τα ΚΠΣ που επίσης ήλεγχαν. Υπενθυμίζεται ότι ο κλάδος των κατασκευών, σύμφωνα με τις μελέτες της περιόδου 1985-2005 ήταν αυτός που παρήγαγε το συντριπτικό ποσοστό του “μαύρου ΑΕΠ”. Αυτό βόλευε τα κόμματα που έπαιρναν χορηγίες και τους υπουργούς που έγραφαν ανάπτυξη με το αζημίωτο.
Υπάρχουν πολλές εκθέσεις για το πάρτι των υπερτιμολογήσεων. Βέβαια, εκτός από τους υπουργούς, ευθύνη για το γεγονός ότι δεν απέκτησε σταθερή βιομηχανική πολιτική η χώρα, έχουν και οι πρωθυπουργοί, οι οποίοι κάνουν πάντα το κλασικό λάθος να νομίζουν ότι επειδή κάποιος έχει σπουδάσει οικονομικά (δημοσιονομικά) μπορεί να χαράξει βιομηχανική πολιτική.
Επαναστατικός χώρος η βιομηχανία
Οι υπουργοί (ίσως με εξαίρεση τον Σάκη Πεπονή) δεν είχαν ιδέα τι γινόταν στον κόσμο. Γι’ αυτό ακριβώς πολλά μέτρα αναζωογόνησης της βιομηχανίας κατά εποχές ήταν ατελέσφορα, με την έννοια ότι είχαν χαρακτήρα διατήρησης-συντήρησης, δηλαδή ήταν μέτρα που δεν έβγαζαν την ελληνική βιομηχανία μπροστά στον διεθνή ανταγωνισμό.
Η βιομηχανία είναι ένας χώρος επαναστατικός που προχωράει με άλματα. Για παράδειγμα, δεν μπορείς να χαράξεις βιομηχανική πολιτική στην κλωστοϋφαντουργία-ένδυμα-δέρμα αν δεν ξέρεις ότι η Κένυα, η Ουγκάντα και η Αιθιοπία είναι οι αναδυόμενες δυνάμεις του μεγάλου αυτού κλάδου με τεράστιες επενδύσεις από Κινέζους και Ευρωπαίους σε γιγαντιαία βιομηχανικά πάρκα. Το έχει άραγε υπόψη της αυτό η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομίας-Ανάπτυξης;
Η παραγωγική ανάπτυξη είναι τέτοια που ορισμένοι αναλυτές φοβούνται ότι η εκμετάλλευση των υδάτων του Νείλου από τις εν λόγω βιομηχανίες μπορεί να δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στην Αίγυπτο. Επίσης, η φίλη Σερβία, παρά την καταστροφή της οικονομίας της στον πόλεμο, έχει ανοιχτεί συστηματικά στην καινοτομία. Με γερμανική οργάνωση αναδύεται μια ισχυρή βιομηχανική δυνατότητα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η Σερβία δημιούργησε δύο ιδιωτικά πανεπιστήμια με μεταπτυχιακά στην αγγλική γλώσσα που σημειώνουν επιτυχία.
Πού υπάρχει ευκαιρία
Το ερώτημα είναι εάν η Ελλάδα μπορεί να έχει βιομηχανικό μέλλον σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης και εντός της ΕΕ. Αυτοί που ξέρουν –είναι λίγοι και αφανείς– απαντούν απερίφραστα “ναι”. Επισημαίνουν ότι τώρα υπάρχει και ευκαιρία, δεδομένου ότι τα πάντα αλλάζουν ραγδαία σε διεθνές επίπεδο. Φτάνει να γνωρίζουμε πως δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε την Κένυα και πως βιομηχανική πολιτική δεν σημαίνει grants και φορολογικά κίνητρα παλαιού τύπου.
Βιομηχανική πολιτική είναι να δοθεί στους παραγωγούς η δυνατότητα να κάνουν αυτό που οραματίζονται, σημαίνει στόχους και χρονική επιμονή σε αυτούς, κάτι που δεν έγινε ποτέ στην χώρα μας. Η Ελλάδα μπορεί να μπει εμβόλιμα και δυνατά στον διεθνή ανταγωνισμό, στηριζόμενη αφενός στο μικρό μέγεθος, που σημαίνει ταχεία προσαρμογή, αφετέρου στην καινοτομική σκέψη των ανθρώπων της σε μια λογική βιομηχανικής ανάπτυξης που θα συμβάλει στην παγκόσμια οικονομία αλλαγών. Το ζήτημα είναι ποιοι ξέρουν για να τα κάνουν αυτά, γιατί διαθέτουμε “κολλημένα φρένα” και εδραιωμένη αντιβιομηχανική κουλτούρα.
Παράδειγμα: η Ελλάδα παρήγαγε 180.000 τόνους κλωστοϋφαντουργικά απορρίμματα και ρούχα που πάνε συνήθως στις χωματερές. Ταυτόχρονα εισάγουμε μπάλες τέτοιου υλικού για βιοκαύσιμα! Η Πορτογαλία, μέσα σε ελάχιστα χρόνια, εκτίναξε τις εξαγωγές παπουτσιών από 1,3 σε 5,1 δισ. ευρώ. Οι Ολλανδοί traders με την προσαρμοστικότητά τους κάνουν θαύματα στο διεθνές εμπόριο. Μέσα σε ένα τρίμηνο μόνο, στην Ελλάδα μπορεί να έχουν επιλεγεί 6-7 κλάδοι με κριτήριο την καινοτομία και την εξειδίκευση και με στόχο να γίνουν διεθνείς παίκτες.
Κλαδικές πολιτικές
Γι’ αυτό χρειάζεται ο σχεδιασμός ειδικών κλαδικών πολιτικών που θα τεθούν σε διαπραγμάτευση με την ΕΕ για να προχωρήσουν οι αναγκαίες παρεμβάσεις. Η ευκαιρία είναι μεγάλη, σύμφωνα με το άρθρο 107 της Συνθήκης της Λισαβόνας για την προβληματικές αγορές (failure markets). Αυτή η νέα βιομηχανική πολιτική εφαρμόζεται από μια Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως που προικοδοτείται με 5 δισ. ευρώ και βγάζει 2-3 χρηματοδοτικά προϊόντα:
- Πρώτον, δάνεια 10ετούς διάρκειας από 300.000 ευρώ χωρίς εγγύηση με επιτόκιο Euribor+2%.
- Δεύτερον, δάνεια μέχρι 500.000 ευρώ βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα για τη χρηματοδότηση παραγγελιών εξωτερικού και εσωτερικού (για αγορά πρώτων υλών) που θα εξοφλούνται άμεσα με την πληρωμή κ.ο.κ. Πολλά λεφτά δεν χρειάζονται.
Χρειάζονται απελευθερωμένες αγορές ανοιχτές στον διεθνή ανταγωνισμό, όπως η μεγαλουργούσα ελληνική ναυτιλία. Χρειάζεται δραστική μείωση της γραφειοκρατίας, δραστική μείωση των αδειοδοτήσεων και ένα αποτελεσματικό κράτος που θα είναι δίπλα και όχι απέναντι. Ακόμα και αν έχεις στιβαρή βιομηχανική πολιτική, αν δεν έχεις μάνατζμεντ στη Δημόσια Διοίκηση που να μπορεί να λύνει προβλήματα και να παίρνει αποφάσεις, δεν θα έχεις αποτέλεσμα. Και βέβαια, δεν μπορείς να έχεις μάνατζμεντ εάν δεν έχεις αξιολόγηση, γιατί είναι η αξιολόγηση που δημιουργεί την αλλαγή.