Πράσινες επενδύσεις και “μνημονιακές” μεταρρυθμίσεις στο πακέτο Ντράγκι
30/04/2021Είναι μια «παρέμβαση με στόχο να διορθώσει την οικονομική και κοινωνική ζημιά της πανδημικής κρίσης, να συμβάλλει στην επίλυση δομικών αδυναμιών της ιταλικής οικονομίας και να συνοδεύσει τη χώρα σε ένα δρόμο οικολογικής και περιβαλλοντικής μετάβασης». Κάπως έτσι περιέγραψε η κυβέρνηση Ντράγκι το, 337 σελίδων, εθνικό σχέδιο ανάκαμψης και συνοχής, συνολικής αξίας 222,1 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Το πακέτο είναι πλήρως ευθυγραμμισμένο με την “ευρωπαϊκή” ατζέντα, αφού το 27% των κονδυλίων προορίζονται στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό και το 40% στις επενδύσεις και δη σε αυτές που αφορούν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Το ποσοστό των προγραμμάτων κοινωνικής συνοχής, αυτά δηλαδή για τα οποία είχε επικριθεί ο Τζουζέπε Κόντε από τους επιχειρηματίες, είναι λίγο πάνω από 10%.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός έκανε λόγο για ένα πρόγραμμα που εστιάζει στην πράσινη ανάπτυξη, την ενίσχυση των νέων, των γυναικών και του ιταλικού Νότου. Βέβαια, χρειάστηκε να απαντήσει σε επικρίσεις σχετικά με τη μη συμμετοχή του κοινοβουλίου στη δημιουργία του σχεδίου ανάκαμψης, καθώς και για αλλαγές της τελευταίας στιγμής τις οποίες οι βουλευτές δεν είχαν χρόνο να μελετήσουν.
Όπως φάνηκε από την ομιλία του, ο τεχνοκράτης πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ επιδιώκει να αποσπάσει όσο το δυνατό μεγαλύτερη πολιτική συναίνεση για τις “διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις” που χρειάζεται η Ιταλία, στο πλαίσιο εφαρμογής του σχεδίου ανάκαμψης. «Είναι επιθυμητό να υπάρχει ευρεία πολιτική συμμετοχή», σχολίασε χαρακτηριστικά.
“Πράσινο” αποτύπωμα
Τελικώς το σχέδιο, όπως είναι γνωστό, εγκρίθηκε με 442 ψήφους υπέρ, 19 κατά και 51 αποχές. Η Λέγκα του Βορρά υποστήριξε κανονικά το σχέδιο Ντράγκι, κάνοντας ειδική μνεία στην “πράσινη παραγωγή”, ήτοι στις επενδύσεις που αφορούν στην ενέργεια και τις υποδομές. Το ίδιο και το μικρό κόμμα του πρώην πρωθυπουργού, Ματέο Ρέντσι, το οποίο άλλωστε πρωτοστάτησε στην πτώση της κυβέρνησης Κόντε.
Ακόμα πιο ενθουσιώδης υπήρξε ίσως η Forza Italia του πάλαι ποτέ Σίλβιο Μπερλουσκόνι, η οποία εκθείασε τόσο την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και τον ίδιο τον Ντράγκι: «Δεν μπορώ να φανταστώ τι θα είχε συμβεί αν η προηγούμενη κυβέρνηση εμπλεκόταν στις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ», ανέφερε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος. Το διαλυμένο, πια, Κίνημα Πέντε Αστέρων υπερψήφισε, επίσης το σχέδιο. Καταψήφισαν οι βουλευτές της κίνησης “Υπάρχει Εναλλακτική” (πρόκειται τους αποσκιρτήσαντες από το Κίνημα Πέντε Αστέρων), ενώ απείχε το κόμμα των Αδελφών της Ιταλίας της Τζόρτζια Μελόνι.
Είναι προφανές ότι το σύνολο των λεγόμενων συστημικών πολιτικών δυνάμεων της Ιταλίας στήριξαν απόλυτα το σχέδιο του Μάριο Ντράγκι, σύμφωνα με το οποίο η μερίδα του λέοντος, 192 δισ. ευρώ, προορίζονται για επενδύσεις. Το πακέτο περιλαμβάνει βασικά στοιχεία που περιέχονταν και στο προηγούμενο, όπως κονδύλια για την καινοτομία, υποστήριξη του τουρισμού και του πολιτισμού, επενδύσεις στις υποδομές τηλεπικοινωνιών (ευρυζωνικές και 5G).
Ωστόσο, ο δεύτερος πυλώνας του σχεδίου είναι αφιερωμένος αποκλειστικά σε επενδύσεις που σχετίζονται με την “πράσινη επανάσταση και οικολογική μετάβαση”, όπως είναι ο τίτλος του. Πρόκειται για τους κλάδους ακριβώς στους οποίους ωφελούνται σημαντικά οι μεγάλες ιταλικές και ευρωπαϊκές επιχειρήσεις: ανακύκλωση υλικών (ήδη σε ανάπτυξη στην Ιταλία), οχήματα αλλά και τρένα χαμηλών ρύπων, εξαρτήματα ηλεκτρικών αυτοκινήτων, ημιαγωγοί κ.ά. Επίσης προβλέπονται φορολογικά κίνητρα για “ενεργειακά” δημόσια και ιδιωτικά κτίρια (με στόχο τις 50.000 αναπλάσεις το χρόνο), και φυσικά τεράστιες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συμπεριλαμβανομένου του υδρογόνου, για χρήση στη βιομηχανία και τις μεταφορές.
Πού έγιναν “περικοπές”
Από την άλλη μεριά, το σχέδιο Ντράγκι έχει ορισμένες διαφορές που μαρτυρούν ότι είναι ετεροβαρές προς όφελος των αιτημάτων που εξέφρασαν οι οικονομικοί κύκλοι εντός και εκτός της χώρας. Ένα πρώτο παράδειγμα η εξαφάνιση της πρόβλεψης για κατώτατο μισθό, τουλάχιστον για όσους εργαζόμενους δεν καλύπτονται από τις συλλογικές συμβάσεις. Η ειρωνεία μάλιστα εδώ είναι ότι η ίδια η Κομισιόν ήταν που πέρυσι καλούσε τα κράτη-μέλη να υιοθετήσουν το μέτρο του κατώτατου μισθού, με τον τρόπου που αυτά κρίνουν. Να σημειωθεί ότι στο μέτρο αντιτάχθηκαν όχι μόνοι οι βιομηχανικοί σύνδεσμοι της Ιταλίας, αλλά και συνδικάτα, φοβούμενα ότι θα χάσουν ισχύ στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι η διάθεση κονδυλίων για τη δημόσια υγεία. Αν και το τελικό ποσό που προβλέπει το σχέδιο Ντράγκι δεν έχει αλλάξει ιδιαίτερα σε σχέση με το σχέδιο Κόντε –είναι 20,2 δισ. ευρώ έναντι 20,7 δισ.– υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην κατανομή. Αρχικά προβλεπόταν η λειτουργία 2564 κοινοτικών δομών υγείας στο πλαίσιο της προσπάθειας να υπάρξει μετάβαση από ένα νοσοκομειακο-κεντρικό μοντέλο (σαν της Ελλάδας) σε ένα όπου ενισχύεται η πρωτοβάθμια υγεία.
Στο νέο σχέδιο όμως οι δομές που θα λειτουργήσουν είναι περίπου οι μισές (1288), ενώ και οι “τοπικές” κλινικές που θα δημιουργηθούν θα είναι 381, έναντι 753 έναντι του σχεδίου Κόντε. Ένας λόγος που συμβαίνει αυτό είναι γιατί το επιτελείο του Ντράγκι αποφάσισε να κατευθύνει μέρος των κονδυλίων, περίπου 9 δισ., στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό του ιταλικού συστήματος υγείας, την τηλεϊατρική και προγράμματα βοήθειας στο σπίτι.
Δυσαρεστημένος επίσης είναι ο ακαδημαϊκός-επιστημονικός κλάδος, αφού το σχέδιο Ντράγκι προβλέπει μείωση των κονδυλίων προς ενίσχυση της έρευνας. Ενώ η προηγούμενη διοίκηση είχε “υποσχεθεί” 15 (σε βάθος εξαετίας), το ποσό μειώνεται σε 11,3 δισ., από τα οποία το μεγαλύτερο μέρος (πάνω από επτά) προορίζεται για έρευνα «που διεξάγεται σε συνέργεια μεταξύ πανεπιστημίων και επιχειρήσεων», δηλαδή για έρευνα που εξυπηρετεί τις ανάγκες της αγοράς.
Επιστροφή των “μεταρρυθμίσεων”
Για να διευκολυνθεί η υλοποίηση του προγράμματος, η κυβέρνηση Ντράγκι προωθεί αλλαγές που ονομάζει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, κατά το λεξιλόγιο των Βρυξελλών. Σε αυτές περιλαμβάνονται αναγκαίες αλλαγές, όπως η μείωση της γραφειοκρατίας και η επιτάχυνση της λειτουργίας των δικαστηρίων, αλλά και παρεμβάσεις που απαιτούσε ο επιχειρηματικός κόσμος, όπως η χαλάρωση των κανόνων για τις “πράσινες επενδύσεις”, αλλά και η επιτάχυνση των εκθέσεων περιβαλλοντικών επιπτώσεων για τις διάφορες επενδύσεις.
Πέραν αυτών, αναλυτές στη γειτονική χώρα εκφράζουν τις αμφιβολίες τους κατά πόσο αρκετά σημεία του σχεδίου Ντράγκι είναι υλοποιήσιμα, για διάφορους λόγους. Σε κάθε περίπτωση, η επίσημη εκτίμηση, που βασίστηκε σε μαθηματικά μοντέλα και με την προϋπόθεση ότι το σχέδιο θα εφαρμοστεί απρόσκοπτα, είναι ότι το ιταλικό ΑΕΠ θα είναι, το 2026, κατά 3,6% υψηλότερο από αυτό που θα ήταν χωρίς αυτό.
Συνεπώς αυτή είναι η διαφορά που θα καρπωθούν οι επιχειρήσεις οι οποίες, όπως σημειώνει το Bloomberg, «θα ωφεληθούν περισσότερο από το σχέδιο Ντράγκι, δηλαδή οι εταιρείες τεχνολογίας, τηλεπικοινωνιών, ενέργειας» και ενεργειακής μετάβασης (βλ. Enel, Snam, Prysmian κ.ά.). Αξίζει να θυμίσουμε ότι για τη σύνταξη του πακέτου ανάκαμψης, η ιταλική κυβέρνηση προσέλαβε την εταιρεία συμβούλων McKinsey, κάτι που προκάλεσε αντιδράσεις, όταν έγινε γνωστό, και όπως φαίνεται η απόφαση αυτή “έπιασε τόπο”.