“Δεν μπορούμε να περιμένουμε τον Μπάιντεν” – Ένα βήμα πριν την επενδυτική συμφωνία ΕΕ-Κίνας
29/12/2020Το αμέσως επόμενο διάστημα μετά την εκλογή Μπάιντεν είχε διαφανεί ότι η πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα δεν αναμένεται να αλλάξει σημαντικά. Όσο περνά ο καιρός αυτό επιβεβαιώνεται, ιδίως ενόψει της νέας χρονιάς, με την ΕΕ να βρίσκεται μια “ανάσα” πριν τη σύναψη εμπορικής συμφωνίας με το Πεκίνο, κλείνοντας έναν κύκλο διαπραγματεύσεων επτά ολόκληρων χρόνων.
Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, ιδίως των ισχυρών εξαγωγικών κρατών με πρώτη τη Γερμανία, δεν μπορούν να περιμένουν άλλο σύγκλιση με τις ΗΠΑ. Οι Βρυξέλλες αναμένεται να ανακοινώσουν συμφωνία επενδύσεων με την κινεζική κυβέρνηση που θα διευθετεί την πρόσβαση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στην κινεζική αγορά και την προστασία των περιουσιακών τους στοιχείων.
Όπως έγινε γνωστό από τη συνεδρίαση των αντιπροσώπων, η Πολωνία πρότεινε να περιμένει η ΕΕ να συζητήσει τη νέα συμφωνία με τον εκλεγέντα πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, μια άποψη που καμία χώρα δεν ενστερνίζεται στην παρούσα φάση. Θεωρητικά, ζητήματα όπως η αναγκαστική εργασία στις αγροτικές καλλιέργειες της Κίνας έχουν διευθετηθεί από το Πεκίνο.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, η συμφωνία είναι οικονομικά και επιχειρηματικά επιτακτική για τους Ευρωπαίους εξαγωγείς, λόγω της κρίσης που έχει προκαλέσει η πανδημία αλλά και λόγω του ισχυρού ανταγωνισμού από τους Αμερικανούς, οι οποίοι ήδη έχουν αποσπάσει πολλά από αυτά που ζητούσαν από την κυβέρνηση του Σι Τζινπίνγκ, επί της θητείας Τραμπ.
Για την ακρίβεια, οι κυρώσεις της Ουάσιγκτον εναντίον κινεζικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων που συνεργάζονται με αυτές έχουν καταλήξει να απειλούν κυρίως τα μη αμερικανικά συμφέροντα. Κι αυτό γιατί στην πράξη οι αμερικανικές επιχειρήσεις έχουν ζητήσει –και λάβει– κατ’ εξαίρεση έγκριση να προμηθεύουν τους Κινέζους, ακόμα και την Huawei, και να δραστηριοποιούνται κανονικά στην κινεζική αγορά.
Το αμερικανικό κόλπο που εξόργισε τους Ευρωπαίους
Τα επιχειρηματικά λόμπι στις Βρυξέλλες διαμαρτύρονταν έντονα το τελευταίο διάστημα ότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν έχουν λάβει τέτοιες εξαιρέσεις από τις ΗΠΑ, ιδίως, για παράδειγμα, κατασκευαστές ημιαγωγών που χρησιμοποιούν αμερικανικές πατέντες και συνεπώς εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των κυρώσεων.
Επίσης, σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών του τεχνολογικού κλάδου, υπήρξαν περιπτώσεις εταιρειών που αναγκάστηκαν να πάψουν να προμηθεύουν την Κίνα, με το επιχείρημα ότι θα μπορούσε ο εξοπλισμός να χρησιμοποιηθεί για στρατιωτικούς σκοπούς. Όμως, αυτό το “κενό” ήρθε να καλυφθεί και πάλι από αμερικανικές εταιρείες με τη χρήση μεσαζόντων!
Στην πράξη, λοιπόν, ο εμπορικός πόλεμος που ξεκίνησε ο Τραμπ με την Κίνα αποβαίνει όλο και περισσότερο εις βάρος της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, πλήττοντας χώρες όπως η Γερμανία, η Ελβετία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Ολλανδία κ.λπ. Την ίδια στιγμή, εταιρείες με έδρα άλλες, “συμμαχικές” χώρες των ΗΠΑ, έχουν πιο ευνοϊκή μεταχείριση. Για παράδειγμα, η Samsung (Κορέα), και η Sony (Ιαπωνία), φέρονται να έχουν αδειοδοτηθεί κανονικά ως προμηθευτές της Huawei, σε αρκετές κατηγορίες υλικών και εξαρτημάτων.
Ενόψει αυτής της κατάστασης, δεν θα μπορούσε να είναι πιο ειρωνική η αντίδραση του Τζέικ Σάλιβαν, ορισθέντος ως συμβούλου εθνικής ασφάλειας του Τζο Μπάιντεν, στην είδηση ότι ΕΕ και Κίνα είναι κοντά σε συμφωνία. Ο Σάλιβαν κάλεσε σε διάλογο με τις Βρυξέλλες για τις «κοινές ανησυχίες των οικονομικών πρακτικών της Κίνας».
Η ΕΕ στα “κάγκελα”
Στα ευρωπαϊκά επιχειρηματικά λόμπι αλλά και στους διαδρόμους της Κομισιόν επικρατεί δικαιολογημένος εκνευρισμός για το γεγονός ότι οι ΗΠΑ πήραν αυτό που ήθελαν εδώ και ένα χρόνο από την Κίνα, χωρίς κανένα “διάλογο” με την ΕΕ. Επίσης, το Νοέμβριο συνήφθη η μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία, η RCEP, μεταξύ της Κίνας και 14 ακόμα χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας, της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας και της Νότιας Κορέας, δηλαδή χωρών της “Δυτικής” πολιτικής γραμμής.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Εμπορικού Επιμελητηρίου στην Κίνα, Γεργκ Βούτκε, ήταν ξεκάθαρος: «Δεν έχει κανένα νόημα να περιμένουμε τον Μπάιντεν. Οι ΗΠΑ δεν περίμεναν για μας στη φάση 1 της εμπορικής τους συμφωνίας και το Πεκίνο θέλει συμφωνία εδώ και τώρα. Θέλουν να δείξουν στη νέα αμερικανική κυβέρνηση ότι μπορούν να ολοκληρώνουν εμπορικές συμφωνίες με άλλους σημαντικούς εταίρους».
Ο χρόνος κυλά αντίστροφα για τους ανταγωνισμούς εν όψει της πολυπόθητης οικονομικής ανάκαμψης και είναι προφανές ότι οι Ευρωπαίοι είναι διατεθειμένοι να κάνουν τα “στραβά μάτια” για θέματα που επικαλούνταν μέχρι πρότινος, όπως οι επιχειρήσεις καταστολής στο Χονγκ Κονγκ. Άλλωστε, δεν έχουν διαπραγματευτικά χαρτιά για να αποσπάσουν υποχωρήσεις [και] σε τέτοια ζητήματα από το Πεκίνο. Η Κίνα είναι μια τεράστια αγορά και κινδυνεύουν να μείνουν τελευταίοι.
Μια επενδυτική συμφωνία θα δημιουργήσει περιθώρια ανάπτυξης για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, και κατ’ επέκταση θέσεις εργασίας, σε τομείς από τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και τις τηλεπικοινωνίες ως την ενέργεια και φυσικά την αυτοκινητοβιομηχανία. Η κατακλείδα του Βούτκε μαρτυρά την κρισιμότητα της κατάστασης: «Το 30% της παγκόσμιας ανάπτυξης τα επόμενα 10 χρόνια θα έρθει από την Κίνα. Θέλουμε να είμαστε μέρος της ή όχι;».