Ρεκόρ φτώχειας για την “ατμομηχανή” της Ευρώπης
11/12/2020Μπορεί η Γερμανία να ωφελήθηκε ή και να εκμεταλλεύτηκε τη λεγόμενη κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των εξαγωγών εμπορευμάτων και κεφαλαίου, αλλά αυτά τα οφέλη δεν μεταφράζονται σε καλύτερο επίπεδο ζωής για όλους τους πολίτες της. Το 2019, η “ατμομηχανή” της Ευρώπης κατέγραψε ποσοστό φτώχειας 15,9%, το υψηλότερο από την περίοδο της επανένωσης.
Για την ακρίβεια, πάνω από 13 εκατομμύρια άνθρωποι στη Γερμανία βρίσκονται στο όριο ή κάτω από το όριο της φτώχειας (ορίζεται ως το εισόδημα κάτω του 60% του μέσου εισοδήματος), σύμφωνα με τη νέα σχετική έκθεση της οργάνωσης Der Paritätische Gesamtverband. Το ποσοστό φτώχειας εμφανίζεται να έχει αυξητική τάση στα 11 από τα 16 ομοσπονδιακά κρατίδια της χώρας, από το 2006. Από τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, τη Βάδη-Βυρτεμβέργη και την Κάτω Σαξονία, ακόμα και τη Βαυαρία.
Τη χειρότερη κατάσταση παρουσιάζει η Βρέμη, όπου ένας στους τέσσερις Γερμανούς βρίσκεται σε κατάσταση φτώχειας. Στο Βερολίνο, το ποσοστό φτώχειας αγγίζει το 19,3, το τρίτο χειρότερο μετά το 19,5% της Σαξονίας-Άνχαλτ και 24,9% στη Βρέμη. Στην κοιλάδα του Ρουρ, 1,3 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν στη φτώχεια, η οποία αυξήθηκε κατά 36% τα τελευταία 14 χρόνια, ενώ σε διάφορες πόλεις, όπως το Ντόρτμουντ, ξεπέρασε το 20%.
Τα επίπεδα φτώχειας επιβεβαιώνονται και από τον υψηλό αριθμό των Γερμανών που λαμβάνουν το κοινωνικό βοήθημα, γνωστό και ως Hartz IV. Το ποσοστό των ωφελουμένων φτάνει το 8,4% σε όλη τη Γερμανία, αλλά σε περιοχές όπως η κοιλάδα του Ρουρ ξεπερνά το 15%.
Η γεωγραφική κατανομή της φτώχειας στη Γερμανία θυμίζει έντονα την Ευρώπη των δύο (ή περισσότερων) ταχυτήτων που χωρίζεται σε Βορρά και Νότο. Τα νότια κρατίδια (Βαυαρία, Βάδη-Βυρτεμβέργη κ.λπ.) παρουσιάζουν ποσοστά φτώχειας γύρω στο 11-12%, ενώ η βόρεια, δυτική και ανατολική Γερμανία κινείται στο 18%. Κατά μέσο όρο, στη γερμανική επικράτεια, πλην των πλούσιων νότιων κρατιδίων, ένας στους έξι ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.
Επιδείνωση για όλες τις κατηγορίες
Σύμφωνα με την έκθεση της οργάνωσης, εκεί όπου διαπιστώνονται υψηλά ποσοστά φτώχειας παρατηρείται ταυτόχρονα και μεγάλη συγκέντρωση πλούτου. Το μέσο εισόδημα στη Γερμανία ανήλθε, το 2019, σε 1.074 ευρώ μηνιαίως για μονομελές νοικοκυριό και 2.256 για οικογένεια με δύο παιδιά. Οι μονογονεϊκές οικογένειες ζουν σε κατάσταση φτώχειας σε ποσοστό 42,7% και οι οικογένειες με πολλά παιδιά σε ποσοστό 30,9%.
Το πρόβλημα είναι, φυσικά, εντονότερο για τους ανέργους της Γερμανίας, οι οποίοι ζουν σε κατάσταση φτώχειας σε ποσοστό 58%. Για όλες τις κατηγορίες το 2019 η φτώχεια εμφανίζεται αυξημένη σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και ιδίως για τους συνταξιούχους. Μεταξύ 2006 και 2019 το ποσοστό φτώχειας αυξήθηκε κατά 60%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το πρόβλημα της φτώχειας στη Γερμανία δεν οφείλεται τόσο στην ανεργία, η οποία άλλωστε κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα (4,5%). Αντίθετα η «πλειονότητα των φτωχών εργάζονται (33%) ή είναι συνταξιούχοι (29,6%)» και μόλις το 8% είναι οι άνεργοι. Την ίδια στιγμή το 62% των καταγεγραμμένων φτωχών άνω των 25 ετών διαθέτουν πτυχίο μέσης ή ανώτατης εκπαίδευσης. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν σημαντικό μέρος της φτώχειας στη Γερμανία οφείλεται στη δομή της αγοράς εργασίας και της μισθολογικής κατάστασης.
Το πλήγμα της πανδημίας
Στο μεταξύ, αν και τα στοιχεία της έκθεσης αφορούν την περίοδο πριν τον κορωνοϊό, η οργάνωση προειδοποιεί ότι το 2020 η κατάσταση θα έχει σίγουρα επιδεινωθεί, λόγω του πλήγματος στην οικονομία. Παράλληλα «οι φτωχότεροι άνθρωποι επηρεάζονται περισσότερο από το lockdown». Πέρα από την ψυχολογική επιβάρυνση, οι «δυνατότητες τηλεκπαίδευσης [για τα παιδιά] και εργασίας εξαρτώνται άμεσα από τις υλικές συνθήκες μιας οικογένειας».
Η πανδημία του 2020 είναι σχεδόν βέβαιο, εκτιμά η έκθεση, ότι επέφερε μείωση των εισοδημάτων στα γερμανικά νοικοκυριά, παρά τα ισχυρά μέτρα στήριξης από την κυβέρνηση. «Οι πρώτοι που έχασαν τη δουλειά τους ήταν οι mini jobbers (σ.σ.: εργαζόμενοι σε ευέλικτες μορφές προσωρινής απασχόλησης με χαμηλή αμοιβή), και οι εποχιακοί εργαζόμενοι, δηλαδή κατηγορίες που έτσι κι αλλιώς είναι κακοπληρωμένες». Επίσης επηρεάστηκαν οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι μικρές επιχειρήσεις, ιδίως στους τομείς λιανικής, μεταφορών, τουρισμού και διασκέδασης.
Τέλος, η οργάνωση Der Paritätische Gesamtverband καλεί την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να συνεχίσει και να ενισχύσει τα μέτρα παροχής ρευστότητας στις περιοχές και τις ομάδες που πλήττονται περισσότερο από τη νέα οικονομική κρίση, κατά τη διάρκεια της οποίας αυξήθηκε και η εισοδηματική ανισότητα. Σύμφωνα, άλλωστε, με το οικονομικό περιοδικό Wirtschaftswoche, «τα καθαρά περιουσιακά στοιχεία των πλουσιότερων Γερμανών ανήλθε σε 594,9 δισεκατομμύρια, ως τα τέλη Ιουλίου», δηλαδή περίπου 95 δισ. περισσότερα σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2019.