Συλλογικές συμβάσεις: Κάλλιο αργά, παρά ποτέ…
28/11/2025
Η πρόσφατη πρωτοβουλία της κυβέρνησης να φέρει προς κύρωση το νέο πλαίσιο επαναφοράς και ενίσχυσης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας αποτελεί αναμφίβολα ένα θετικό βήμα για τον κόσμο της εργασίας.
Μετά από χρόνια απορρύθμισης, ασάφειας και σιωπηλής μεταφοράς ισχύος προς την πλευρά του εργοδότη, η πολιτική επιλογή να αποκατασταθεί ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων και να δοθεί ξανά ώθηση στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, είναι καλοδεχούμενη. Δείχνει μια διάθεση να επανέλθει η ισορροπία στις εργασιακές σχέσεις, να αντιμετωπιστεί η μισθολογική στασιμότητα και να αποτραπούν φαινόμενα καταστρατήγησης των όρων εργασίας. Ωστόσο, η ίδια αυτή πρωτοβουλία αναδεικνύει ένα πολιτικό ζήτημα που δεν μπορεί εύκολα να παρακαμφθεί.
Θα μπορούσε να έχει γίνει πολύ νωρίτερα; Η κυβέρνηση είχε μπροστά της πολλά χρόνια, πολλές νομοθετικές ευκαιρίες και αρκετή πολιτική ισχύ ώστε να προχωρήσει σε μια τέτοια μεταρρύθμιση χωρίς να περιμένει την τρέχουσα συγκυρία. Το γεγονός ότι επέλεξε να το κάνει τώρα, σε μια περίοδο που οι πολιτικές πιέσεις συσσωρεύονται και ο δημόσιος διάλογος επικεντρώνεται στις κοινωνικές ανισότητες, δημιουργεί εύλογες απορίες.
Η καθυστέρηση δεν είναι τυπική. Έχει πραγματικές συνέπειες. Για χρόνια οι εργαζόμενοι κινήθηκαν σε περιβάλλον αβεβαιότητας, με μειωμένη διαπραγματευτική δύναμη και συχνά χωρίς συλλογική κάλυψη. Οι συνθήκες αυτές δεν ήταν προϊόν αναγκαιότητας, αλλά επιλογής. Δεν υπήρχε κάποια αξεπέραστη θεσμική δέσμευση που θα εμπόδιζε την κυβέρνηση να προχωρήσει νωρίτερα σε παρεμβάσεις υπέρ της συλλογικής διαπραγμάτευσης. Το πολιτικό κόστος ήταν μικρό, η κοινωνική ανάγκη υπαρκτή και η τεχνική προετοιμασία πλήρως εφικτή. Παρ’ όλα αυτά, προτιμήθηκε μια μακρά περίοδος αναμονής.
Έτσι, ενώ η ουσία της πρωτοβουλίας είναι θετική, το χρονικό της σημείο υπονομεύει το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι αποτελεί μέρος ενός μακρόπνοου σχεδίου. Αντίθετα, δίνει την εντύπωση μιας απόπειρας πολιτικής αξιοποίησης ενός μέτρου που θα έπρεπε να είχε θεσπιστεί ήδη από την προηγούμενη τετραετία. Η εργαλειοποίηση μιας αργοπορημένης, αλλά αναγκαίας μεταρρύθμισης, ως επικοινωνιακό επιχείρημα, μοιάζει λιγότερο με στρατηγικό σχεδιασμό και περισσότερο με μια προσπάθεια κάλυψης απωλειών.
Σε μια περίοδο όπου οι πολίτες αναζητούν συνέπεια και αξιοπιστία, τέτοιες καθυστερήσεις δεν περνούν απαρατήρητες. Η κυβέρνηση μπορεί σήμερα να επαίρεται για την αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων, όμως το γεγονός ότι το κάνει, σε μεγάλο βαθμό, όταν η κοινωνική πίεση έχει φτάσει στο ζενίθ, καθιστά την κίνηση αυτή περισσότερο αμυντική παρά οραματική.





