Στο ράφι η εξόρυξη υδρογονανθράκων στην Ελλάδα λόγω χαμηλών τιμών
14/04/2020H πανδημία του κορονοϊού έχει οδηγήσει ήδη σε ύφεση τόσο την παγκόσμια όσο και την ελληνική οικονομία. Αυτή η κατάσταση αναμένεται πιθανότατα να διαρκέσει για πολλούς ακόμη μήνες. Ιδιαίτερα ο τουρισμός έχει πλέον καταρρεύσει.
Παράλληλα, η τιμή του αργού πετρελαίου και του φυσικού αερίου βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση. Η τιμή του πετρελαίου είναι σήμερα στα επίπεδο των 25 δολ. ανά βαρέλι, έναντι 60 που ήταν πριν μερικές εβδομάδες. Αυτές οι τιμές δεν ευνοούν καθόλου τις ελληνικές εξορύξεις υδρογονανθράκων, δεδομένου ότι το κόστος τους –λόγω μεγάλου θαλάσσιου βάθους– υπερβαίνει τα 35 δολ. ανά βαρέλι.
Με δεδομένη αυτή την τιμή, οι συμβάσεις παραχωρήσεων που υπογράφτηκαν με εταιρείες πετρελαίου από την ΕΔΕΥ Α.Ε. ευτυχώς είναι ευέλικτες. Αυτό θα επιτρέψει στις εταιρείες να περιμένουν καλύτερες ημέρες και να μην εγκαταλείψουν τις υποχρεώσεις τους στην Ελλάδα, αναζητώντας καλύτερες ευκαιρίες σε άλλες περιοχές. Στις συμβάσεις υπάρχει ένα παράθυρο εξαετίας πριν την εκτέλεση της πρώτης δαπανηρής γεώτρησης, οπότε υπάρχει βάσιμη ελπίδα μέχρι τότε η οικονομία να έχει ανακάμψει, δίνοντας στις εξορύξεις την ευκαιρία να αποδώσουν οικονομικά αποτελέσματα στην Ελλάδα.
Ελπίζουμε ο τουρισμός να ανακάμψει το 2021, αν έχει βρεθεί και το εμβόλιο για τον Covid-19, αλλά με την υποχώρηση της πανδημίας αναμένεται και ανέβουν και οι τιμές του πετρελαίου, λόγω αυξημένης ζήτησης. Αυτό θα ξαναβάλει τις εξορύξεις στην ατζέντα. Η Ελλάδα διαθέτει χαρτογραφημένους στόχους σημαντικών κοιτασμάτων “τύπου Zohr”, που αποτελούν σημαντική δυνατότητα δημιουργίας εγχώριου πλούτου για την οικονομία την επόμενη 35ετία (Εικ.1).
Η σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα
Από ενεργειακή άποψη οι προαναφερθείσες εξορύξεις θα μπορούσαν να επιτρέψουν μία σταδιακή μερική αντικατάσταση των πολυδάπανων εισαγωγών πετρελαίου & φυσικού αερίου, ανακουφίζοντας δραστικά την οικονομία. Το πετρέλαιο εξακολουθεί να αποτελεί το κατεξοχήν καύσιμο του ενεργειακού μείγματος της Ελλάδας. Βάσει των στοιχείων του 2018, τα πετρελαϊκά προϊόντα χρησιμοποιήθηκαν κατά 96% στον τομέα των μεταφορών, ενώ το υπόλοιπο 4% στα βιοκαύσιμα και το φυσικό αέριο για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από πετρέλαιο κάλυψαν το 10% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας το 2017. Η εξάρτηση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας στα νησιά της Ελλάδας από πετρέλαιο και στην ηπειρωτική Ελλάδα από το λιγνίτη μειώνεται σταδιακά, λόγω καλωδιακών διασυνδέσεων και λόγω της ανάπτυξης των εναλλακτικών πηγών ενέργειας όπως η αιολική και ηλιακή.
Αυτό, όμως, εξακολουθεί να είναι λύση υψηλού κόστους σε περίοδο κρίσης και δεν είναι αρκετό για να αντικαταστήσει τις απαραίτητες ποσότητες πετρελαίου που απαιτούνται για τις μεταφορές και τη βαριά βιομηχανία. Σύμφωνα με δημοσίευση της ΕΔΕΥ Α.Ε., οι αναμενόμενες χερσαίες και θαλάσσιες γεωτρήσεις της επόμενης πενταετίας-επταετίας θα μπορούσαν να επιτρέψουν να αξιολογηθεί το ποσοστό αντικατάστασης των εισαγωγών υδρογονανθράκων από εγχώρια παραγωγή.
Θα πρέπει να υπάρξουν ανακαλύψεις κοιτασμάτων μεγέθους κατ’ έλάχιστον 500 εκατομμυρίων ισοδύναμων βαρελιών πετρελαίου (φυσικό αέριο+πετρέλαιο) ανά κοίτασμα, πράγμα που θα είχε δραστικές οικονομικές επιπτώσεις. Σε αυτήν την περίπτωση, οι επενδύσεις από μεγάλες εταιρείες θα μπορούσαν να είναι σημαντικές για την εγχώρια οικονομία, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας.
Σημαντικός πόλος η Ελλάδα
Όσον αφορά στο φυσικό αέριο, το ενδιαφέρον για την έρευνα τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται σημαντικό μετά από τις σχετικές ανακαλύψεις στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Οι ανακαλύψεις μεγάλων κοιτασμάτων σε Ισραήλ, Αίγυπτο και Κύπρο, σε συνδυασμό με την ολοκλήρωση του έργου του αγωγού TAP (Trans Adriatic Pipeline), ο οποίος μεταφέρει φυσικό αέριο από την Κασπία στην Ευρώπη, συνιστούν ένα από τα μεγαλύτερα προγράμματα ενεργειακού ανεφοδιασμού της Ευρώπης. Ο εντοπισμός και η ανακάλυψη κοιτασμάτων στην ελληνική χερσαία και θαλάσσια επικράτεια θα μπορέσει στην μετα-κορονοϊό εποχή να συνεισφέρει σημαντικά οικονομικά οφέλη και να καταστήσει την Ελλάδα πιο σημαντική και από γεωπολιτική άποψη.
Οι διαπιστωθείσες ήδη ομοιότητες πολλών θαλασσίων στόχων με το κοίτασμα “Zohr” (ακαθάριστης αξίας 200 δισ. ευρώ) στο νότιο Ιόνιο και ιδιαίτερα στις περιοχές της νοτιοδυτικής και δυτικής Κρήτης, καθώς και οι ανακαλύψεις των κοιτασμάτων “Αφροδίτη”, “Καλυψώ”, ¨”Γλαύκος” και των γεωλογικών δομών “Ονησιφόρος” της Κύπρου, και Λεβιάθαν στο Ισραήλ καθιστούν την Ελλάδα σημαντικό πόλο έλξης για την έρευνα υδρογονανθράκων, παρά τη συγκυριακή αναστολή.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι έρευνες στα ελληνικά ύδατα σε μεγάλα βάθη, παρόμοια ή και μεγαλύτερα από αυτά της Νοτιοανατολικής Μεσογείου ή της Μαύρης Θάλασσας, μπορούν στην πράξη να αναδείξουν την Ελλάδα σε πρωτοπόρο της τεχνολογίας σε θέματα γεωτρήσεων, ασφάλειας και παραγωγής. Αυτή την περίοδο ο εντοπισμός κοιτασμάτων στην χώρα μας περιλαμβάνει 12 Παραχωρήσεις Ερευνητικών Περιοχών σε Εταιρείες παγκοσμίου κύρους όπως η REPSOL, EXXONMOBIL, HELLENIC PETROLEUM, ENERGEAN, EDISON & TOTAL (Eικ.2, περιοχές χερσαίες με Πράσινο χρώμα, και θαλάσσιες περιοχές με βαθύ μπλέ χρώμα).
Να σημειώσουμε ότι λόγω κορονοϊού και εξ αυτού οικονομικής κρίσης δεν αναμένεται η ΕΔΕΥ Α.Ε. –πριν ανακάμψει η τιμή του πετρελαίου– να προκηρύξει εκ νέου διαγωνισμό παραχωρήσεων για τις υπάρχουσες αδιάθετες ερευνητικές περιοχές της ελληνικής ΑΟΖ (Εικ.2, με ανοικτό μπλέ χρώμα), εκτός βεβαίως εάν υπάρξει κάποια στιγμή ανακάλυψη με γεώτρηση νέου υποθαλάσσιου κοιτάσματος.
Σε πρόσφατη ανακοίνωση του ΟΟΣΑ (23/03/2020) αναφέρθηκε ότι η οικονομική επίπτωση του κορονοϊού αναμένεται να διαρκέσει αρκετά μεγάλο διάστημα, χωρίς όμως να το προσδιορίζει. Επίσης, αναφέρθηκε ότι η τιμή του πετρελαίου θα μπορούσε να καταλήξει ακόμα και στα 10 δολ. ανά βαρέλι. Η δικιά μας εκτίμηση είναι ότι είναι πιθανό να έχουμε μεγάλη ύφεση και τιμές πετρελαίου της τάξης των 30δολ ανά βαρέλι για τουλάχιστον μία πενταετία.
Με δεδομένο ότι η Ελλάδα εισάγει σήμερα το σύνολο των αναγκών της σε υδρογονάνθρακες οι χαμηλές τιμές την ευνοούν, αλλά μετά από μία παρατεταμένη κρίση θα υπάρξει επιτακτική ανάγκη να δημιουργηθεί νέος εγχώριος πλούτος ώστε να αντιμετωπισθεί η φτώχεια που θα έχει ήδη προκύψει στην Ελλάδα. Ο διαθέσιμος μη εισαγόμενος ενεργειακός πλούτος είναι τα πιθανά σημαντικά υποθαλάσσια κοιτάσματα και σε πολύ μικρότερο βαθμό η ηλιακή και η αιολική ενέργεια.
Σημειώνουμε ότι το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολική και ηλιακή ενέργεια σήμερα είναι κατά μέσο όρο της τάξης των 75 δολ. ανά ισοδύναμο βαρέλι (η τιμή του πετρελαίου είναι στα 25 δολ. ανά βαρέλι). Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις μας, σε ορίζοντα 35ετίας, είναι δυνατόν η Ελλάδα να δημιουργήσει έναν ελάχιστο ακαθάριστο (αξία μέσα στην Γη) υποθαλάσσιο πλούτο κοιτασμάτων υδρογονανθράκων της τάξης του ενός τρισ. ευρώ, τα οποία θα συνοδεύονται από τουλάχιστον 300.000 θέσεις περιφερειακές θέσεις εργασίας. Εξ αυτού το συνολικό καθαρό φορολογικό όφελος του δημοσίου από τις αναμενόμενες εκμεταλλεύσεις θα μπορούσε να φθάσει τα 350 δισ. ευρώ στον ίδιο ορίζοντα.
Υπάρχει πολιτική βούληση από Μητσοτάκη;
Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει την πολιτική βούληση να αναδείξει τον ορυκτό πλούτο υδρογονανθράκων στην Ελλάδα; Υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι η μέχρι σήμερα προσπάθεια προσέλκυσης ερευνητικών επενδύσεων έχει αφεθεί στην τύχη της. Κανείς αρμόδιος, ή η ΕΔΕΥ (παραμένει ακυβέρνητη) δεν απαντά εάν υπάρχει συγκεκριμένο σχεδιο αξιοποίησης του ελληνικού ορυκτού πλούτου υδρογοναθράκων, σε συνδυασμό με την κρίση που προήλθε από την πανδημία.
Η αναγκαία ελάχιστη τιμή πετρελαίου για την επιβίωση της παραγωγής του σχιστολιθικού αερίου στις ΗΠΑ σήμερα είναι της τάξης των 45 δολ. ανά βαρέλι. Άρα με τιμές πετρελαίου 26 δολ. ανά βαρέλι η παραγωγή υδρογονανθράκων στις ΗΠΑ κινδυνεύει με κατάρρευση σε αντίθεση με τη Ρωσία και τη Σαουδική Αραβία, όπου οι τιμές παραγωγής υδρογονανθράκων είναι πολύ χαμηλότερες.
Η Ουάσιγκτον ήδη πιέζει τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία να τα βρουν μεταξύ τους ώστε να μειώσουν αποτελεσματικά την παραγωγή τους και η παραγωγή να επιβιώσει ιδιαίτερα σε περιοχές με σχετικά υψηλό κόστος εξόρυξης, όπως οι ΗΠΑ και η Ανατολική Μεσόγειος. Καταλήγοντας, να προσθέσουμε ότι στην μετα-κορονοϊό οικονομική κρίση η Ελλάδα διαθέτει μία ευκαιρία εξόδου από την κρίση, την οποία δεν πρέπει να χάσει. Είναι η εκμετάλλευση το ταχύτερον δυνατόν των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων της.