Τα απόκρυφα για την ανάπτυξη
04/03/2018Παράδοξα, οι Έλληνες βιομήχανοι ζητάνε ουσιαστικά από την Κομισιόν να ενισχυθούν οι επιχειρήσεις που είναι ήδη κερδοφόρες και όχι οι προβληματικές. Οι επενδύσεις από το εξωτερικό κρίνονται αναγκαίος όρος για την ανάπτυξη.
Γράφει ο Μάκης Ανδρονόπουλος –
Υπεραποσβέσεις, δηλαδή αποσβέσεις πάνω από το κανονικό, ούτως ώστε να μειώνεται η κερδοφορία των επιχειρήσεων και να πληρώνονται λιγότεροι φόροι, ζήτησε ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας με επιστολή του από τον επίτροπο Οικονομικών Υποθέσεων Πιέρ Μοσκοβισί (ΒΗΜΑ). To αίτημα, σύμφωνα με το κοινοτικό κεκτημένο, θεωρείται κρατική ενίσχυση. Για να επιτευχθεί το αίτημά του, ο ΣΕΒ προτείνει μείωση των συντάξεων και σύνδεση του κατώτερου μισθού με την διεθνή ανταγωνιστικότητα.
Σημειωτέον ότι η πρακτική αυτή, που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα για τριάντα χρόνια, οδήγησε στην αποβιομηχάνηση της χώρας. Παρενθετικά, αξίζει πάντως ο κάθε σημερινός Αθηναίος, ιδιαίτερα οι νέοι που δεν βλέπουν γύρω τους θετικά παραδείγματα, να επισκεφθούν μέχρι τις 25 Μαρτίου στην Τεχνόπολη την έκθεση MADE IN GREECE. Εκεί θα δουν τι παρήγαγε η ελληνική βιομηχανία στις δεκαετίες του 1960-80.
Το αίτημα του ΣΕΒ κατά πάσα πιθανότητα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, αφ’ ενός γιατί υπό τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί είναι κοινωνικά ανάλγητο. Αλλά και σε επίπεδο ΕΕ, είναι δύσκολο να ενταχθεί στο άρθρο 107 της Συνθήκης της Λισαβόνας. Αυτό προβλέπει κρατικές ενισχύσεις σε αγορές που έχουν καταρρεύσει (failure market). Οι προβλέψεις του χρησιμοποιήθηκαν για να ενισχυθούν οι ελληνικές τράπεζες με κρατικά κεφάλαια.
Κι αυτό γιατί οι επιχειρήσεις που έχει στο μυαλό του ο ΣΕΒ είναι ήδη κερδοφόρες. Θα μπορούσε να γίνει αυτό που προτείνει για κλάδους βιομηχανικούς ή υπηρεσιών που έχουν όντως πληγεί από την κρίση. Κάτι τέτοιο θα βοηθούσε ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις της Αττικής και της Θεσσαλονίκης που έχουν τυπικά προβλήματα ένταξης στο ΕΣΠΑ.
Σύμφωνα με την Στρατηγική Βιομηχανικής Ανόρθωσης του ΣΕΒ, επιδίωξη είναι να αυξηθεί το μερίδιο της μεταποίησης στο ΑΕΠ από το 8,6% στο 12% μέχρι το 2020. Άλλες μελέτες διαπιστώνουν ότι το επενδυτικό κενό είναι της τάξης του 12% του ΑΕΠ, δηλαδή 17-20 δισ. ευρώ το χρόνο. Το ποσό αυτό είναι αδύνατο να καλυφθεί από το οποιοδήποτε πρωτογενές πλεόνασμα, από το οποίο μόνο το 50% μπορεί να κατευθύνεται σε επενδύσεις [δημόσιες, Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ)].
Η αναγκαιότητα του ξένου κεφαλαίου
Συνεπώς, η προσφυγή στο ξένο κεφάλαιο είναι απολύτως αναγκαία. Προϋπόθεση για την διαμόρφωση ενός ισχυρού ρεύματος ξένων κεφαλαίων και επενδύσεων είναι η βιωσιμότητα του χρέους, η οποία πρέπει να είναι απτή για τις αγορές. Δεύτερον, χρειάζεται ένα άλλο επιτελικό και αποτελεσματικό κράτος, το οποίο δεν μπόρεσαν να φτιάξουν στις δεκαετίες της μεταπολίτευσης τα κόμματα που κυβέρνησαν, η δε σημερινή κυβέρνηση διακατέχεται από αισθητή σύγχυση.
Είναι προφανές ότι ένα βαθύ reengineering του κρατικού τομέα προϋποθέτει ουσιαστική γνώση των νέων εργαλείων οργάνωσης, ριζική αναδιάταξη των αρμοδιοτήτων των υπουργείων και φυσικά πρόσωπα με στομάχι και όραμα, καθώς και μια αντιπολίτευση που θα είναι εποικοδομητική και όχι καταστροφολογική.
Το τρίτον που χρειάζεται είναι ο σχεδιασμός, η υλοποίηση και η διαχείριση μεγάλων έργων και ΣΔΙΤ από το κράτος. Αυτό προϋποθέτει μια τάξη διεθνοποιημένων τεχνοκρατών που δεν διαθέτει το δημόσιο και αυτό το ζήτημα πρέπει να λυθεί έξω από τον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα.
Το τέταρτον είναι η αναγκαία παλιννόστηση των ελληνικών κεφαλαίων του εξωτερικού, έτσι ώστε να επιβεβαιωθεί η εμπιστοσύνη στην ελληνική προοπτική. Υπάρχουν και πολλές άλλες προϋποθέσεις για ένα αναπτυξιακό μπουμ, κοινωνικές και πολιτικές, αλλά εκεί σταματά ο νους κάθε καλόπιστου παρατηρητή, καθώς ο ελληνικός μηδενισμός, ιδιαίτερα των ελίτ, έχει πιάσει ταβάνι.