Τα δημόσια οικονομικά (2017-18) χωρίς μακιγιάζ
13/10/2017του Κώστα Μελά –
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία του οκταμήνου του 2017 και τις προβλέψεις που περιλαμβάνονται στο σχέδιο προϋπολογισμού του 2018 η υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2017, είναι σχεδόν βέβαιη. Ας δούμε από πού θα προκύψει αυτό το αποτέλεσμα.
Έσοδα
Τα καθαρά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού (σε ταμειακή βάση), μετά τη μείωση των επιστροφών φόρων, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 49.804 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας απόκλιση κατά 1.860 εκατ. ευρώ ή 3,6% έναντι του στόχου του Μεσοπρόθεσμού Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021. Η απόκλιση αυτή οφείλεται κυρίως:
- Στις αυξημένες επιστροφές φόρων, οι οποίες αναμένεται να διαμορφωθούν σε 4.686 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 1.362 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου.
- Στη μείωση κατά 945 εκατ. ευρώ στο Φόρο Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων.
- Στη μετακύλιση της τελευταίας δόσης του ΕΝΦΙΑ για το έτος 2017, εκτιμώμενου ποσού 325 εκατ. ευρώ, στον Ιανουάριο του 2018.
Ωστόσο, λόγω της εκτιμώμενης υπέρβασης άλλων κατηγοριών εσόδων έναντι του στόχου, ύψους 772 εκατ. ευρώ (σε ταμειακή βάση), η παραπάνω απόκλιση περιορίζεται στα 1.860 εκατ. ευρώ. Η μείωση των εσόδων από φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων αντανακλά δύο παράγοντες:
Ο πρώτος παράγοντας είναι το γεγονός ότι τα φυσικά πρόσωπα φαίνεται ότι αδυνατούν να αποπληρώσουν τις αυξημένες φορολογικές τους υποχρεώσεις καθώς η φοροδοτική ικανότητά τους έχει περιορισθεί σημαντικά. Τούτο αντικατοπτρίζεται στην εξέλιξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών των ιδιωτών, οι οποίες αυξάνονται συνεχώς, είτε πρόκειται για χρέη προς το Δημόσιο (κυρίως οφειλές προς την εφορία) είτε για χρέη προς επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας.
Ειδικότερα, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ιδιωτών (νοικοκυριών και επιχειρήσεων) προς το Δημόσιο ανήλθαν στα 95,3 δισ. ευρώ το 2016, έναντι 87,5 δισ. ευρώ το 2015. Το πρώτο επτάμηνο του 2017 αυξηθήκαν περαιτέρω και διαμορφώθηκαν σωρευτικά τον Ιούλιο σε 97,4 δισ. ευρώ. Επίσης, παρατηρείται μείωση των παλαιών ληξιπρόθεσμων οφειλών από τον Ιανουάριο έως τον Ιούλιο του 2017 κατά 1,9 δισ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την εντατικοποίηση των ελέγχων που είχε ως αποτέλεσμα την εξόφληση φορολογικών υποχρεώσεων παρελθόντων ετών.
Εξαντλείται η φοροδοτική ικανότητα
Από την άλλη πλευρά, φαίνεται πως η αδυναμία στη φοροδοτική ικανότητα οδηγεί σε αύξηση των νέων οφειλών εντός του έτους, από 1,6 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο σε 7,5 δισ. ευρώ τον Ιούλιο. Έτσι εν τέλει οι υποχρεώσεις των ιδιωτών προς το Δημόσιο, στο σύνολό τους διαμορφώνονται σε νέο υψηλότερο επίπεδο.
Επίσης, το ποσοστό των ατόμων στο σύνολο του πληθυσμού που αδυνατούν να πληρώσουν εγκαίρως τις οικονομικές υποχρεώσεις τους προς τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας αυξήθηκε σημαντικά την περίοδο της οικονομικής κρίσεως από 15,7% το 2007 σε 42,2% το 2016. Το αντίστοιχο ποσοστό που αφορά τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης παραμένει σχετικά σταθερό και το 2015 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) ανήλθε σε 8,4%.
Ο δεύτερος παράγοντας που ευθύνεται για τη μείωση των εσόδων από το φόρο εισοδήματος είναι η μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών το 2016 έναντι του 2015. Η μείωση μπορεί να οφείλεται εν μέρει σε συγκυριακούς λόγους, όπως τα μειωμένα εισοδήματα δικηγόρων, λόγω της πολύμηνης αποχής τους. Μπορεί να οφείλεται και σε τεχνητής φύσεως αλλαγές, όπως η μεταφορά δραστηριοτήτων σε νομικά πρόσωπα, ή η μετατροπή της σχέσεως από ελεύθερο επάγγελμα σε μισθωτή εργασία εξαιτίας της αυξήσεως των φορολογικών συντελεστών, Μπορεί τέλος να συνδέεται και με μετακινήσεις σε δραστηριότητες που ενέχουν υψηλή φοροδιαφυγή.
Το τελευταίο έχει ιδιαίτερη σημασία διότι τα κέρδη στη μάχη εναντίον της φοροδιαφυγής, μέσω της διευρύνσεως των ηλεκτρονικών συναλλαγών είναι πολύ πιθανό να αντισταθμισθούν από την αύξηση της παραοικονομίας, Προς τα εκεί ωθούν οι αυξημένοι φορολογικοί συντελεστές και οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές. Επιβεβαιώνεται εκ νέου ότι η υψηλή φορολογία αποτελεί ισχυρό κίνητρο για φοροδιαφυγή.
Οι δαπάνες
Στο σκέλος των δαπανών, οι πρωτογενείς δαπάνες, σύμφωνα με το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2018, για το 2017 (43.601 εκατ. ευρώ) σε σχέση με το 2016 (47.919 εκατ. ευρώ) θα είναι σημαντικά μειωμένες κατά 4.318 εκατ. ευρώ (Πίνακας 1). Αυτό επιβεβαιώνεται από την μείωσή τους στο πρώτο οκτάμηνο του 2017 κατά 1.45ο εκατ. ευρώ, σε ετήσια βάση. Το κονδύλι που αντιστοιχεί σε μισθούς και συντάξεις θα υποστεί τη μεγαλύτερη μείωση: 5.672 εκατ. ευρώ.
Τέλος, όσον αφορά στις δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, το ύψος τους εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 6.750 εκατ. ευρώ το 2017, έναντι 6.23ο εκατ. ευρώ το 2016. Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, με βάση το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού 2018, θα διαμορφωθούν στο ύψος που προέβλεπε και το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021.
Οι προοπτικές για το 2018
Η επίτευξη, ωστόσο, του στόχου για το 2018 δεν θα είναι εύκολη. Ο κυριότερος λόγος σχετίζεται με την ίδια τη φύση της πλεονασματικής θέσεως του 2016 και 2017. Η τελευταία στηρίχθηκε σε κάποιο βαθμό στην επίδραση ορισμένων συγκυριακών και όχι μόνιμων στοιχείων.
Πρώτον, στο πλεόνασμα του 2017 συνέβαλαν ορισμένα έκτακτα εφάπαξ μέτρα που ακολούθησαν τις παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό και στο φορολογικό σύστημα. Τα αυξημένα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές οφείλονται περισσότερο στη διπλή καταβολή εισφορών από ασφαλισμένους ορισμένων ταμείων παρά στην αύξηση της απασχολήσεως. Επίσης, οφείλονται στον αυξημένο συντελεστή προκαταβολής για ομόρρυθμες εταιρίες και αυτοαπασχολούμενους.
Δεύτερον, το 2017 ενισχύθηκε έτι περαιτέρω το φαινόμενο της καθυστερήσεως της απονομής συντάξεων, εξέλιξη που ενδέχεται να επιβαρύνει τους προϋπολογισμούς των επόμενων ετών.
Παράλληλα, με βάση το ίδιο το Σχέδιο Προϋπολογισμού 2018, διαπιστώνεται στασιμότητα στην είσπραξη εσόδων από άμεσους φόρους το 2017 και 2018, παρά την αύξηση των φορολογικών συντελεστών.
Επίσης προβλέπεται μεγάλη αύξηση του θετικού ισοζυγίου των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης (το 2018 1,516 δισ. ευρώ, το 2017 0,378 δισ. ευρώ). Για το 2018 απορροφά πλήρως την υστέρηση έναντι των μεγεθών του Μεσοπρόθεσμού Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018 για τα έσοδα από άμεσους φόρους. Από τα μέχρι τώρα στοιχεία δεν υπάρχει επίσημη τοποθέτηση αν αυτό το αποτέλεσμα προέρχεται από τη μεριά των εσόδων (δηλαδή από νέες εισφορές) ή από τη μεριά των δαπανών (μείωση συντάξεων, κάτι που είναι μάλλον προφανές).
Περικοπή λειτουργικών δαπανών
Ακόμη για το 2018 προϋπολογίζεται μια φιλόδοξη και μεγάλου μεγέθους περικοπή λειτουργικών δαπανών σε επίπεδο κεντρικής κυβέρνησης. Αυτή συνοδεύεται και από μια εθνικολογιστική προσαρμογή εξοικονόμησης δαπανών από φορείς της γενικής κυβέρνησης που θα χρηματοδοτήσει κοινωνικές δαπάνες. Προϋπολογίζεται, μάλιστα, ότι θα υπεραντισταθμίσει την αύξηση των δαπανών μισθοδοσίας του κράτους.
Σε σχέση με το 2017 η μισθοδοσία της κεντρικής κυβέρνησης το 2018 θα είναι αυξημένη σε 12,63 δισ. ευρώ έναντι 12,37 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 340 εκατ. ευρώ περίπου. Οι λειτουργικές δαπάνες της κεντρικής κυβέρνησης υπολογίζεται ότι θα μειωθούν σημαντικά από 6,1 δισ. που είναι η εκτίμηση υλοποίησης το 2017 σε 5,24 δισ. για το 2018.
Οι εκτιμήσεις για την πορεία της οικονομίας και των εσόδων παραμένουν σε αυτό το στάδιο ακόμα εξαιρετικά αβέβαιες. Υπάρχουν καταγεγραμμένοι κίνδυνοι στην επίτευξη των στόχων, ειδικά σε ό,τι αφορά τα έσοδα από άμεσους φόρους. Από την άλλη, όμως, είναι εφικτό και πιθανό τους επόμενους μήνες, οι εξελίξεις να υπερβούν αυτούς τους κινδύνους.
Ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης
Πηγή: Προσχέδιο Προϋπολογισμού 2018