Τι έφταιξε για τα δύο μπλακάουτ σε λίγες μέρες
21/02/2021Το βράδυ της Κυριακής 7 Φεβρουαρίου έσκασε μετασχηματιστής στο Κέντρο Υπερυψηλής Τάσης Ασπροπύργου κι αστόχησε ένα ς συνδεμένος διακόπτης, ενώ λίγες μέρες αργότερα ένας συνήθης χιονιάς κατάφερε να διαλύσει το δίκτυο διανομής. Ένας χιονιάς που όχι μόνο είχε προαναγγελθεί από μέρες απ’ τους μετεωρολόγους, που έκαναν συγκρίσεις με το χιονιά του Μαρτίου 1987, αλλά τελικά ήταν πιο ήπιος απ’ τις προειδοποιήσεις. Μέσα σε λίγες μέρες εκατομμύρια συμπολιτών μας έζησαν δυο φορές τον εφιάλτη του μπλακάουτ.
Λαϊκιστές πολιτικοί ψάχνουν πάντα να βρουν άλλοθι στην “κακιά ώρα”, στον “κακό μας τον καιρό”, τα τελευταία χρόνια στο μαϊντανό της “κλιματικής αλλαγής”, λες και το κλίμα δεν αλλάζει από τότε που υπάρχει η γη. Έτσι, για τις πλημμύρες παλαιότερα στον Κηφισό, τελευταία στη Μάνδρα, στην Εύβοια, στο Μουζάκι έφταιγε πάντα η βροχή κι όχι η αστικοποίηση, τα μπαζωμένα ρέματα και τα ανύπαρκτα αντιπλημμυρικά. Οι πολιτικοί που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη Ελλάδα είναι μονίμως ανεύθυνοι, κάνουν συμφωνίες με τον καιρό για αιώνια λιακάδα.
Ωστόσο, ο μετασχηματιστής που έσκασε στο ΚΥΤ Ασπροπύργου υποδέχεται τα φορτία απ’ τις ανεμογεννήτριες, που γέμισαν τις βουνοκορφές. Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησος, Αττική και Τροιζηνία έχουν ήδη 2480MW αιολικών, που ανεβοκατεβάζουν “έγχυση” ρεύματος ανάλογα με τις εξαιρετικά ασταθείς πνοές του ανέμου. Ανάλογα πρέπει να δουλεύουν οι μετασχηματιστές στα ΚΥΤ, επειδή η νομοθεσία προβλέπει την κατά προτεραιότητα απορρόφηση της ενέργειας των αιολικών, αλλά δεν προβλέπει κάτι για τα προβλήματα που προκαλεί στα δίκτυα το ανεβοκατέβασμα των φορτίων.
Για να δουλέψει το δίκτυο με ευστάθεια πρέπει πάντα η ζήτηση ρεύματος να είναι σε ισορροπία με την παραγωγή. Μετά το συμβάν της 7 Φεβρουαρίου 2021 στο Κέντρο Υπερυψηλής Τάσης Ασπροπύργου, ο ΑΔΜΗΕ, με δυο ανακοινώσεις, στις 10 και στις 14 Φεβρουαρίου, ως μέτρα θωράκισης του συστήματος μεταφοράς, επέβαλε τη λειτουργία μονάδων λιγνίτη, φυσικού αερίου και υδροηλεκτρικών σταθμών στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα.
Τόνισε χαρακτηριστικά πως «στις εκτιμήσεις παραγωγής δεν λαμβάνονται υπόψη οι ΑΠΕ, καθώς σε ακραίες συνθήκες ψύχους η συμβολή τους εμφανίζεται πολύ περιορισμένη». Τα αιολικά δεν “εγχέουν” ρεύμα όταν δεν φυσά ή όταν φυσά πολύ και κλείνουν για να αυτοπροστατευτούν, όπως συνέβη στην Καρυστία. Τα φωτοβολταϊκά δεν παράγουν, στις λίγες ώρες που δουλεύουν, όταν είναι καλυμμένα με χιόνι.
Πως καταστράφηκε ο ελληνικός ηλεκτρισμός
Οι ΑΠΕ είναι ένα δεύτερο σύστημα ηλεκτροδότησης, παράλληλα με το παραδοσιακό σταθερό, κι ο ΑΔΜΗΕ δεν το εμπιστεύεται στις κακοκαιρίες. Με την κατά προτεραιότητα απορρόφηση της ασταθούς ενέργειας, οι ΑΠΕ φουσκώνουν σε σταθερή βάση τους λογαριασμούς των καταναλωτών. Μην απορείτε λοιπόν αν πληρώνετε όλο και περισσότερο για ρεύμα κι αν στις κακοκαιρίες συντηρείτε τα τρόφιμα με χιόνι, αν παιδιά κι ηλικιωμένοι ξεπαγιάζουν, αν συσκευές παροχής οξυγόνου παύουν να λειτουργούν. Φταίει ο χειμώνας, ποτέ η πολιτική!
Η σημερινή κατάσταση στον ηλεκτρισμό είναι άμεση συνέπεια της χρεοκοπίας του 2010. Τον Οκτώβριο 2010 ο τότε υφυπουργός Ενέργειας ανήγγειλε στη Βουλή τη σταδιακή αντικατάσταση του ελληνικού λιγνίτη από εισαγόμενο φυσικό αέριο, εγκαταλείποντας τα μεγάλα αποθέματα λιγνίτη σε ήδη ανοικτά ορυχεία. Έπειτα, είπαν πως πρέπει να δώσουμε σε ξένους τόσο τα δίκτυα υψηλής τάσης όσο και τα δίκτυα της διανομής και τόσο ο ΑΔΜΗΕ όσο κι ο ΔΕΔΔΗΕ έχουν απογυμνωθεί από έμπειρο τεχνικό προσωπικό.
Σε συνέντευξη στη Bild ο πρωθυπουργός είπε πως απ’ την απολιγνιτοποίηση θα ωφεληθούν και γερμανικές εταιρείες και μόλις πρόσφατα μάθαμε πως, σε χωράφια που θα έσκαβαν τα λιγνιτωρυχεία, θα βάλουν οι Γερμανοί 1.000MW φωτοβολταϊκά! Αυτά που στην κακοκαιρία ο ΑΔΜΗΕ τα θεωρεί ως αναξιόπιστα! Μετά το ξεπούλημα των τηλεπικοινωνιών, θα ξεπουλήσουν και το ρεύμα. Ό,τι μπαίνει σε κάθε σπίτι!
Όταν υπήρχε “ενεργειακή δημοκρατία”
Αξίζει εδώ να θυμηθούμε πως η ΔΕΗ ιδρύθηκε με το ν.1468/7-8-1950. Τότε παντού στη Ελλάδα υπήρχαν διάσπαρτες ηλεκτρικές εταιρείες κι ο κάθε “πάροχος” έκανε ό,τι ήθελε, πρόσφερε όποια ποιότητα ρεύματος ήθελε και τα φώτα τρεμόπαιζαν, σε όποια τιμή ήθελε, ρεύμα υπήρχε μόνο στις πόλεις και κανένας δεν ενδιαφερόταν γα τα εξαιρετικά πολυάνθρωπα τότε χωριά.
Το 1950 η Ελλάδα έβγαινε ρημαγμένη από μια δεκαετία γερμανικής κατοχής και καταστροφικού Εμφυλίου. Δεν είχε περιθώρια για “μετοχοποιήσεις”, “ιδιώτες επενδυτές”, “προσέλκυση κεφαλαίων”, “στρατηγικούς επενδυτές” και άλλα παραμύθια. Ο ελληνικός λαός, ο ρημαγμένος απ’ τους πολέμους, ήταν ο μοναδικός επενδυτής και ο μοναδικός ιδιοκτήτης της ΔΕΗ κι ο λιγνίτης του Αλιβερίου ήταν το μεγάλο στήριγμα στα πρώτα βήματα. Και τότε υπήρχαν και εισαγόμενος λιθάνθρακας και εισαγόμενο μαζούτ και πετρέλαιο. Αλλά επέλεξαν τον ελληνικό λιγνίτη, που έδινε και δουλειά στους Έλληνες.
Οι εκατοντάδες ηλεκτρικές εταιρείες παρέμειναν σε λειτουργία μέχρι το 1956, όταν με το Ν.Δ. 3523/7-8-1956, ακριβώς στα 6 χρόνια από την ίδρυση της ΔΕΗ, κηρύχθηκε η λήξη όλων των εκμεταλλεύσεων και όλων των συμβάσεων παραγωγής, μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας με ιδιώτες. Στις εταιρείες δόθηκε η δυνατότητα να συζητήσουν με τη ΔΕΗ την εξαγορά του εξοπλισμού τους, ενώ η ΔΕΗ δεν θα μπορούσε να μεταβιβάσει σε οποιονδήποτε τρίτο τα προνόμιά της στην παραγωγή, μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας.
Οι μετεμφυλιακές κυβερνήσεις, που μόνο “αριστερές” δεν ήταν, προώθησαν στην πράξη την “ενεργειακή δημοκρατία” με μια ισχυρή, καθετοποιημένη, δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού, ουσιαστικά ένα συνεταιρισμό όλων των Ελλήνων, που διαμόρφωνε το μείγμα ηλεκτροπαραγωγής με βάση τις πιο φθηνές διαθέσιμες πηγές -ξεκινώντας πάντα απ’ τις εγχώριες- που μπορούσε να εκμεταλλεύεται τις οικονομίες κλίμακας προς όφελος του πληθυσμού, που μπορούσε να λειτουργεί με χαμηλότερες αποδόσεις κεφαλαίου και μεγαλύτερους χρόνους απόσβεσης των επενδύσεων.
Το μοντέλο εκείνο είχε τη δυνατότητα να κρατά χαμηλά τις τιμές χωρίς να κερδοσκοπεί σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Μπορούσε να συμπαρασταθεί στο κοινωνικό σύνολο όταν χρειαζόταν χωρίς να κόβει το ρεύμα την ημερομηνία λήξης του λογαριασμού, ενώ είχε τη δυνατότητα να δίνει δουλειές στους Έλληνες ακόμα κι όταν κάποιοι απ’ αυτούς είναι “εθνικοί προμηθευτές”.
Από τα πιο φθηνά τιμολόγια στην Ευρώπη
Από τότε, η ΔΕΗ μεγάλωσε και αναπτύχθηκε και μαζί της αναπτύχθηκε και η χώρα. Μετά το Αλιβέρι ήλθαν η Πτολεμαΐδα και η Μεγαλόπολη. Οι απανωτές πετρελαϊκές κρίσεις έδωσαν νέα ώθηση στο λιγνίτη, νέα ορυχεία στη Δυτική Μακεδονία, νέοι ΑΗΣ, νέες δουλειές για τους Έλληνες. Ο λιγνίτης εξελίχθηκε στο δικό μας “μαύρο χρυσό” και θωράκισε τη χώρα απέναντι στις απρόβλεπτες μεταβολές των τιμών των εισαγόμενων καυσίμων, απέναντι στα παιχνίδια των διεθνών κερδοσκόπων, απέναντι στις αυξήσεις τιμών που έφερνε η αναταραχή στη Μέση Ανατολή. Χάρη στο λιγνίτη η χώρα είχε για δεκαετίες απ’ τα πιο φθηνά τιμολόγια σε όλη την Ευρώπη και έτσι μπόρεσε να δώσει ενιαίο τιμολόγιο σε όλη τη χώρα, ανεξάρτητα απ’ το αυξημένο κόστος παραγωγής με πετρέλαιο στα νησιά.
Σιγά-σιγά οι πυλώνες υψηλής τάσης ένωσαν τη Βόρεια με τη Νότια Ελλάδα, το δίκτυο ηλεκτροδότησης απλώθηκε παντού κι ο κόσμος έβλεπε με δέος τους εναερίτες της ΔΕΗ να σκαρφαλώνουν δεκάδες μέτρα πάνω απ’ το έδαφος. Στις πόλεις, στα χωριά και τους κάμπους απλώθηκαν τα δίκτυα διανομής του ρεύματος. Επί 60 χρόνια μοναδικός “στρατηγικός επενδυτής” στην ενιαία ΔΕΗ ήταν ο ελληνικός λαός κι η ΔΕΗ είχε τέτοια πιστοληπτική ικανότητα, που έφτασε να δανείζεται για λογαριασμό του Δημοσίου.
Το 2004 η ενιαία ΔΕΗ έφερε σε πέρας την απαιτητική Ολυμπιάδα της Αθήνας, με ζήτηση ρεύματος πολύ υψηλότερη της σημερινής. Έπειτα ήρθε η “απελευθέρωση” της αγοράς ηλεκτρισμού κι η ΔΕΗ έσπασε σε τρία κομμάτια, ξεχώρισε η παραγωγή ηλεκτρισμού από τα δίκτυα υψηλής τάσης, τα οποία έγιναν ο ΑΔΜΗΕ, ενώ τα δίκτυα μέσης και χαμηλής τάσης έγιναν ο ΔΕΔΔΗΕ. Το αποτέλεσμα το είδαμε πρόσφατα και τα χειρότερα έρχονται.