Τί πρέπει να έχει ένας καλός συνέταιρος
20/09/2022Με τα απανωτά πλήγματα που δέχεται ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας από αμετροεπείς κυβερνήσεις των οποίων στρατηγική είναι η εξάρτηση ενισχυόμενη από την διογκούμενη κρίση που δημιουργεί η κατάρρευση της “παγκοσμιοποίησης”, είναι πιθανό να αναζητά σωσίβια σωτηρίας της επιχείρησής του στο πρόσωπο κάποιων εταίρων ή και χρηματοδοτών. Παρά την αστάθεια στο επιχειρηματικό τοπίο και τη σταθερή αύξηση των υποχρεώσεών του προς την κυβέρνηση-κράτος για την οποία είναι ευκολότερο να δανείζεται -αντί να διαχειρίζεται, όπως υπόσχεται πριν την ανάληψη της εξουσίας- υποθηκεύοντας τον δημόσιο πλούτο, οφείλει να παραμείνει ψύχραιμος προκειμένου να θέσει και ελέγξει τα κριτήρια συμπόρευσης με κάποιον συνεταίρο του οποίου το παρόμοιο όραμα, οι αξίες και οι συμπληρωματικές δεξιότητες, μπορούν να είναι το κλειδί για το “αξιόπλοο” του σχήματος.
Είτε ως αναγκαιότητα είτε ως στρατηγική του επιλογή για κοινή πορεία στους επιχειρηματικά θυελλώδεις καιρούς που διάγουμε, πριν προχωρήσει σε οποιαδήποτε ενέργεια πρέπει να συνειδητοποιήσει κατά πόσον ο ίδιος είναι δεκτικός στην ιδέα ενός εταιρικού σχήματος και μετά να ορίσει τη μορφή με τα κριτήρια και τους κανόνες που θα το διέπουν, θέτοντας ως τελευταίο αλλά όχι έλασσον το χρηματικό κεφάλαιο συμμετοχής του πιθανού του εταίρου.
Το “κομπόδεμα”, δηλαδή, δεν πρέπει να αποτελεί πρωτεύον κριτήριο καθώς υπάρχουν άνθρωποι που το διαθέτουν αλλά τους λείπει το όνειρο, η τόλμη και οι δεξιότητες να το πραγματοποιήσουν. Όποιος επιλέγει να τους το υποσχεθεί με τα χρώματα και τις διαστάσεις που τους γοητεύουν, μπορεί μεν να “ενθυλακώσει” το χρήμα διαπράττοντας όμως σφάλμα αν τους εκλάβει ως δεδομένους. Από τη στιγμή που αγοράζουν συμμετοχή στο όνειρο είναι “πελάτες” και όχι επενδυτές (ούτε πρόκειται να γίνουν), οπότε είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα του δυσκολεύουν την καθημερινότητα όσο δεν θα παίρνουν ό,τι τους υποσχέθηκε με συνέπεια, αντί της επίλυσης του προβλήματος ρευστότητας, να διακινδυνεύσει την άτακτη λύση της επιχείρησης.
Προκειμένου, λοιπόν, να μην αλλάξει τον έναν μπελά -την έλλειψη ρευστότητας- με άλλον σοβαρότερο συνεταιριζόμενος με ακατάλληλο άτομο, επιβάλλεται να συνθέσει το προφίλ του πιθανού του εταίρου σύμφωνα με τα δικά του προσωπικά χαρακτηριστικά και τις ανάγκες της επιχείρησης, επιδιώκοντας την καλύτερη δυνατή συμβατότητά τους. Η επιλογή ενός εταίρου χρειάζεται μια πολύ σοβαρή αξιολόγηση για να αποφευχθούν τυχόν μελλοντικές συγκρούσεις στη συνεργασία. Ως εκ τούτου, χωρίς συναισθηματισμούς, ψύχραιμα και λογικά σκεπτόμενος, οφείλει να καταρτίσει μια λίστα ξεκινώντας από τη διαπίστωση ότι ακόμη και ο απατεώνας έντιμο ψάχνει για να κάνει τη δουλειά του!
Τρίπτυχο καλής συνεργασίας
Συνεπώς, η πρόταξη της εντιμότητας μαζί με την ακεραιότητα και την ειλικρίνεια ως ένα απαραίτητο τρίπτυχο πάνω στο οποίο βασίζεται η εμπιστοσύνη και η αξιοπιστία, συνιστά συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ. Το πάθος του πιθανού εταίρου για την επιτυχή έκβαση της κοινής τους απόπειρας, μαζί με τη δημιουργικότητά του –απαραίτητο υπόβαθρο λήψης καλύτερων αποφάσεων- συμπληρώνουν τον καμβά πάνω στον οποίο θα οργανώσουν και πραγματοποιήσουν ό,τι οραματίζονται. Η δε επικοινωνία δεν πρέπει να περιορίζεται στη συγκαταβατικότητα και την ανοχή μόνο, αλλά, να αποτελεί τον καταλύτη μετατροπής των (αναπόφευκτων) διαφωνιών σε ομόρροπη ενέργεια προς το καλύτερο για την εταιρία.
Εκτός από τα προσωπικά χαρακτηριστικά του πιθανού εταίρου είναι σωστό να αναζητήσει στοιχεία της συμπεριφοράς, της φήμης και των σχέσεων του στην αγορά, τη στάση του απέναντι στο ρίσκο και τη διάθεση να βγαίνει από τη ζώνη της άνεσής του. Η εμπειρία του, η όποια δικτύωση και η οικονομική του δυνατότητα να καλύψει την υποχρέωση συμμετοχής του στο εταιρικό κεφάλαιο, έρχονται να ενισχύσουν ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες του σχήματος. Τα δεδομένα αυτά μαζί με τα προηγούμενα καθιστούν λειτουργικότατη τη διάκριση των μεταξύ τους ρόλων διευκολύνοντας τους κάθε είδους συνεργάτες και τους πελάτες τους, εκτελώντας τα καθήκοντά τους αποτελεσματικά χωρίς τον κίνδυνο δόλιας παρείσφρησης τρίτων στις μεταξύ τους σχέσεις, καθόλου ασύνηθες φαινόμενο.
Με όλα τα παραπάνω είναι πιθανό κάποιος να σκεφτεί –ίσως- όχι άδικα- ότι «έναν τέτοιον άνθρωπο θα τον παντρευόμουνα», όμως, καλύτερα πρώτα να συμβιώσει/συμπράξει μαζί του και μετά να συμπεθεριάσει. Εξάλλου, πρόκειται για μια μορφή “γονικής μέριμνας” για την αρτιότερη διαμόρφωση της οικονομικής και κοινωνικής τους οντότητας με ευθύνη κάθε πλευράς. Σε κάθε περίπτωση, η ελπίδα για το καλύτερο δεν πρέπει αποκλείει ένα σχέδιο για το χειρότερο δεδομένου ότι πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος της τρίτης αρχής του Murphy (αν κάτι μπορεί να πάει στραβά, θα πάει στραβά) στο συνεταιρισμό, όπως άλλωστε και στο γάμο. Προς τούτο προτείνεται η γραπτή πρόβλεψη της -κατά το δυνατό- αδιατάρακτης αποχώρησης λόγω “ασυμφωνίας χαρακτήρων” προκειμένου να περιοριστούν οι συνέπειες για την εταιρία (το παιδί), τους ίδιους και την αγορά.