Ανασυγκρότηση ή “κονιορτοποίηση”
15/04/2018Γράφει ο Μένιος Τασιόπουλος –
Σύμφωνα με τις αρχικές παραδοχές και εκτιμήσεις του 1ου Μνημονίου η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε επιστρέψει στις αγορές τον Ιούνιο του 2012. Βρισκόμαστε στον Απρίλιο του 2018, η ανασυγκρότηση είναι ακόμα ζητούμενο, το δε θεσμικό και οικονομικοκοινωνικό σύστημα έχει υποστεί ανήκεστες βλάβες. Όσον αφορά το πολιτικό σύστημα, αυτό έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό την αναγκαία αξιοπιστία και ικανότητα να χειριστεί τις υποθέσεις του έθνους σε μία τόσο κρίσιμη συγκυρία.
Στην περίπτωσή μας, η τελευταία αυτή φράση ακούγεται ως ευφημισμός, παρά σαν κάτι αυτονόητο, όπως θα έπρεπε να είναι. Θα έπρεπε, αλλά δεν συμβαίνει. Τόσο οι ηγεσίες των κομμάτων όσο και οι οργανικοί διανοούμενοι, από τη δεκαετία του 1990 και μετά θεώρησαν την έννοια του έθνους αναχρονισμό και ένδειξη υπανάπτυξης! Η θεώρηση αυτή είχε επιπτώσεις και στην οργάνωση και διαχείριση του εθνικού κράτους.
Στην θέση του έθνους τοποθέτησαν όχι μόνο την ευρωπαϊκή ενοποίηση, αλλά και τη φεντεραλιστική Ευρώπη. Της προσέδωσαν, μάλιστα, μυθώδεις διαστάσεις, που βεβαίως απέδειξε ότι δεν έχει. Αυτό συνεχίσθηκε ακόμη και όταν έγινε εξόφθαλμη η στρέβλωση, όταν αναδύθηκε η «γερμανική Ευρώπη» κατά τρόπο που δεν μπορείς να κάνεις ότι δεν υπάρχει. Με ιστορική επιπολαιότητα μετέτρεψαν την Ελλάδα αρχικά σε ευρωπαϊκή περιοχή και μετά την εκδήλωση της κρίσης, λόγω ευρώ, σε «αποικία χρέους».
Είναι γνωστό πως έχουμε φθάσει μέχρι εδώ, λίγους μήνες πριν το τέλος του 3ου μνημονίου. Έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, ο Αύγουστος του 2018 αναδεικνύεται εκ των πραγμάτων σε σημαντικό σταθμό στην πορεία της χώρας. Γιατί μπορεί να μην υφίσταται η “καθαρή έξοδος” από το μνημόνιο, αλλά οπωσδήποτε κλείνει έναν κύκλο. Μέσα στο πλαίσιο που θα οριστικοποιηθεί στις επικείμενες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές η Ελλάδα θα πρέπει να δώσει τη μάχη της: ή θα ανασυγκροτηθεί ως κυρίαρχο κράτος, ή θα «κονιορτοποιηθεί» εντός της γερμανικής Ευρωζώνης, καταλήγοντας «νομή» άλλων ισχυρότερων εθνών.
Η στρατηγική διαφωνία
Αξίζει να υπογραμμισθεί μια θεμελιώδης ανατροπή που έχει συμβεί στα χρόνια των μνημονίων και της «ελεγχόμενης χρεοκοπίας». Η Ελλάδα, από εκεί που χαρακτηριζόταν ένα φτωχό κράτος με πλούσιους κατοίκους, έχει εξελιχθεί σε μια κρατική οντότητα που παράγει υπερμεγέθη πλεονάσματα και έχει φτωχούς κατοίκους. Αν, μάλιστα, επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις ότι υπάρχουν μεγάλα ενεργειακά κοιτάσματα, θα έχουμε την πλήρη αντιστροφή: ένα πλούσιο κράτος που θα το νέμονται ξένοι με κατοίκους φτωχοποιημένους.
Η βιωσιμότητα της Ελλάδας –εντός ή εκτός Ευρωζώνης– θα κριθεί σε μια περίοδο που ξεκινάει τώρα και θα διαρκέσει μέχρι το 2021. Στην τριετία αυτή θα αντιπαρατεθούν οργανικά δύο αντίστροφες, συγκρουσιακές στη βάση και την κουλτούρα τους δυνάμεις. Από τη μία πλευρά θα είναι αυτοί που επιδιώκουν η Ελλάδα να καταστεί μία βιώσιμη διεθνή οντότητα με εθνική κυριαρχία και κοντά στις «ναυτικές δυνάμεις».
Από την άλλη πλευρά, θα είναι εκείνοι που την αντιλαμβάνονται την Ελλάδα –όπως χαρακτηριστικά έλεγε υπουργός των κυβερνήσεων Σημίτη– σαν «την κατάληξη της σιδηροδρομικής γραμμής που ξεκινά από το Βερολίνο και μέσω της Βαλκανικής φθάνει στην Μεσόγειο».
Ο συγκεκριμένος μανιχαϊσμός υπερβαίνει την παραδοσιακή διάκριση Δεξιά-Αριστερά. Οι συνθήκες προσομοιάζουν με αυτές που υπήρχαν στο κατώφλι του Εθνικού Διχασμού, στο 1915. Η ελπίδα φυσικά είναι η στρατηγική διαφωνία να μην μετατραπεί σε εκτός ορίων σύγκρουση, αλλά να παραμείνει στο πλαίσιο μια δημιουργικής αντιπαράθεσης, όπως ταιριάζει σε μια ώριμη δυτική Δημοκρατία. Αυτό, όμως, είναι ζητούμενο και όχι δεδομένο.