“Αριστερή ατζέντα” και πολιτική συναίνεση
19/08/2017του Μένιου Τασιόπουλου –
Ο σχηματισμός της κυβέρνησης συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αντιμετωπίσθηκε με μεγάλο ενδιαφέρον από όσους ήθελαν να βλέπουν λίγο πιο πέρα από τους κλασικούς κομματικούς ανταγωνισμούς. Αντιμετωπίσθηκε ως δυνατότητα συνεννόησης της Αριστεράς με τη Δεξιά (έστω κι αν αυτή εκπροσωπήθηκε από το μικρό κόμμα του Πάνου Καμμένου) στη διαχείριση της εξουσίας του κράτους.
Η παρούσα συγκυβέρνηση, πέραν της κριτικής που ασκείται σε πολιτικό επίπεδο, έδειξε ότι οι αποστάσεις μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς μπορούν να ρυθμισθούν με θετικό πνεύμα και αμοιβαίες υποχωρήσεις. Ούτως ή άλλως, σε αυτή τη βάση λειτουργεί το δημοκρατικό πολίτευμα.
Το πλέον κρίσιμο στην περίοδο των μνημονίων ήταν και είναι να μην προκληθεί ένας νέος εθνικός διχασμός, έτσι όπως τον βίωσε το έθνος το 1915 και ακόμα πιο βίαια το 1944-1949. Αυτό το νόημα είχαν οι πιέσεις από κύκλους της “ευρείας Δεξιάς” που ασκήθηκαν προς νεοφιλελεύθερους, σοσιαλοφιλελεύθερους, εθνομηδενιστές και οικονομιστές όλου του φάσματος να αποφευχθεί η δομική πόλωση με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δρομολογώντας την “αριστερή ατζέντα” ως κυβερνητική πολιτική, ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει τον δρόμο της σύγκρουσης με την ταυτότητα και τις αξίες των Ελλήνων. Πρόκειται για αφελή τυχοδιωκτισμό, ο οποίος τορπιλίζει τη δυνατότητα ενός νέου πολιτειακού consensus και οδηγεί σε νέα στρατηγική ήττα για την Αριστερά. Κι αυτό όχι μόνο, επειδή την απομονώνει στο πολιτικό επίπεδο, αλλά και επειδή τη φέρνει σε αντιπαράθεση και με τη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων που την ψήφισαν το 2015.