Έχουμε ανάγκη σχέδιο οικονομικής και κοινωνικής ανόρθωσης
12/03/2022Αν για την εθνική μας ασφάλεια και την εδαφική μας ακεραιότητα κάναμε εκτενή αναφορά στα δύο προηγούμενα άρθρα, σ’ αυτό θα περιγράψουμε ένα “Σχέδιο Οικονομικής και Κοινωνικής Ανόρθωσης”, για το οποίο πρέπει να ζητήσουμε από τους πιστωτές μας να διαπραγματευτούμε ένα πλαίσιο για την αποδέσμευση όλων των δημόσιων παραγωγικών στοιχείων και την αξιοποίηση τους στο πλαίσιο του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων. Επίσης, την δεκάχρονη εξαίρεση της Ελλάδας από τους χρονικούς περιορισμούς στην χρήση των ορυκτών καυσίμων, με ταυτόχρονες ενισχύσεις των ενεργειακών κοινοτήτων και νέες δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές αποθήκευσης.
Είναι η ώρα να υπενθυμίσουμε ότι η χώρα μας είναι η μόνη που παραμένει σε καθεστώς έκτακτης επιτήρησης από όσες “μπήκαν σε μνημόνια” προ δεκαετίας και βάλε. Παρά την πολύχρονη εφαρμογή των προβλέψεων που της επιβλήθηκαν, μάλιστα, πάει από το κακό στο χειρότερο. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άλλοι πάνε καλά στη ζώνη του ευρώ. Αντιθέτως, η κατάσταση επιδεινώνεται (ασφαλώς όχι λόγω της ελληνικής οικονομικής κρίσης) και υπαγορεύει την ανάγκη στροφής στην οικονομική πολιτική.
Μιλάμε για στροφή από την μονοδιάστατη και ψευδεπίγραφη δημοσιονομική πειθαρχία στην πραγματική σύγκλιση επιπέδων ανάπτυξης, με πρόσθετες προβλέψεις και επενδυτικούς πόρους. Ενδεικτικά υποστηρίζουμε ότι απαιτείται:
- Άμεση διαμόρφωση έκτακτου αναπτυξιακού πακέτου (στο πρότυπο του αντί covid) για την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
- Μόνιμη εξαίρεση των δημοσίων επενδύσεων από τον υπολογισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
- Έκδοση ευρωομολόγων από τον ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) για τα εθνικά δημόσια χρέη μέχρι κάποιο ύψος (π.χ. έως 80% των αντίστοιχων ΑΕΠ).
Εν τω μεταξύ, είναι πια αυταπόδεικτο ότι είναι απαραίτητη μια έντιμη συζήτηση για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια. Αν υπάρχουν σκέψεις να διαλυθεί-εγκαταλειφθεί-υποκατασταθεί το ΝΑΤΟ ας κατατεθούν συγκεκριμένα, με συνημμένο τον ισολογισμό κλεισίματος και την εξόφληση υποχρεώσεων μελών του. Σε κάθε περίπτωση η ανισορροπία, η Ελλάδα επί παραδείγματι, να ξοδεύει το 7% του ΑΕΠ της για αμυντικές δαπάνες και άλλοι, οικονομικά πιο εύρωστοι, αμελητέα ποσά, δεν μπορεί να συνεχίζεται.
Οι μεγάλες αυτές διεκδικήσεις μας δεν είναι πρόσχημα για να αποφύγουμε απαραίτητες δικές μας πρωτοβουλίες εδώ στην Ελλάδα. Ενδεικτικά και μόνον απαιτείται να προχωρήσουμε σε:
- Δημόσιες επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας, τις τηλεπικοινωνίες, το διαδίκτυο και τις εφαρμογές του, τις μεταφορές, την διαχείριση και εκμετάλλευση των σκουπιδιών, ως παραδείγματα μόνο καίριων κλάδων ενδιαφέροντος.
- Μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, με διασφαλισμένη την μετακύληση των μειώσεων αυτών στις τιμές.
- Την περιφερειακή εξισορρόπηση ως μόνιμο, πρωταρχικό στόχο κάθε αναπτυξιακού προγράμματος.
- Αύξηση του εθνικού εισοδήματος από τον τουρισμό, χωρίς αύξηση των αφίξεων.
Αλλαγή συνταγής
“Σχέδιο Οικονομικής και Κοινωνικής Ανόρθωσης” στην πραγματικότητα σημαίνει υποκατάσταση της συνταγής “δημοσιονομική πειθαρχία (ασφυξία)-ιδιωτικοποιήσεις-επιτήρηση” που δοκιμάστηκε και απέτυχε από το τρίπτυχο “κεφάλαια για επενδύσεις-παραγωγική χρήση δημόσιων περιουσιακών στοιχείων-κίνητρα”. Στην πραγματικότητα μιλάμε για ένα σχέδιο με σκοπό να ξανασταθούμε στα πόδια μας, πριν συναινέσουμε σε οποιαδήποτε αλλαγή ευρωπαϊκής συνθήκης.
Αλλά για να γίνουν επενδύσεις στο μέλλον μας, τις υποδομές μας, την επιστροφή μας στην ανάπτυξη, είναι αναγκαία μια βασική δημοκρατική εγγύηση: Οι κανόνες του παιχνιδιού να είναι καθαροί και να ορίζονται από την ελληνική κυβέρνηση με μοναδικό γνώμονα το δημόσιο (και κανένα άλλο) συμφέρον. Σε αντίθετη περίπτωση, οι επενδύσεις θα αποδημούν διαρκώς προς προορισμούς με περισσότερη διαφάνεια και ασφάλεια.
Αλλά εδώ και αρκετά χρόνια πια, στην πατρίδα μας, ζούμε μια παραγνώριση στοιχειωδών δημοκρατικών εγγυήσεων. Παράδειγμα η προ δεκαετίας –εν ονόματι της αποφυγής της στάσης πληρωμών– μετατροπή της Βουλής σε χώρο επικύρωσης πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, τις οποίες έφερνε η κυβέρνηση μετά από διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές μας. Τα δε τελευταία χρόνια, με την υποκατάσταση και της κυβέρνησης από το γραφείο του πρωθυπουργού, ώστε να υπάρχει άμεση εκπλήρωση υποχρεώσεων μας στο πλαίσιο του καθεστώτος της “γερμανικής προστασίας”, όπως το περιγράψαμε σε προηγούμενο άρθρο.
Η Κεντροαριστερά θα δώσει τέλος;
Αν η αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας ήταν επιβεβλημένη μια φορά για την θεραπεία εκτροπών λόγω μνημονίων ή covid, τώρα πια είναι προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ οποιασδήποτε απελευθερωτικής και ανορθωτικής προσπάθειας. Ζητείται Kοινοβούλιο να νομοθετεί και κυβέρνηση να διαχειρίζεται τις δημόσιες υποθέσεις, προασπίζοντας μόνο δικά μας συμφέροντα. Χωρίς να αθετεί υποχρεώσεις μας, αλλά παλεύοντας για την ελάφρυνση τους και διεκδικώντας την εκπλήρωση υποχρεώσεων τρίτων προς εμάς.
Ξέρουμε λοιπόν καλά που βρισκόμαστε. Ας δεχτούμε ότι το 2009 δεν ξέραμε ότι έρχεται στάση πληρωμών, το 2013 δεν καταλαβαίναμε ότι δεν υπήρχε κανένα success story, το 2015 είχαμε αυταπάτες και το 2019 πιστεύαμε ότι θα φεύγαμε από τα παλιά, χωρίς να υποψιαζόμαστε ότι θα πηγαίναμε σε ακόμα παλιότερα. Σήμερα, κανείς δεν δικαιούται να ισχυριστεί ότι δεν ξέρει. Εξαιρούνται οι κυβερνητικοί προπαγανδιστές και τα διαπλεκόμενα πρατήρια της αβάσιμης αισιοδοξίας τους.
Ο δρόμος του πραγματισμού είναι και ο μόνος δρόμος, ώστε να ξαναζωντανέψει η Κεντροαριστερά. Να διαμορφώσει, να διεκδικήσει και να βάλει μπροστά ένα αδρό πρόγραμμα ανόρθωσης του λαού και της χώρας μας. Για το πρόγραμμα αυτό να ζητήσει και να λάβει εντολή αυξημένης ευθύνης από το πολιτικό σώμα, τον ελληνικό λαό. Απομένει να αποδείξει ότι μπορεί. Εν τω μεταξύ, εμείς, εσείς, όλοι, καλούμαστε με τις πλάτες γυρισμένες στο χθες (αλλά και στον τοίχο) να μην ζητήσουμε τίποτα για μας, αλλά να απαιτήσουμε τα πάντα για όλους. Και ας μην ξεχνάμε:
«Να το πάρωμεν απόφασιν ότι δεν υπήρξε ποτέ “Θεός της Ελλάδος”. ‘Ενας είναι ο Θεός δι΄ όλα τα έθνη. Η φρόνησις, η διορατικότης, η προορατικότης, η επαφή με την πραγματικότητα. Ιδού τι θα μας βοηθήση θετικά να επανορθώσωμεν ό,τι είναι επανορθώσιμον».
(Αποδίδεται στον Ελευθέριο Βενιζέλο).