Ένας άλλος λαϊκισμός είναι εφικτός – Πως οι λαοί μετατρέπονται σε πλήθος
20/06/2019Πολλοί σχολιαστές, όχι μόνον οι ευρωλιγούριδες και οι γνωστοί εθνομηδενιστές, αλλά και άλλοι σοβαρότεροι, ξαφνιάστηκαν δυσάρεστα με το πρόσφατο θετικό εκλογικό αποτέλεσμα του Βελόπουλου που «πουλάει κρέμες του Αγίου Όρους» και «επιστολές του Ιησού Χριστού». Όμως, δεν δυσαρεστήθηκαν, ούτε τρόμαξαν ιδιαίτερα από τα μάλλον ψηλά ποσοστά ενός κόμματος όπως ΣΥΡΙΖΑ, που κυβέρνησε τέσσερα χρόνια με τόσα ψέματα, με την εθνικά μειοδοτική Συμφωνία των Πρεσπών και με τόσες υποχωρήσεις στις «απαιτήσεις των δανειστών».
Φάνηκε στους περισσότερους λογικό, η παρέα του Τσίπρα, του Πολάκη, του Φίλη, του Παππά και του Πετσίτη, που σε τέσσερα χρόνια έπληξε ό,τι είχε απομείνει όρθιο από τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις, να πιάνει ένα εκλογικό ποσοστό που υπερβαίνει το 20%. Οι άνθρωποι αυτοί δεν απογοητεύτηκαν ούτε από τη μικρή έστω ανάκαμψη του ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ που έφερε τη χώρα και τους πολίτες της στο σημείο που βρίσκονται σήμερα.
Ούτε απελπίστηκαν από την θριαμβευτική μάλλον επάνοδο της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς των πατριδοκάπηλων ευρωπαϊστών, των γερμανόφιλων και αμερικανόφιλων, που δεν μοιάζουν καθόλου να έχουν μετανοήσει για τις μέχρι σήμερα πολιτικές τους. Η ‘μεταφασίσουζα’ και φαινομενικά α-πολίτικη ‘προοδευτική κοινή γνώμη’ των Ελλήνων νέο-ραγιάδων ενοχλήθηκε, που ένας συντηρητικός πολιτικός φορέας σαν την ‘Ελληνική Λύση’ αποδυνάμωσε σημαντικά τα εκλογικά ποσοστά του παλαιο-φασιστικού πολιτικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής.
Ενδεχομένως, μάλιστα, ορισμένοι λυπήθηκαν γι’ αυτό, αφού με το εικονικό αντίπαλο δέος της Χρυσής Χρυσής, που για κάποιους κατάντησε να μονοπωλεί σχεδόν τα λαϊκά πατριωτικά συναισθήματα, τα πράγματα ήταν πιο ‘καθαρά’: κάθε εκδήλωση αντιφασιστικού δημοκρατικού πατριωτισμού μπορούσε να καταχωρηθεί ρητορικά στις χρυσαυγίτικες λογικές!
Περισσότερο παρά ποτέ άλλοτε, η Αριστερά ή θα είναι πατριωτική ή δεν θα είναι Αριστερά. Θα είναι ο κύριος προθάλαμος του παγκοσμιοποιητικού ‘μεταφασίζοντος’ ολοκληρωτισμού. Με εξαίρεση το κόμμα-μουσείο του ΚΚΕ, που διατηρεί τα ποσοστά του όπως τα μοναστήρια διατηρούν σε περίοδο κρίσης το δυναμικό των μοναχών τους, οι υπόλοιπες αμφιταλαντευόμενες δυνάμεις της πατριωτικά μεσοβέζικης Αριστεράς είναι ιστορικά καταδικασμένες στην πολιτική εξαφάνιση. Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης ίσως πια το διαισθάνεται…
Ο λαϊκισμός του πονηρού Βελόπουλου
Αντ’ αυτής της πατριωτικής Αριστεράς και απέναντι στον ιστορικά και πολιτικά λίγο, πονηρό Βελόπουλο, η επερχόμενη κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ προωθεί ήδη στις συνειδήσεις των προοδευτικών μισο-εθνομηδενιστών την εναλλακτική λύση του Βαρουφάκη, ή έστω της Ζωής. Ποιας Ζωής; Εκείνης που στις ιδρυτικές διακηρύξεις της Πλεύσης Ελευθερίας δεν είπε ούτε μια φορά τη λέξη Ελλάδα ή πατρίδα. Ποιού Βαρουφάκη; Εκείνου του ‘Γιάννη με το ένα ν’ που στη συνέντευξη του στο BBC το 2015 δήλωνε τα εξής: «Επιτρέψτε μου να σας θυμίσω ότι είμαστε όλοι οικονομικοί μετανάστες. Αν πιστέψουμε τους ανθρωπολόγους, ερχόμαστε όλοι από την Αφρική… Έχω τη συνήθεια να λέω ότι αν κοιτάξεις από το διάστημα, τα σύνορα είναι ένας παραλογισμός».
Με μπουρδολογίες ή όχι, το πολιτικό μάρκετινγκ που έχει πέραση σε ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας απευθύνεται σε όλους τους εξατομικευμένους και μπαφιασμένους πολίτες που, όπως πάντα, συνήθως ιδιωτεύουν ασχολούμενοι κυρίως με τις προσωπικές τους υποθέσεις και τις καθημερινές σκοτούρες τους. Η ρητορική του παγκοσμιοποιητικού καθεστώτος αγκαλιάζει όλους όσους ως ‘σιωπηρές πλειοψηφίες’, συμμορφώνονται προς τις κύριες ιδεολογικές κατευθύνσεις που τους έχουν υποδειχθεί από το σχολείο και κυρίως από τα ΜΜΕ ως οι μόνες πολιτικά ορθές.
Οι άνθρωποι αυτοί παραμένουν επιφυλακτικοί προς τα οράματα και τις αξίες, τα μεγάλα λόγια ή τις ‘μεγάλες ιδέες’ περί ενός ‘άλλου καλύτερου κόσμου’, η οικοδόμηση του οποίου θα απαιτούσε ρήξεις με την καθεστωτική πολιτική ορθότητα, υπερβάσεις και θυσίες. Η ψευτοπροοδευτική καθεστωτική λογική απευθύνεται σε όλους τους αφηρημένα δικαιωματούχους, στερημένους ή κοινωνικά συμπλεγματικούς καταναλωτές διακεκριμένων προϊόντων και υπηρεσιών, που προσπαθούν να μιμηθούν, έστω στο πεδίο του lifestyle, την ‘κοσμοπολίτικη προοδευτικότητα’ των πιο ευκατάστατων αστικών στρωμάτων του Δυτικού Κόσμου.
Σύνολο πληροφορημένων καταναλωτών
Η καθεστωτική ρητορική απευθύνεται συνεπώς στα συνήθη θύματα των κοινωνικών ανισοτήτων που με τρόπο πραγματιστικό ή κυνικό, επιχειρούν να πλουτίσουν, να κερδίσουν κάποια κοινωνική αναγνώριση, ή να ευημερήσουν με οποιοδήποτε τρόπο. Σε εκείνους που με αφέλεια ταυτίζουν την οργή τους με τις εκδηλώσεις μιας άναρχης ταξικής πάλης.
Πρόκειται δηλαδή για μια μεγάλη μάζα ανθρώπων τυπικά πιο εγγράμματων από ότι παλαιότερα, για ένα κοινωνικό σύνολο πληροφορημένων καταναλωτών ή εθισμένων στην ασημαντότητα ψηφοφόρων, χωρίς στέρεες πολιτικές πεποιθήσεις. Ατόμων μάλλον αδιάφορων, που θα υποστήριζαν οποιαδήποτε κυβέρνηση θα μπορούσε να τους υποσχεθεί με κάπως πειστικό τρόπο, λίγες καλύτερες μέρες. Τα παραδοσιακά πατριωτικά ιδεώδη γλιστράνε πάνω στις συνειδήσεις τους.
Στις σημερινές συνθήκες, χωρίς κάποιες μεγάλες ανατροπές, οι δεξιόστροφοι παραδοσιακοί λαϊκισμοί δεν θα ακουμπήσουν, λοιπόν, εύκολα την ευρύτερη εκλογική βάση, την οποία στοχεύουν. Άλλωστε, οι περισσότερες κυβερνήσεις, ‘προοδευτικές’ ή ‘συντηρητικές’, ‘αριστερές’ ή ‘δεξιές’, γνωρίζουν καλά πώς να χειρίζονται τις κοινωνικές δυσαρέσκειες, ώστε να τις εξανεμίζουν σε επιμέρους ανταγωνισμούς.
Παρά λοιπόν τις πολιτικές και πολιτισμικές δυσφορίες τους, οι λαοί των εθνικών κρατών της Ευρώπης μεταβάλλονται όντως (ή έστω τείνουν να μεταβληθούν) σε παγκόσμιο ‘πλήθος’ με μια πολιτική συνείδηση δουλική (μάλλον ούτε καν δουλική). Εξάλλου, οι πολιτικές ηγεσίες, ακόμα και αν αντανακλούν τέτοιες συνειδησιακές μεταστροφές των κοινωνιών του Δυτικού Κόσμου, είναι ακόμα σε θέση να παίρνουν αποφάσεις και να ψηφίζουν κάποια μέτρα ανακούφισης που σε γενικές γραμμές, μοιάζουν κάποτε να βελτιώνουν πρακτικά τις συνθήκες ζωής των Ευρωπαίων.
Τίποτα το περίεργο σε αυτό: ούτε όλοι οι πολιτικοί φορείς είναι ίδιοι, ακόμα και αν κοσμοθεωρητικά μοιάζουν, ούτε οτιδήποτε ψηφίζουν στα Κοινοβούλια είναι εξ ορισμού για πέταμα. Η ιστορία της παρακμάζουσας Ρώμης και ο Δυτικός Μεσαίωνας δίνουν αρκετά παραδείγματα μισοαγράμματων και διεφθαρμένων πολιτικών ηγεσιών που συγκυριακά πήραν κάποτε θετικά μέτρα για την οικονομία, ή για τον πολιτισμό των κοινωνιών της εποχής τους. Ο Καρλομάγνος, που ο ίδιος δεν έμαθε ποτέ να γράφει, είχε πάρει σημαντικές πρωτοβουλίες για την προώθηση των γραμμάτων στον τότε Δυτικό Κόσμο.
Σε ποιο καθεστώς ζούμε;
Οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν αλλάζουν, όμως, πραγματικά την ουσία της συζήτησης σχετικά με το κεντρικό ερώτημα: σε ποιο ακριβώς πολιτικό καθεστώς ζούμε; Τι ακριβώς είναι αυτή η μεταδημοκρατία, η οποία έχει απαλλαγεί από το βάρος της βούλησης των πολλών, πολιτισμικά ομοίων και κοινωνικά άνισων πολιτών, αλλά και από τις κοινές ή ταξικά διακριτές, αλλά ωστόσο συλλογικές πολιτικές ταυτότητες του ιστορικού παρελθόντος; Έχει καταντήσει μια εικόνα δημοκρατίας κενή νοήματος; Με άλλα λόγια, ζούμε σε ένα υπό παγκοσμιοποίηση ολοκληρωτικό καθεστώς ασύδοτου καπιταλισμού που επιβάλλεται ως πολιτικά ορθό με διαδοχικές πλύσεις εγκεφάλου των υπηκόων και οργανώνεται έτσι ώστε να αποκτήσει την συναίνεση ή και την υποστήριξη μιας σημαντικής μάζας δυτικών πολιτών.
Σήμερα, στο όνομα του δικαιωματισμού και του ισοπεδωτικού νομικού (τυπικού) εξισωτισμού, οι διάφοροι ‘μεταφασίζοντες’ ‘προοδευτικοί’ παγκοσμιοποιητές του αναρχοφιλελεύθερου συρμού αγωνίζονται με συνέπεια για την αποδόμηση των πολιτικών και πολιτισμικών παραδόσεων, επί των οποίων στηρίχθηκαν ιστορικά οι εθνικές ευρωπαϊκές κοινωνίες. Συμβάλλουν έτσι, έστω με την παθητικότητά τους, στην φιλελεύθερη οικονομική καταστροφή των νοικοκυραίων, δηλαδή των μικρομεσαίων κοινωνικών στρωμάτων της Ευρώπης.
Ο ριζοσπαστικός εθνομηδενισμός, για τον οποίο η έννοια πατρίδα εξακολουθεί να αποτελεί μια σίγουρη ένδειξη πολιτικής και πολιτισμικής καθυστέρησης, φρόντισε, ή να απαξιώσει την έννοια αυτή σαν αντιδραστική, ή –ακόμα χειρότερα– να την επενδύσει σχεδόν αποκλειστικά με τις συναισθηματικά χαλαρές και χλιαρές κοινωνικές-οικονομικές διαστάσεις της. Σύμφωνα με αυτούς, πατρίδα θα ήταν η βελτίωση της λειτουργίας των δημοσίων υπηρεσιών ή της κοινωνικής πρόνοιας και της φορολογικής δικαιοσύνης υπέρ των πιο αδύναμων κατοίκων της Ευρώπης, ιδίως βέβαια των μεταναστών.
Βιώνουμε την κοσμοθεωρητική ηγεμονία του δικαιωματισμού και του αχαλίνωτου ατομισμού. Η δήθεν απολίτικη τεχνοκρατική διοίκηση και η διαχείριση των ιδιωτικών και δημοσίων υποθέσεων υποκαθιστά ήδη τόσο την πολιτική και τις δημοκρατικές διαδικασίες άσκησής της, όσο και το εθνικό δίκαιο μαζί με τα Συντάγματα. Μια πληθώρα υπερεθνικών θεσμών απονομής της Δικαιοσύνης στο όνομα των δικαίων του ατόμου τείνει όλο και πιο συχνά να επιβάλλει τα νέα κανονιστικά πλαίσια που ορίζουν τις κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις μεταξύ των εξατομικευμένων δικαιωματούχων, κατά φαντασίαν πολιτών του κόσμου.