Ευρωπαϊκός Νότος και γερμανικό μπλοκ – Το μετέωρο βήμα του Μακρόν
26/04/2020Μπορεί η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής (23-4-2020) να μην κατέληξε σε συγκεκριμένες αποφάσεις και να ζήτησε από την Κομισιόν πρόταση, η οποία θα τεθεί προς συζήτηση στην επόμενη τηλεδιάσκεψη (6 Μαΐου), αλλά επιβεβαίωσε για μία ακόμα φορά την ετεροβαρή ισορροπία που έχει παγιωθεί στην ΕΕ ανάμεσα στον ευρωπαϊκό Νότο και στο γερμανικό μπλοκ.
Με τακτικούς ελιγμούς και με την υποστήριξη του “γερμανικού μπλοκ” η Μέρκελ έχει καταφέρει ουσιαστικά να βάλει στο ράφι το ζήτημα έκδοσης κορονοομολόγου, το οποίο θα είχε σκοπό να αντληθούν πόροι για να χρηματοδοτηθούν οι πληττόμενες από την πανδημία χώρες-μέλη του Νότου, χωρίς να επιβαρυνθεί περαιτέρω το ήδη πολύ υψηλό δημόσιο χρέος τους. Κι αυτό, παρότι το αίτημα είχε υποστηριχθεί από εννέα ηγέτες (συμπεριλαμβανομένου του Μακρόν), οι χώρες των οποίων αντιπροσωπεύουν την πλειονότητα του ευρωπαϊκού ΑΕΠ.
Η Σύνοδος Κορυφής κινήθηκε στην ίδια γραμμή με τις προηγηθείσες συνόδους τόσο του Eurogroup όσο και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Κατεβλήθησαν προσπάθειες για ένα συμβιβασμό, αλλά το Βερολίνο και οι σύμμαχοί του δεν συζητούν το ενδεχόμενο η Ευρωζώνη να αναλάβει από κοινού το νέο χρέος που θα προκύψει από την ανάγκη χρηματοδότησης των “γονατισμένων” οικονομιών του ευρωπαϊκού Νότου.
Πώς, όμως, τα καταφέρνει η Γερμανία να ορίζει το πλαίσιο, εντός του οποίου αναζητείται συμβιβασμός; Το γεγονός ότι είναι η πρώτη οικονομία της ΕΕ της προσφέρει ένα διαπραγματευτικό πλεονέκτημα, αλλά όχι αυτομάτως τη δυνατότητα να επιβάλει τη θέλησή της. Ούτε και η συμμαχία που έχει συμπήξει με χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά διαμορφώνουν μία τόσο ισχυρή πλειοψηφία, ώστε να καθιστά περιθωριακές τις όποιες αντίθετες φωνές.
Η ΕΕ έχει αποκτήσει αφεντικό – Το γερμανικό μπλοκ
Είναι κοινός τόπος ότι τα τελευταία χρόνια, δια της διολισθήσεως, η ΕΕ έχει αποκτήσει αφεντικό (Γερμανία), ιεραρχία και μεταμοντέρνες αποικίες, όπως ήταν (επί Μνημονίων) και εν μέρει παραμένει η Ελλάδα. Η οικονομική κρίση που άρχισε το 2008 διευκόλυνε και επιτάχυνε αυτή την εξέλιξη. Ταυτοχρόνως, όμως, έβγαλε στην επιφάνεια τις αντιφάσεις του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και όξυνε τις αντιθέσεις.
Η μετάλλαξη της ΕΕ των εθνών σε “γερμανική Ευρώπη” έχει ως αποτέλεσμα την όξυνση των εθνικών αντιθέσεων και τη διάβρωση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Αυτά με τη σειρά τους προκάλεσαν την ανάπτυξη ενός νέου τύπου ευρωσκεπτικισμού, εάν όχι ευρωάρνησης, ο οποίος συνδέεται με την ανάπτυξη έντονου αντιγερμανικού κλίματος. Τα στοιχεία αποδεικνύουν πως ο μεγάλος κερδισμένος από την καθιέρωση του ευρώ είναι η Γερμανία. Το Βερολίνο συμπεριφέρεται όλα αυτά τα χρόνια με έκδηλο οικονομικό εθνικισμό. Αναλόγως, μάλιστα, με το τι κάθε φορά την συμφέρει, άλλοτε κρύβεται πίσω από την ΕΕ και άλλοτε δρα μονομερώς, ή με επιλεκτικές συμμαχίες.
Το Brexit ήταν το πρώτο πλήγμα στην αλαζονική μακαριότητα του ευρωιερατείου. Η εκλογή Τραμπ ήταν το δεύτερο όχι μόνο επειδή επιβεβαίωσε το ρεύμα, αλλά και αποσταθεροποίησε το πλαίσιο των ευρωαμερικανικών σχέσεων. Το τρίτο είναι η πανδημία, η οποία κατέστησε εξόφθαλμη τη γερμανική ιδιοτέλεια, αφαιρώντας κάθε πρόσχημα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απομυθοποίηση της ΕΕ στη συνείδηση ειδικά των λαών του Νότου.
Ο ρόλος-κλειδί της Γαλλίας
Το Βερολίνο, όμως, είναι το μόνο που διέθετε σχέδιο για το αύριο της Ευρώπης. Οι μόνοι που δυνητικά μπορούν να προβάλουν αποτελεσματική αντίσταση είναι οι Γάλλοι. Και πριν την πανδημία, εάν το Παρίσι έβγαινε μπροστά θα έβρισκε πρόθυμους συμμάχους για να εξισορροπήσει, ακόμα και να υποχρεώσει τη Γερμανία σε υποχώρηση. Από την εποχή Σαρκοζί, όμως, το Παρίσι λειτουργεί ως συμπλήρωμα του Βερολίνου.
Ο Μακρόν κατέθεσε μετριοπαθείς προτάσεις για αλλαγές στην αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης, αλλά προσέκρουσε στον γερμανικό τοίχο. Όσο, όμως, το Παρίσι δεν σήκωνε κεφάλι στο Βερολίνο, καθήλωνε και τις αντιδράσεις της Ρώμης και της Μαδρίτης. Πριν την πανδημία, ο σχηματισμός της κυβέρνησης Κόντε είχε ενισχύσει ποιοτικά την πολιτική βούληση της Ρώμης να αντισταθεί, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μία ασταθής ισορροπία. Προφανώς, η Ρώμη δεν μπορούσε μόνη της να επηρεάσει αποφασιστικά τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, αλλά αποτελούσε εστία αντίστασης. Ο παράγοντας-κλειδί, ωστόσο, παρέμενε η Γαλλία.
Η Ιταλία και η Ισπανία, που έχουν πληγεί πολύ περισσότερο από την πανδημία, έχουν περιέλθει σε απόγνωση. Ως εκ τούτου, έχουν υιοθετήσει μία σαφώς πιο αποφασιστική στάση στις ενδοευρωπαϊκές διαπραγματεύσεις. Από την άλλη πλευρά, όμως, η πανδημία αυξήσει δραματικά και την ανάγκη τους για οικονομική στήριξη, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να τραβήξουν το σκοινί πέρα από ένα σημείο.
Η αντίφαση αυτή επαναφέρει με ακόμα πιο έντονο τρόπο τον ρόλο-κλειδί της Γαλλίας. Τα κριτήρια, άλλωστε, με τα οποία συγκροτείται ο ευρωπαϊκός πυρήνας είναι πρωτίστως πολιτικά και δευτερευόντως οικονομικά. Χωρίς τη Γαλλία, η Γερμανία δεν μπορεί να διατηρεί τον ηγεμονικό ρόλο της και να επιβάλει το πλαίσιο, εντός του οποίου αναζητείται κάθε φορά ο συμβιβασμός. Με τη Γαλλία μπορεί περισσότερο ή λιγότερο να εξουδετερώνει τις αντιδράσεις των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου.
Γαλλογερμανικός άξονας και προνομιακή μεταχείριση
Πώς το Βερολίνο ρυμουλκεί το Παρίσι; Για να επιτύχει την ευθυγράμμιση (παλαιότερα των Σαρκοζί και Ολάντ και σήμερα του Μακρόν) με τις γερμανικές επιλογές, η Μέρκελ εκμεταλλεύεται δύο παράγοντες:
- Πρώτον, το παραδοσιακό δόγμα της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής ότι για να εξισορροπεί τη Γερμανία, η Γαλλία πρέπει να είναι “σφιχταγκαλιασμένη” μαζί της στο πλαίσιο του γαλλογερμανικού άξονα.
- Δεύτερον, το Βερολίνο αποδέχεται μία προνομιακή μεταχείριση στην αντιμετώπιση των όποιων γαλλικών οικονομικών προβλημάτων. Αυτό έχει ήδη φανεί σε διάφορες περιπτώσεις.
Προσεταιριζόμενη τη Γαλλία, η Μέρκελ εδραίωνε το καθεστώς της “γερμανικής Ευρώπης”. Παλαιότερα, όποια μικρότερη χώρα-μέλος τολμούσε να αντιδράσει απομονωνόταν. Σήμερα, το κλίμα έχει αλλάξει, επειδή η πανδημία απογύμνωσε τον οικονομικό εθνικισμό του γερμανικού μπλοκ. Σήμερα, δεν μπορεί να επικαλεσθεί ούτε τον περιβόητο “ηθικό κίνδυνο”, ούτε τις ρατσιστικές κατηγορίες για “τεμπέληδες”, πίσω από τις οποίες οχυρωνόταν μέχρι προσφάτως.
Παρότι στη Γαλλία γίνονται δεύτερες σκέψεις για την προσκόλληση στο Βερολίνο, ο Μακρόν δεν έχει τολμήσει να κάνει το αποφασιστικό βήμα. Ούτε όταν η Μέρκελ εμμέσως πλην σαφώς πέταξε τις προτάσεις του, που αντανακλούν γαλλικές ανησυχίες, στον κάλαθο των αχρήστων. Η καγκελάριος κατά κανόνα αποφεύγει να συγκρούεται με το Παρίσι. Προτιμάει να δίνει τη μάχη επί του συγκεκριμένου, όπου φροντίζει να απονευρώνει ό,τι δεν είναι συμβατό με τα γερμανικά συμφέροντα. Αυτό είχε πράξει και στην περίπτωση των προτάσεων Μακρόν.
Θα διαβεί τον Ρουβίκωνα;
Το γερμανικό πολιτικό σύστημα αποκλείει την καθ’ οιονδήποτε τρόπο αμοιβαιοποίηση χρέους. Ως εκ τούτου εξορίσθηκαν το κορονοομόλογα από την ατζέντα της Ευρωζώνης. Κατά τα άλλα, η Μέρκελ προσπαθεί να τηρεί ισορροπίες για να περνάει την πολιτική της στην ΕΕ μέσω προνομιακών για τη Γερμανία συμβιβασμών. Θέλει μία Ευρώπη κομμένη και ραμμένη στα γερμανικά μέτρα, αλλά τηρεί τα προσχήματα για να αμβλύνει τις αντιδράσεις.
Η απογοήτευση του Γάλλου προέδρου από τη γερμανική στάση τον ώθησε να παίξει το χαρτί του ευρωπαϊκού Νότου, εξ ου και υπέγραψε το σχετικό αίτημα των εννέα ηγετών για έκδοση κορονοομολόγου. Επί προεδρίας Σαρκοζί και Ολάντ, η γαλλική διπλωματία έπαιζε που και που αυτό το χαρτί, αλλά μόνο για να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της έναντι του Βερολίνου. Γι’ αυτό και δεν είχε αποτέλεσμα.
Δια της διολισθήσεως, η Γαλλία, λόγω και της ανισορροπίας στο οικονομικό επίπεδο, υποβαθμίσθηκε σταδιακά σε μικρό εταίρο στο πλαίσιο του γαλλογερμανικού άξονα. Λόγω και της πανδημίας, ο Μακρόν θα μετατραπεί σε ηγέτη της πλειοψηφίας εντός της Ευρωζώνης, εάν αντιπαρατεθεί αποφασιστικά με το Βερολίνο. Μέχρι τώρα, όμως, έχει κινηθεί λίγο πιο αποφασιστικά, αλλά στο πλαίσιο των προκατόχων του.
Θα διαβεί ο Γάλλος πρόεδρος τον Ρουβίκωνα; Οι ενδείξεις είναι πως δεν θα αλλάξει ποιοτικά τις ενδοευρωπαϊκές ισορροπίες. Πιθανότερο είναι να περιορισθεί στον πυροσβεστικό ρόλο που παίζει μέχρι τώρα. Με άλλα λόγια, θα υποστηρίζει θέσεις του Νότου, αλλά για να διαπραγματευθεί έναν ποσοτικά καλύτερο συμβιβασμό με τη Μέρκελ, όχι για να αλλάξει το πλαίσιο αναζήτησης του συμβιβασμού.