Φορολόγησαν αγνοούμενο του 1974 στην Κύπρο! – Καμία ανάληψη ευθύνης
22/02/2020Ουπς λάθος! Η παραδοχή, μια ίσως απολογία και ξεμπέρδεψαν όλοι. Η είδηση αφορούσε τη μη καταβολή φορολογίας ακίνητης φορολογίας από αγνοούμενο της τουρκικής εισβολής (του Β. Βασιλείου στον «Φ»). Μάταια τον περίμεναν να πληρώσει στην τοπική Αρχή τη φορολογία ενώ προστέθηκαν στη συνέχεια και επιβαρύνσεις. Αλλά και πάλιν δεν “εμφανίσθηκε”.
Ο συγκεκριμένος… φορολογούμενος, ήταν το 1974 24 ετών και μαζί με άλλους συστρατιώτες του ανέλαβαν να αποτρέψουν την προέλαση του κατοχικού στρατού στην περιοχή της Μίας Μηλιάς. Εκεί σε εκείνες τις μάχες χάθηκαν τα ίχνη του. Ο 24χρονος εκπλήρωσε το καθήκον του στην πατρίδα. Εκείνη πώς τον αντιμετωπίζει; Ο αδελφός του πλήρωσε τη φορολογία και τις επιβαρύνσεις και ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί πώς αισθάνθηκε. Βεβαίως μόνο οι συγγενείς αγνοουμένων μπορούν να αισθανθούν αυτό που βίωσε ο αδελφός.
Το σύστημα έκανε λάθος, η εξήγηση που δόθηκε. Και το “σύστημα” στην προκειμένη περίπτωση είναι απρόσωπο. Ο υπολογιστής δεν μπορεί να ξεχωρίσει τις περιπτώσεις, οι υπηρεσίες λειτουργούν με ένα αμήχανο επαναλαμβανόμενο μοντέλο. Άψυχο, “καλουπιασμένο” στη λογική: Χρωστάς πληρώνεις. Ο 24χρονος που έτυχε να έχει τεμάχιο γης στη νεκρή ζώνη, πλήρωσε με τη ζωή του την προδοσία του 1974. Πλήρωσε με τη ζωή του στην άνιση μάχη με τον κατακτητή. Και ακόμα χρωστά σε αυτό το κράτος, σε αυτή την πατρίδα. Χρωστά μερικά ευρώ φορολογία και… αναζητείται μόνο για να ξοφλήσει!
Μπορούν να βρεθούν χίλιες δυο δικαιολογίες. Δεν αντέχουν, όμως, ούτε μια στιγμή όταν λέγονται σε συγγενείς αγνοουμένων. Γιατί μόνο αυτοί μπορούν να μιλήσουν πραγματικά με την ψυχή τους για την αγωνία, την αναμονή τόσων χρόνων. Η άδεια καρέκλα στο τραπέζι την ώρα του οικογενειακού γεύματος/δείπνου, τα ρούχα στο ερμάρι, οι μαυρόασπρες φωτογραφίες, της ανέμελης ζωής. Όση πρόλαβε να ζήσει ο άνθρωπός τους. Όσοι έζησαν οι ίδιοι οι συγγενείς. Γιατί μετά, όλη η ζωή ήταν και είναι συνδεδεμένη με την ελπίδα, την προσμονή, την αναμονή του δικούς τους ανθρώπου.
Η μνήμη ξεθωριάζει
Για την Πολιτεία, τις κρατικές υπηρεσίες, τα βιώματα και οι αγωνίες αυτών των ανθρώπων αποτελούν λεπτομέρεια. Μια “καθηκόντως” παρουσία σε κηδείες οστών αγνοουμένων. Μια ανακοίνωση, ομιλία σε μια εκδήλωση. Ομιλίες επαναλαμβανόμενες, ενίοτε με “συναίσθημα” και “συγκίνηση”.
Αυτό το Κράτος λειτουργεί με στερεότυπα. Οι φάκελοι, τα καταχωρημένα στοιχεία στους υπολογιστές, στο ηλεκτρονικό αρχείο είναι “σωστά ενημερωμένα”. Μόνο για “ειδικές κατηγορίες”, για “ειδικές περιπτώσεις”, δεν υπάρχει εξειδίκευση. “Πώς να ξεχωρίσουν έναν αγνοούμενο από τους υπόλοιπους”, η πιο πιθανή διατύπωση του ερωτήματος, που επιστρατεύεται αντί ξεκάθαρης απάντησης. Η ανάληψη ευθύνης δεν είναι στο λεξιλόγιό τους…
Εάν μπορούσαν θα έκοβαν οικόπεδα, θα έδιναν πολεοδομικές άδειες, θα διεύρυναν τις ζώνες, εκεί που έπεσαν μαχόμενοι οι συμπατριώτες μας. Δεν υπάρχει, όμως, δυνατότητα, γιατί στις πλείστες περιπτώσεις είτε είναι νεκρή ζώνη είτε στα κατεχόμενα. Εάν μπορούσαν, όμως, θα το έκαναν. Γιατί το χρήμα είναι το μείζον. Η μνήμη ξεθωριάζει.
Προτιμάται η αμνησία γιατί εξυπηρετεί διαχρονικές «αξίες»: Χρήμα και δόξα, με το πρώτο να υπερνικά. Τα υπόλοιπα είναι «ιστορία», μακρινό παρελθόν. Είναι άλλωστε οι αγνοούμενοι μαυρόασπρες φωτογραφίες. Οι έγχρωμες είναι στην εποχή της μεγαλομανίας και της λήθης. Σήμερα η μάχη μεταξύ διαπλεκομένων, είναι να φορτώσει ο ένας στον άλλο με περισσότερη διαφθορά. Σήμερα είναι η εποχή της χρηματοκρατίας. Γι’ αυτό και οι αγνοούμενοι πρέπει να φορολογούνται.