ΑΠΟΨΗ

Γιατί δεν αλλάζουν τα πράγματα στην Ελλάδα

Γιατί δεν αλλάζουν τα πράγματα στην Ελλάδα, ΓΙΑΝΝΑΚΟΣ

Οι πρόσφατες ευρωεκλογές αποτέλεσαν το έναυσμα για εξελίξεις στην εγχώρια πολιτική σκηνή και αφορμή για την έναρξη συζητήσεων σχετικά με τις προοπτικές των κομμάτων και της πατρίδας. Σε μεγάλα τμήματα πολιτών και μερίδα πολιτικών είναι διάχυτη η δυσφορία για την κατεύθυνση προς την οποία κινείται η χώρα, ενώ πολλοί αναρωτιούνται εάν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη κατεύθυνση ή όλα βασίζονται στη νοοτροπία του «πάμε και όπου βγει».

Το πρόβλημα είναι ότι σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο και ασταθές διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον, είναι δύσκολη η χάραξη και διατήρηση μιας ασφαλούς πορείας. Απαιτούνται ιδιαίτερες πολιτικές, διπλωματικές και κυβερνητικές ικανότητες, οι οποίες από ό,τι φαίνεται απουσιάζουν από την πλειοψηφία όχι μόνο του εγχώριου πολιτικού προσωπικού στην Ελλάδα, αλλά και όσων στελεχώνουν την κρατική διοίκηση, καθώς και από τις πνευματικές και οικονομικές ελίτ.

Έχοντας πλέον την εμπειρία σχεδόν 15 ετών από το ξέσπασμα της κρίσης και την έναρξη μιας επώδυνης περιόδου για την πλειοψηφία των Ελλήνων και Ελληνίδων, είναι ασφαλές να ειπωθεί ότι τελικά ούτε «βουλιάξαμε», ούτε «αλλάξαμε», όπως προσφυώς προειδοποιούσε ο πρώην πρωθυπουργός Γεώργιος Α. Παπανδρέου.

Αυτό που στην πραγματικότητα συνέβη, είναι μία αποτελμάτωση και ένα επιφανειακό «φτιασίδωμα», χωρίς να πειραχτεί ο σκληρός πυρήνας των κακώς κειμένων. Είναι αλήθεια ότι επήλθε δημοσιονομική εξυγίανση, κατόπιν εφαρμογής μέτρων που επιβλήθηκαν από το εξωτερικό, και προχώρησε ο φαινομενικός εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης, με την υιοθέτηση της ψηφιοποίησης ενίαιων υπηρεσιών προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Εάν όμως ξυστεί το «λούστρο» των αλλαγών, τότε διαπιστώνει κανείς ότι σήμερα η χώρα είναι σε μάλλον χειρότερη κατάσταση από το παρελθόν, γεγονός που δεν αφορά μόνο τους οικονομικούς δείκτες. Αυτοί αναλύονται εκτενώς σε άρθρα ειδικών και δε χρήζουν περαιτέρω σχολιασμού.  Στην πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας είναι διάχυτη μία αίσθηση απογοήτευσης και ματαίωσης, σε συνδυασμό με έναν αυξανόμενο θυμό απέναντι συλλήβδην στο πολιτικό σύστημα και τις κάθε είδους ελίτ.

Σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού επικρατεί πλέον η πεποίθηση ότι μετά από τόσα χρόνια στερήσεων, εκλογικών αναμετρήσεων και κυβερνητικών αλλαγών, η κατάσταση όχι μόνο δεν βελτιώθηκε, αλλά αντιθέτως, υποβαθμίστηκε η ποιότητα της ζωής και της δημοκρατίας. Πιστεύουν ότι στην πραγματικότητα ο τόπος ελέγχεται από μία παρασιτική ολιγαρχία, η οποία ποδηγετεί τις πολιτικές δυνάμεις, αντιτίθεται σε κάθε ουσιαστικό βήμα προόδου και δρα προδοτικά απέναντι στα συμφέροντα της πατρίδας. Εάν υποτεθεί ότι τα παραπάνω είναι αληθή, τότε εκτιμάται ότι το πολιτικό και οικονομικό σύστημα δεν άλλαξε, διότι δεν πιέστηκε να αλλάξει για δύο κυρίως λόγους.

Η Ελλάδα γερνάει

Ο πρώτος είναι ότι η Ελλάδα το 2010 ήταν ήδη μία γερασμένη χώρα και η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά τα τελευταία χρόνια. Οι μεσήλικες και οι ηλικιωμένοι τείνουν να είναι πολιτικά και κοινωνικά συντηρητικοί και να μην επιθυμούν τις αλλαγές ή τις ρήξεις. Με απλά λόγια, ένας πενηντάρης ενδιαφέρεται περισσότερο για τη χορήγηση και αύξηση του επιδόματος θέρμανσης, παρά για την ποιότητα και αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος. Ένας εξηνταπεντάρης ενδιαφέρεται περισσότερο για τις ιατροφαρμακευτικές παροχές και τις συνθήκες νοσοκομειακής περίθαλψης, παρά για τη διαμόρφωση συνθηκών αξιοκρατίας και αξιοπρέπειας στην αγορά εργασίας.

Ακόμη και εάν έχουν παιδιά σε σχολική / φοιτητική ηλικία ή που ξεκινούν τον εργασιακό τους βίο, ενδιαφέρονται περισσότερο για την ύπαρξη μιας οποιασδήποτε σταθερότητας, ώστε να μπορούν να κάνουν έναν στοιχειώδη προγραμματισμό της ζωής τους, παρά να έρθουν σε ρήξη με την κατεστημένη τάξη πραγμάτων που θα οδηγήσει σε άγνωστες ατραπούς, οι οποίες θα θέσουν σε κίνδυνο τις όποιες παροχές. Με δεδομένη την απαξίωση των πολιτικών προσώπων και της πολιτικής εν γένει από τις νεότερες ηλικιακές ομάδες, η οποία εκφράζεται και με την αποχή από την εκλογική διαδικασία, είναι λογικό οι πολιτικοί να εστιάζουν περισσότερο στην ικανοποίηση των απαιτήσεων των μεγαλύτερων σε ηλικία πολιτών. Σε τελική ανάλυση η εκλογή τους εξαρτάται από την ψήφο τους.

Ο άλλος λόγος είναι η συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ, γεγονός που επιτρέπει στους Έλληνες / Ελληνίδες την αναζήτηση εργασίας στις πιο ανεπτυγμένες οικονομικά χώρες της ένωσης. Φαινομενικά οι πολιτικοί χύνουν δάκρυα λύπης για τη μετανάστευση νέων υψηλού εκπαιδευτικού επιπέδου από τη χώρα («brain drain») και υπόσχονται τη λήψη μέτρων για τον επαναπατρισμό μέρους αυτών («brain gain»). Πρόκειται για δηλώσεις προς δημόσια κατανάλωση, ενώ στην πραγματικότητα αφήνουν στεναγμούς ανακούφισης. Η φυγή λειτουργεί όπως η βαλβίδα εκτόνωσης σε μια χύτρα ταχύτητας. Επιτρέπει την άμβλυνση των κοινωνικών προβλημάτων και εντάσεων που θα προκαλούνταν εάν αυτοί παρέμεναν στη χώρα και ήταν άνεργοι ή απαιτούσαν ριζικές αλλαγές που θα αμφισβητούσαν το status quo.

Με τη δυνατότητα της μετανάστευσης οι νέοι και νέες αντί να συμμετέχουν σε πορείες διαμαρτυρίας ή πολιτικές συγκεντρώσεις πηγαίνουν στα αεροδρόμια ή σε συνεντεύξεις για πρόσληψη από ξένες εταιρείες. Η δημογραφική συρρίκνωση και η φυγή των νέων, καθιστούν απίθανη μία εξέγερση η οποία θα ανατρέψει βίαια το πολιτικό καθεστώς. Εάν υπάρξουν εξεγέρσεις αυτές θα παραπέμπουν στις διάφορες «Ζακερί» πριν τη Γαλλική Επανάσταση ή σαν αυτή του 2008, παρά στην έφοδο εναντίον της Βαστίλης.

Οι νέοι φεύγουν

Άλλωστε δεν υπάρχουν η ιδεολογία και οι πολιτικές δυνάμεις που θα κινητοποιήσουν το λαό προς τέτοια κατεύθυνση. Ομοίως, οι ελίτ δεν επιθυμούν τον μαζικό επαναπατρισμό όσων έφυγαν, διότι θα τεθούν υπό αμφισβήτηση η κυριαρχία τους και σε κίνδυνο το καθεστώς της «εκλόγιμης μοναρχίας», το οποίο σχεδόν έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά κληρονομικής διαδοχής ή κάστας. Η διάψευση των ελπίδων των πολιτών ότι η συμμετοχή στα κοινά θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα καλύτερο μέλλον, οδήγησε σε παραίτηση και κυνισμό.

Ως γονείς προκρίνουν την αναζήτηση ατομικών λύσεων προτρέποντας τα παιδιά τους να αναζητήσουν στο εξωτερικό ένα καλύτερο αύριο. Με αυτό τον τρόπο οι νέοι μας ουσιαστικά μετατρέπονται σε ένα σχετικά καλοπληρωμένο προλεταριάτο / πρεκαριάτο στις χώρες υποδοχής. Οι εν λόγω χαρακτηρισμοί μπορεί να ξενίζουν διότι συνήθως ταυτίζονται με κακοπληρωμένες δουλειές, χαμηλής εξειδίκευσης και όχι με επιστήμονες ή άτομα υψηλής κατάρτισης, όπως είναι οι γιατροί, οι νοσηλευτές, οι μηχανικοί, οι δικηγόροι κλπ. Οι φτωχοί μετανάστες στην Ελλάδα αναλαμβάνουν να μαζέψουν τις φράουλες, να χτίσουν πολυκατοικίες, να επανδρώσουν καΐκια, κλπ, με μισθούς μικρότερους από αυτούς που θεωρούνται αποδεκτοί από το εγχώριο εργατικό δυναμικό.

Κατά συνέπεια το μισθολογικό κόστος διατηρείται χαμηλά, οι εργοδότες δεν έχουν σοβαρό κίνητρο να εκσυγχρονίσουν την παραγωγική διαδικασία και οι ντόπιοι αποσύρονται από συγκεκριμένες εργασίες, οι οποίες στιγματίζονται ως κοινωνικά «κατώτερες». Αντίστοιχα, αλλά όχι ακριβώς, ισχύουν όταν ένας Έλληνας γιατρός / νοσηλευτής προσλαμβάνεται σε ένα νοσοκομείο άλλης χώρας. Αυτό της επιτρέπει να διατηρεί σε χαμηλά επίπεδα το μισθολογικό κόστος και να μην αυξάνει τους μισθούς των ντόπιων γιατρών ή νοσηλευτών. Παράλληλα, επειδή οι ανάγκες καλύπτονται από την εισαγωγή έτοιμων γιατρών / νοσηλευτών, το δημόσιο σύστημα υγείας και εκπαίδευσης δεν έχει κίνητρο να επενδύσει στην εκπαίδευση περισσότερων νέων από τον ντόπιο πληθυσμό.

Η μισθολογική καθήλωση και οι συνεχώς επιδεινούμενες συνθήκες εργασίας, οδηγούν αντίστοιχα τους ντόπιους γιατρούς / νοσηλευτές να αναζητήσουν σε άλλες χώρες καλύτερες συνθήκες εργασίας και απολαβές. Το brain drain δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο. Μπορεί πχ οι Έλληνες μετανάστες γιατροί να αμείβονται υψηλά, σε σχέση με τους εδώ συναδέλφους τους, αλλά και οι μισθοί των ενταύθα απασχολούμενων Αιγύπτιων ψαράδων είναι πολλαπλάσιοι από αυτούς που λαμβάνουν οι αντίστοιχοι ομοεθνείς τους στη χώρα τους.

Ηθική σήψη

Το ανησυχητικό είναι ότι πλέον στην Ελλάδα όπως και στις υπόλοιπες Δυτικές χώρες επέρχεται σταθερά μία ηθική, κοινωνική και πνευματική σήψη. Ένα δείγμα είναι ότι τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη παρατηρείται μία πτώση στην εισαγωγή και αποφοίτηση από τα Πανεπιστήμια νέων που επιθυμούν να σπουδάσουν τις λεγόμενες Επιστήμες, Τεχνολογία, Μηχανική και Μαθηματικά (Science, Technology, Engineering and Mathematics / STEM). Η δε κατάσταση για τους αποφοίτους των Κλασσικών και γενικότερα Ανθρωπιστικών Σπουδών είναι τραγική από πλευράς εργασιακών προοπτικών.

Παράλληλα, η κουλτούρα της «αφύπνισης» τις απαξιώνει και ηθικά, χαρακτηρίζοντας τις κλασσικές σπουδές ως ρατσιστικές και σεξιστικές. Μεταξύ μερίδας της νεολαίας ένας τράπερ ή διαμορφωτής κοινωνικών τάσεων (influencer) ασκεί μεγαλύτερη έλξη ως επαγγελματική προοπτική από έναν χημικό ή φιλόλογο. Άλλωστε οι πρώτοι κερδίζουν πολύ περισσότερα χρήματα, πολύ πιο γρήγορα και σχετικά άκοπα. Το μεγάλο ερώτημα δεν είναι πώς μπορεί να ανατραπεί η παρούσα κατάσταση, αλλά εάν κάτι τέτοιο είναι πλέον εφικτό. Από τη δεκαετία του 1990 και μετά έχει επικρατήσει πολιτικά το ακραίο κέντρο και το δόγμα της μη ύπαρξης εναλλακτικής λύσης (There Is No Alternative / TINA). Ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος εκπαιδεύεται να πιστεύει ότι δεν υπάρχουν όρια στα «θέλω» του, ότι το «εγώ» και τα ατομικά δικαιώματα υπερτερούν του «εμείς» και των κοινωνικών δικαιωμάτων.

Άλλωστε σύμφωνα με την Θάτσερ, δεν υπάρχει η κοινωνία. Η πραγμάτωση και καταξίωση έρχεται μέσα από την επιτυχημένη καριέρα και την συσσώρευση καταναλωτικών αγαθών, διαστρέφοντας την ρήση του Καρτέσιου σε «Consumo ergo sum» (Καταναλώνω, άρα υπάρχω). Κατά συνέπεια αφού «σκότωσε τον Θεό», απομυθοποίησε την πατρίδα και αποκόπηκε από την οικογένεια με την ευρεία έννοια των όρων, απέμεινε μόνος του να αναζητά μάταια ένα νόημα ύπαρξης και έναν σκοπό που θα τον υπερβαίνει.

Τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα στην Ευρώπη και η πολιτική πόλωση στις ΗΠΑ είναι οι πολιτικές εκφάνσεις αυτής της διάχυτης δυσαρέσκειας και απόγνωσης. Σε κάθε περίπτωση το μέλλον προμηνύεται δυσοίωνο, όσο δεν συνειδητοποιείται από κυβερνώντες και κυβερνώμενους ότι απαιτείται αλλαγή πορείας.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι