Γιατί η αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ είναι δύσκολη, αλλά όχι αδύνατη
03/09/2021Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να έχει φύγει από το προσκήνιο, αλλά η το “φάντασμά” του αιωρείται στον ελληνικό πολιτικό ουρανό. Κι αυτό φαίνεται πολλαπλώς. Ακόμα και από το γεγονός ότι ο ένας τουλάχιστον από τους διεκδικητές της αρχηγίας στις παραταξιακές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου, ο Ανδρέας Λοβέρδος, έχει ξεκάθαρα μιλήσει για την επιστροφή ενός τίτλου, που ως πολιτική οντότητα κυριάρχησε στη μεταπολιτευτική περίοδο.
Σήμερα, λοιπόν, που το ΠΑΣΟΚ κλείνει τα 47 χρόνια ζωής του, έχει πεταχτεί από τους ίδιους τους συγκυριακούς κληρονόμους στο “χρονοντούλαπο της ιστορίας” που έλεγε και ο Ανδρέας, αναφερόμενος το 1981 στη Δεξιά. Μπορεί, βέβαια, να μην την έκλεισε εκεί, αλλά κατάφερε να την εκτοπίσει από την εξουσία και να μετατρέψει το τότε νεαρό Κίνημα σε πρωταγωνιστή και κυρίαρχο.
Από εκείνα τα χρόνια, όμως, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Φέρνοντας το Μνημόνιο, ο υιός Γιώργος Παπανδρέου κατάφερε να ρίξει το ΠΑΣΟΚ στον γκρεμό, με τον διάδοχό του Ευάγγελο Βενιζέλο να σπάει αρνητικά το εκλογικό ρεκόρ. Αλλά και η δική του διάδοχος, η Φώφη Γεννηματά, φορέας κι αυτή εμβληματικού επωνύμου, απέτυχε να ξεκολλήσει το άλλοτε κραταιό κόμμα από τα μονοψήφια εκλογικά ποσοστά.
Είναι ενδεικτικό ότι απάντησαν στην κρίση, ψάχνοντας διέξοδο στη μετονομασία(!) αν και σ’ αυτό έπαιξαν ρόλο και τα χρέη. Έτσι, τα σχήματα που διαδέχθηκαν το ΠΑΣΟΚ ήταν πρώτα η Δημοκρατική Συμπαράταξη το 2015 και αργότερα το Κίνημα Αλλαγής. Γιατί λοιπόν Κίνημα Αλλαγής; Προφανώς για να δημιουργηθεί η εντύπωση ενός νέου ξεκινήματος με τη συγκόλληση πολιτικών κινήσεων με μικρή, ή και ανύπαρκτη εκλογική απήχηση.
Κατά μία έννοια, η Φώφη Γεννηματά επιχείρησε μία επανάληψη αυτού που έκανε στη δεκαετία του 2000 ο Αλέκος Αλαβάνος, συστήνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ για να προσελκύσει κινήσεις και ομάδες της ευρύτερης Αριστεράς. Δεν ήταν, ωστόσο, η προσθήκη των συνιστωσών που εκτόξευσε εκλογικά τον ΣΥΡΙΖΑ το 2012 και το 2015 τον έστειλε στους θώκους της εξουσίας. Ήταν η άτυπη χρεοκοπία και τα Μνημόνια.
Η Αλλαγή σε τρεις άξονες
Η πολιτικοεκλογική αποδόμηση του ΠΑΣΟΚ είναι εξίσου εντυπωσιακή με τη θυελλώδη επέλασή του προς την εξουσία (1974-81) και την εδραίωσή του ως ηγεμονική πολιτική δύναμη στις δεκαετίες του 1980 και 1990. Ο Ανδρέας Παπανδρέου εκμεταλλεύθηκε με διορατικότητα το ριζοσπαστικό κύμα που σάρωσε την Ελλάδα τη δεκαετία του 1970 για να οικοδομήσει σοσιαλιστικό κόμμα εξουσίας.
Το ρεύμα της Αλλαγής αναπτύχθηκε γύρω από τρεις άξονες:
- Πρώτον, τον εκδημοκρατισμό και την οριστική υπέρβαση των υπολειμμάτων του εμφυλιοπολεμικού κλίματος.
- Δεύτερον, την εθνική χειραφέτηση από την ξένη εξάρτηση.
- Τρίτον, τη δημιουργία Κράτους Πρόνοιας.
Εκφράζοντας το κύμα του αριστερόστροφου μικροαστισμού το ΠΑΣΟΚ εκτοξεύθηκε από το 13% του 1974 στο 48% του 1981. Η είσοδος στους αρμούς της εξουσίας έφερε τα κατά κανόνα θολά οράματα αντιμέτωπα με την πραγματικότητα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου και η ηγετική του ομάδα είχαν αποδείξει ότι ήξεραν άριστα να ασκούν αντιπολίτευση. Αναλαμβάνοντας το πηδάλιο κλήθηκαν να αποδείξουν ότι μπορούσαν να ασκήσουν δημιουργικά και τις κυβερνητικές ευθύνες.
Η μεταλλαγή του ΠΑΣΟΚ από κίνημα διαμαρτυρίας σε κόμμα εξουσίας προκάλεσε παρενέργειες και στη χώρα και στο ίδιο, αν κι αυτό αρχικά δεν ήταν τόσο ευδιάκριτο, λόγω του κλίματος ευφορίας και ελπίδας. Το κυβερνητικό παρελθόν της ΝΔ, άλλωστε, κάλυπτε για μεγάλο διάστημα τις ανεπάρκειες της “πράσινης” διακυβέρνησης. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ταυτίσθηκε με την πολιτική χειραφέτηση και την εισβολή της “μικροαστικής θάλασσας” στο κέντρο της πολιτικής σκηνής.
Αυτή η κοσμογονία με τους συχνά ανερμάτιστους πειραματισμούς είχε ενίοτε μεγάλο κόστος. Από την άλλη πλευρά, όμως, το ΠΑΣΟΚ ανανέωσε βαθιά την ελληνική κοινωνία. Ο απολογισμός έχει πολλά θετικά και αρνητικά στοιχεία. Κατά τη διάρκεια αυτών των μετασχηματισμών πολλά θα μπορούσαν να είχαν γίνει καλύτερα και με μικρότερο τίμημα. Το ΠΑΣΟΚ, όμως, ενηλικιώθηκε και μετεξελίχθηκε πολιτικά μαζί με τις κοινωνικές δυνάμεις που εξέφρασε πολιτικά.
Ο Ανδρέας ως πολιτικός γενάρχης
Ο Ανδρέας Παπανδρέου υπήρξε πολιτικός γενάρχης κι όχι πολιτικός μάνατζερ. Ανήκει στην κατηγορία των ηγετών, που ιόνισαν τις κοινωνικές δυνάμεις, που προκάλεσαν έντονα πάθη και άφησαν ανεξίτηλα ίχνη στη συλλογική κοινωνική συνείδηση. Γι’ αυτό και η θυελλώδης πολιτική σταδιοδρομία του ήταν άνιση, με μεγάλες διακυμάνσεις και με βαθιά αποτυπώματα στην κοινωνία.
Το ρεύμα της Αλλαγής είχε εξαρχής δύο κοινωνικές συνιστώσες που από ένα σημείο και πέρα άρχισαν να αποκλίνουν: Η μία ήταν τα ανερχόμενα μεσοστρώματα, που λόγω της αριστερής ή κεντροαριστερής προέλευσης τους, μπορούσαν μέχρι το 1981 να φθάσουν μόνο έως τις παρυφές της εξουσίας. Γι’ αυτά, το ΠΑΣΟΚ ήταν το όχημα και ο πολιορκητικός κριός για να αλώσουν το “φρούριο”. Η δεύτερη συνιστώσα ήταν τα λαϊκά στρώματα, που η ανασφάλειά τους τα έκανε να δουν το ΠΑΣΟΚ ως πολιτικό προστάτη τους.
Τα συμφέροντα των δύο αυτών κοινωνικών δυνάμεων δεν ταυτίζονταν. Ειδικά από το 1986-88 και μετά, τα μεσοστρώματα που ευνοήθηκαν κοινωνικοοικονομικά από την κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου εκδήλωσαν τάσεις απομάκρυνσης. Το σκάνδαλο Κοσκωτά λειτούργησε σαν καταλύτης. Αρκετοί από τους ευνοηθέντες ανακάλυψαν τη γοητεία του ανερχόμενου (νεο)φιλελευθερισμού και μετατοπίστηκαν ιδεολογικά, αλλάζοντας εμμέσως πλην σαφώς και πολιτικό στρατόπεδο.
Η ασθένεια του Ανδρέα Παπανδρέου και ο εγκλωβισμός της κυβέρνησής του στη θολή ατμόσφαιρα σκανδάλων και σκανδαλολογίας οδήγησαν στην εκλογική ήττα του Ιουνίου 1989 και στις παραπομπές στο Ειδικό Δικαστήριο. Η πολιτική ασπίδα του Ανδρέα Παπανδρέου στις δύσκολες εκείνες ημέρες ήταν τα λαϊκά στρώματα. Αυτά υποχρέωσαν τα ανώτατα στελέχη του ΠΑΣΟΚ να παραμείνουν συσπειρωμένα γύρω από τον ιδρυτή, παρότι είχαν εκδηλωθεί στο παρασκήνιο φυγόκεντρες τάσεις. Τότε, το Κίνημα έχασε ψήφους από τα μεσοστρώματα και κέρδισε ψήφους στις λαϊκές γειτονιές.
Από την ήττα στη ρεβάνς
Αν ο Κώστας Μητσοτάκης δεν παρέπεμπε τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο, οι εξελίξεις ίσως ήταν διαφορετικές. Η δίωξη, όμως, του αντιπάλου του με αθέμιτα μέσα έφερε το ακριβώς αντίθετο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Η αφόρητη πολιτική-ηθική πίεση που δέχθηκαν οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ εκείνη την εποχή ενεργοποίησε το ένστικτο αυτοσυντήρησης της παράταξης, με αποτέλεσμα να επικαλυφθούν οι αμφιβολίες και δυσαρέσκειες.
Από τη στιγμή που ο Ανδρέας Παπανδρέου διατήρησε την ενότητα και ξεπέρασε τη θύελλα, η επιστροφή του στην εξουσία ήταν θέμα χρόνου. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη διευκόλυνε την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ τον Οκτώβριο 1993. Μετά τη δοκιμασία του 1989-90, οι “πράσινοι” επέστρεψαν περισσότερο προσγειωμένοι και χωρίς τα φανταιζί συνθήματα του 1981. Αν και η διακυβέρνηση της περιόδου 1993-96 σφραγίσθηκε –λόγω της Δήμητρας Λιάνη– από μία βιτρίνα παρακμής, είχε πολλές θετικές πτυχές. Τότε αντιστράφηκε η πορεία προς την χρεοκοπία και τότε μπήκαν οι βάσεις για την είσοδο στην Ευρωζώνη.
Η επιδείνωση της ασθένειας του Ανδρέα Παπανδρέου στα τέλη 1995 άνοιξε τον δρόμο για την αναμενόμενη διαδοχή του. Τα καμώματα της Δήμητρας Λιάνη είχαν προκαλέσει και κατ’ αντιδιαστολή είχαν αναγορεύσει τον Κώστα Σημίτη σε “λύση”. Εάν, βεβαίως, δεν είχε προηγηθεί ο θάνατος του Γιώργου Γεννηματά, ο Κώστας Σημίτης δεν θα είχε ελπίδες να φθάσει εκεί που έφθασε. Η ιστορία, όμως, δεν γράφεται με εάν…
Σήμερα, 47 χρόνια μετά την ίδρυση κι αφού έχει μεσολαβήσει μία δεκαετία ποιοτικής πολιτικής-εκλογικής υποβάθμισης, το σταυροδρόμι είναι σαφές: Ο ένας δρόμος είναι το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ να σβήνει αργά-αργά μαζί με τις μεγάλες ηλικίες ψηφοφόρων που ενθυμούμενες τον Ανδρέα Παπανδρέου και τη δεκαετία του 1980 παραμένουν εκλογικά πιστές. Ο άλλος δρόμος είναι να χαράξει πορεία ανάκαμψης, με σκοπό να αναγεννηθεί, να επανέλθει ως “μεγάλο ΠΑΣΟΚ” και κατ’ επέκταση ως ο άλλος πόλος του πολιτικού συστήματος, απέναντι στη ΝΔ.
Ύστατη ευκαιρία για το ΠΑΣΟΚ
Προς το παρόν, τον συμβατικά αποκαλούμενο κεντροαριστερό χώρο “αρμέγουν” εκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ. Μπορεί το κόμμα ΚΙΝΑΛ να είναι πολιτικά και εκλογικά ατροφικό, αλλά ως δυνάμει παράταξη έχει υπό όρους τη δυνατότητα να αναγεννηθεί. Είναι εύκολο να λέγεται και πολύ δύσκολο να γίνει. Ο αναγκαίος –όχι υποχρεωτικά και ικανός– πρώτος όρος είναι στο τιμόνι του ΠΑΣΟΚ να βρεθεί ένας ηγέτης, πλαισιωμένος από μία ομάδα που να έχει συνειδητοποιήσει το πρόβλημα σε όλες τις πτυχές του και να έχει χαράξει έναν οδικό χάρτη για το μεγάλο άλμα.
Αυτό το άλμα δεν γίνεται με οργανωτικούς όρους, ούτε με συμβιβασμούς και μοιράσματα κομματικής μικροεξουσίας στην κορυφή. Μπορεί να επιτευχθεί μόνο με πολιτικούς όρους. Πρέπει ο νέος πρόεδρος, που θα αναδείξουν οι ενδοπαραταξιακές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου, όχι μόνο να ξέρει που θέλει να πάει το κόμμα, αλλά και που θέλει να πάει την χώρα.
Με άλλα λόγια, αναγκαία συνθήκη για να γίνει το ΠΑΣΟΚ ξανά μεγάλο είναι να προτείνει στην κοινωνία μία σφαιρική πολιτική επαγγελία για την Ελλάδα. Μόνο έτσι θα έχει την ελπίδα να ιονίσει τις κοινωνικές δυνάμεις που παραμένουν σ’ αυτό τον χώρο και να δημιουργήσει νέα πολιτική δυναμική. Η αποστολή είναι εξαιρετικά δύσκολη, αλλά όχι ακατόρθωτη. Ουσιαστικά χρειάζεται να γίνει κάτι ανάλογο που έκανε τη δεκαετία του 1970 ο Ανδρέας, σε άλλες συνθήκες και βεβαίως με νέο τρόπο και σύγχρονο πρόσημο.
Οι εγγενείς δομικές ανεπάρκειες και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις του ΣΥΡΙΖΑ, τον καθιστούν ανίκανο –τουλάχιστον ακόμα– να αφομοιώσει ιδεολογικά, πολιτικά και εκλογικά τις εισροές από τη λεγόμενη Κεντροαριστερά. Ακριβώς γι’ αυτό, αλλά και επειδή η κυβέρνηση Μητσοτάκη φθείρεται, το ΠΑΣΟΚ έχει μία ακόμα ευκαιρία. Το εάν θα την αδράξει και θα την αξιοποιήσει, θα εξαρτηθεί κατ’ αρχήν από το ποιον η παράταξη θα εκλέξει το Νοέμβριο για να ηγηθεί. Γιατί δεν χρειάζεται πολύ μυαλό για να δει κάποιος ότι ορισμένοι από τους υποψηφίους εγγυώνται την αποτυχία…