Γιατί το ευρωιερατείο αγάπησε τον ΣΥΡΙΖΑ
31/08/2018Σχολιάζοντας την έξοδο από τα Μνημόνια, η αντιπολίτευση έχει μάλλον δίκιο όταν επισημαίνει πως η Ελλάδα θα είχε βγει νωρίτερα, εάν η μνημονιακή πορεία δεν είχε ανατραπεί από την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του 2015. Όπως, επίσης, έχει δίκιο όταν αντιπαραθέτει τη σημερινή ρητορική του Τσίπρα και των υπουργών του με τα όσα έλεγαν το 2014.
Αυτή, ωστόσο, είναι μία κριτική που δεν έχει πλέον πολιτικό νόημα. Όπως δεν έχει νόημα η προσέγγιση της οικονομίας, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη η πολιτική και η κοινωνική παράμετρος. Η εξέλιξη της οικονομίας δεν συντελείται σε πολιτικό και κοινωνικό κενό.
Όπως αποδείχθηκε και από τις εκλογές του 2012, ένα μεγάλο τμήμα των Ελλήνων είχε γυρίσει την πλάτη στα δύο παραδοσιακά κόμματα εξουσίας (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) και έψαχνε τρόπο να απαλλαγεί από το Μνημόνιο. Γι’ αυτό και μετέτρεψε τον ΣΥΡΙΖΑ από ένα μικρό κόμμα διαμαρτυρίας σε αξιωματική αντιπολίτευση και τη Χρυσή Αυγή από μία περιθωριακή οργάνωση σε τρίτο κόμμα. Γι’ αυτό και επιβίωσαν κοινοβουλευτικά οι ΑΝΕΛ.
Το 2012 η ροπή αυτή του εκλογικού σώματος δεν ήταν αρκετή για να ανατρέψει τις ισορροπίες και να δώσει την πλειοψηφία στις αντιμνημονιακές δυνάμεις. Το 2014, όμως, όπως είχε φανεί στις ευρωεκλογές, ο συσχετισμός είχε αλλάξει. Κατά συνέπεια, ο οδικός χάρτης για την επιστροφή στην “κανονικότητα” που είχε χαράξει η κυβέρνηση Σαμαρά από κοινού με τους δανειστές ήταν πολιτικά μετέωρος.
Μία στροφή με επιπτώσεις
Εάν αφήσουμε στην άκρη τη μικροπολιτική ρητορική των κομμάτων, το σημείο καμπής στην πορεία της Ελλάδας ήταν η στροφή της κυβέρνησης Τσίπρα το καλοκαίρι του 2015 με την υπογραφή του 3ου Μνημονίου. Στην πραγματικότητα, τότε κρίθηκε στην πράξη και διαψεύσθηκε η επαγγελία του ΣΥΡΙΖΑ ότι θα απαλλάξει την Ελλάδα από το Μνημόνιο. Προφανώς, το εξάμηνο της αντιπαραθετικής διαπραγμάτευσης με το ευρωιερατείο είχε σημαντικό κόστος για την ελληνική οικονομία. Ο ισχυρισμός, όμως, ότι την επιβάρυνε με δεκάδες επιπλέον δισ. ευρώ είναι αφόρητα προπαγανδιστικός.
Από το καλοκαίρι του 2015 η Ελλάδα επανέρχεται στο μνημονιακό μονοπάτι, χωρίς πλέον να υπάρχει αξιόλογη πολιτική αμφισβήτηση αυτής της επιλογής, όπως υπήρχε το 2010 (τότε και από τη ΝΔ) και το 2012 (από τον ΣΥΡΙΖΑ κ.α.). Κι αυτό ήταν κρίσιμο πολιτικό κέρδος για το ευρωιερατείο, δεδομένου ότι ο ελληνικός λαός έμεινε χωρίς πολιτική διέξοδο και υποτάχθηκε στη μοίρα του. Αυτή η στάση έχει επιπτώσεις σ’ όλη την Ευρώπη. Έστειλε ένα έμπρακτο μήνυμα ότι τα αριστερά πειράματα αμφισβήτησης των Μνημονίων και της λιτότητας είναι καταδικασμένα σε αποτυχία.
Είναι προφανές, επίσης, πως το ευρωιερατείο είχε κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένο από το γεγονός ότι τη μνημονιακή πολιτική εφάρμοσε μία κυβέρνηση με κορμό την Αριστερά. Όχι μόνο για συμβολικούς λόγους, αλλά και επειδή έτσι υπάρχει μία αντιπολίτευση, η οποία κινείται στο ίδιο μήκος κύματος και η κριτική της προς την κυβέρνηση είναι ότι δεν έχει αναλάβει την “ιδιοκτησία” του Μνημονίου. Στην πραγματικότητα, σταδιακά και δια της διολισθήσεως συνέβη κι αυτό.
Ο μνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ
Όσο, λοιπόν, η κυβέρνηση Τσίπρα εφάρμοζε τη μνημονιακή πολιτική τόσο το ευρωιερατείο δεν είχε λόγο να την υπονομεύσει, παρά τις κατά τα άλλα ιδεολογικές αντιπάθειες. Το αντίθετο μάλιστα. Είχε δύο πρόσθετους λόγους να θέλει τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση.
- Πρώτον, θεωρούσε δικαιολογημένα, όπως αποδείχθηκε και από τα γεγονότα, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μεγαλύτερη δυνατότητα από τη ΝΔ να διατηρεί τις κοινωνικές αντιδράσεις σε χαμηλή θερμοκρασία.
- Δεύτερον, θεωρούσε επίσης δικαιολογημένα ότι η μνημονιακή θητεία θα είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο την πολιτική-εκλογική συρρίκνωση της Αριστεράς στην Ελλάδα, αλλά και τη μετάλλαξη του βασικού εκφραστή της, του ΣΥΡΙΖΑ, σε συστημικό κόμμα. Πράγματι, ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχθηκε σε ένα υβρίδιο κόμματος αριστερής κοπής, το οποίο εφάρμοσε άγριες νεοφιλελεύθερες πολιτικές και φλερτάρει με την ήδη μεταλλαγμένη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.
Τα γεγονότα επιβεβαίωσαν τον σχεδιασμό του ευρωιερατείου. Παρά την αφόρητη πίεση που ασκήθηκε και ασκείται στην ελληνική κοινωνία οι αντιδράσεις ήταν ασήμαντες. Τα νοικοκυριά αγωνίζονται να επιβιώσουν, αποδεχόμενα στην πράξη τον μνημονιακό μονόδρομο. Η αντίδραση εκδηλώνεται στην πολιτική-εκλογική σφαίρα. Οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν την εκεί συντελούμενη συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ.
Πιο σημαντικό απ’ όλα είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση Τσίπρα σκέφτεται και μιλάει πλέον μνημονιακά. Η όλη ρητορική της είναι απολύτως χαρακτηριστική. Λέει όσα έλεγε η κυβέρνηση Σαμαρά και απ’ αυτή την άποψη έχει δίκιο η σημερινή αντιπολίτευση να το επισημαίνει. Μόνο που ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του 2014, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ο ΣΥΡΙΖΑ του 2014 ήταν σωστός.
Έπαινοι από το ευρωιερατείο
Κατόπιν όλων αυτών είναι απολύτως εξηγήσιμο το γεγονός ότι με το πέρασμα του χρόνου ολοένα και πλήθαιναν τα καλά λόγια εκ μέρους των δανειστών για τις μνημονιακές επιδόσεις της κυβέρνησης Τσίπρα. Και βεβαίως τώρα, που το 3ο Μνημόνιο τελείωσε, δεν τσιγκουνεύονται τους επαίνους. Γιατί όχι; Τα πράγματα πήγαν ανέλπιστα καλά για το ευρωιερατείο.
Αλλά και η κυβέρνηση Τσίπρα έχει τώρα να “πουλήσει” στην κοινή γνώμη την έξοδο από τα Μνημόνια, την επιστροφή στην “κανονικότητα” και την είσοδο σε τροχιά οικονομικής σταθεροποίησης και ανάπτυξης. Παραλλήλως, αναμένεται να παίξει δυνατά και το χαρτί της καταπολέμησης της διαφθοράς και της διαπλοκής.
Στην πραγματικότητα, συμπολίτευση και αντιπολίτευση είχαν κοινό παρονομαστή τον μνημονιακό οδικό χάρτη και τώρα πλέον τις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις. Το γεγονός αυτό αποτελεί την αντικειμενική βάση για ευρύτατη συναίνεση. Αντί συναίνεσης, όμως, στην πολιτική σκηνή κυριαρχεί οξύτατη πόλωση, η οποία κατά κανόνα προκύπτει από “καθεστωτικού” και “αισθητικού” χαρακτήρα αντιθέσεις, οι οποίες αντανακλώνται και αναπαράγονται με την ίδια ένταση και στην κοινωνία.