Η “έξοδος” από τα Μνημόνια καμουφλάζ του πολιτικού τους τίποτα
04/05/2018Η άρνηση προτίμησης προς οποιοδήποτε κόμμα είναι το μόνο ανοδικό ρεύμα που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, παίρνοντας μάλιστα πλειοψηφικές διαστάσεις. Αυτό το κενό αντιπροσώπευσης είναι η σοβαρότερη κρίση δημοκρατίας στη χώρα μας μετά τη χούντα. Μια απειλή την οποία καλό είναι να αντιμετωπίσουμε, πριν μας προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά. Ας δούμε όμως τα γεγονότα.
Ένας πρώτος όρος που δέχθηκε ο κ. Τσίπρας, προκειμένου να συνομολογήσει το 3ο Μνημόνιο, είναι ο σχηματισμός υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για αρκετά χρόνια μετά την ημερολογιακή λήξη του. Ένας δεύτερος όρος είναι η δέσμευση της δημόσιας περιουσίας μας για 99 χρόνια (με τα 97 από αυτά μπροστά μας). Ενώ, έχει επίσης συμφωνηθεί η συνέχιση του οικονομικού ελέγχου (μέσω Τρόικας, θεσμών ή όπως αλλιώς βαφτιστεί το όργανο που θα την ασκεί από δω και πέρα) μέχρις ότου εξοφληθεί το 75% των δανείων μας από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Με απλά λόγια, ο κ. Τσίπρας έχει συμφωνήσει εδώ και τρία χρόνια η ημερολογιακή λήξη της δανειακής σύμβασης να μην αποτελέσει «Έξοδο από τα Μνημόνια».
Δεν είναι όμως μόνον αυτά. Δυστυχώς, το κατεστημένο της τελευταίας, χαμένης εικοσαετίας, κυβερνητικό και μη, έχει πετάξει λευκή πετσέτα. Δεν έχει ακόμα διασφαλίσει αν η (από τις βασικότερες συμβατικές υποχρεώσεις των δανειστών μας) ελάφρυνση του δημοσίου χρέους μας, θα σχηματοποιηθεί με συγκεκριμένο τρόπο, πριν την λήξη της σύμβασης (όπως είχε συμφωνηθεί ήδη από το 2011) ή αργότερα και πως.
Έχει αφεθεί σε ατέρμονη, παθητική ακρόαση διαφωνιών μεταξύ των δανειστών, χωρίς να διατυπώνει την δική μας θέση. Δεν προσπαθεί να κάμψει την, οικονομικά παράλογη, αξίωση για τα υψηλά πλεονάσματα. Δεν έχει επεξεργαστεί (πολύ περισσότερο καταθέσει) την παραμικρή ιδέα για αποδέσμευση της δημόσιας περιουσίας μας. Αντιθέτως, έχει αποδεχτεί την δοξασία ότι η αξιοποίησή της ταυτίζεται με… ιδιωτικοποιήσεις. Ποιός να το έλεγε!
Και βέβαια, ούτε σκέψη για ανάκτηση της ιδιοκτησίας και διοίκησης μιας τουλάχιστον από τις τράπεζες, για την διάσωση των οποίων χρεωθήκαμε δεκάδες δισ. ευρώ. Όχι μόνον αυτό, αλλά η κυβέρνησή μας έχει ήδη θέσει το (αγνώστου σε μας περιεχομένου) «Ολιστικό Αναπτυξιακό Σχέδιο» της για την περίοδο μετά την λήξη του 3ου Μνημονίου υπό την έγκριση των πιστωτών!
Έξοδος ως «απάτη περί την υπηρεσία»
Κοντολογίς, αποδεδειγμένα πια, οι δεσμεύσεις των μνημονίων όχι μόνον θα μας παρακολουθούν για πάρα πολλά χρόνια, αλλά «αυξάνονται και πληθύνονται», χωρίς κανένα σχέδιο απαλλαγής από την επιτροπεία. Εδώ οδήγησαν τα πράγματα τα κόμματα που ευαγγελίστηκαν ότι θα έσκιζαν τα μνημόνια, είτε με «ισοδύναμα» στο Ζάππειο, είτε με «ένα νόμο και ένα άρθρο»!
Ναι, είναι αυτά τα ίδια κόμματα που κάποτε απειλούσαν τους πιστωτές με… στάση πληρωμών και, τώρα πια, έχουν απεμπολήσει το δικαίωμά μας να υπενθυμίζουμε στους συνομιλητές ότι, εκτός από Λόρδοι Προστάτες / Πιστωτές, είναι και εταίροι μας. Είναι αυτά τα ίδια που βάφτισαν «Success Story» την αποτυχία, «Έξοδο από τα Μνημόνια» την ημερομηνία λήξης της δανειακής σύμβασης (ενώ έχουν συμφωνήσει ακριβώς το αντίθετο). Και ανενδοίαστα μας καλούν να εμπλακούμε στην κούφια αντιδικία τους εάν και κατά πόσον η ανύπαρκτη έξοδος είναι «καθαρή» ή «βρώμικη». Αυτό πια δεν είναι αυταπάτη, αλλά καραμπινάτη και απαράγραπτη «απάτη περί την υπηρεσία». Με αυτουργούς, συνεργούς και κεκράκτες.
Η «Έξοδος από τα Μνημόνια» δεν είναι όμως μόνον η (τελευταία μέχρι στιγμής) «αυταπάτη». Δεν είναι ένα, ανάμεσα σε άλλα, από τα Fake News που κατασκευάζουν και διασπείρουν τα κόμματά μας. Είναι, κυρίως, μια σκόπιμη παραλλαγή (καμουφλάζ) του πολιτικού τους τίποτα, με σκοπό την χειραγώγησή μας μπροστά στις κάλπες. Τα (μη) κόμματα αυτά, πράγματι, ομοφώνως αξιώνουν (το καθένα για τον εαυτό του φυσικά) «Δώσε μας την ψήφο σου και, εμείς, σε ανταπόδοση της…».
Μόνο που οι τρεις τελείες σ’ αυτήν την ομόθυμη αξίωσή τους αποδίδουν με την υψηλότερη δυνατή ευκρίνεια το απόλυτο κενό πολιτικής τους. Το οποίο και πιστοποιεί τελεσίδικα η θορυβώδης καταγγελία όλων, από όλους, για… όλα! Στη βάση αυτού του κενού, μας καλούν να επιλέξουμε στις εκλογές ανάμεσά τους. Και, όπως είναι φυσιολογικό, όλο και περισσότεροι, τα απορρίπτουμε όλα, όλο και περισσότερο!
Στην πραγματικότητα δεν είναι μόνον η, αποδεδειγμένη πια, πολιτική τους ανεντιμότητα που μας έχει αποξενώσει από τα κόμματα. Δεν είναι η απειρία, η ανικανότητα, η αποτυχία τους σε όσα καταπιάστηκαν. Δεν είναι η μαζική κατάπτωση εγγυήσεων που μοίραζαν αφειδώς, εδώ και χρόνια. Είναι, πριν απ’ όλα, αυτή η κυνική πρακτική τους να ζητούν την ψήφο μας, χωρίς να εξηγούν τι θα κάνουν μ’ αυτήν για μας. Πως δηλαδή, μέσω αυτής, θα εξυπηρετήσουν το εθνικό και δημόσιο συμφέρον.
Σε ποιό τελικό αδιέξοδο οδηγούμαστε
Αλλά ενώ τα κόμματά μας δεν κάνουν την δουλειά τους, διαισθανόμαστε όλοι ότι στενοί κύκλοι περί τους αρχηγούς τους (σε συμπαιγνία με διάφορες παρέες) κάνουν την δουλίτσα τους. Υπάρχουν όμως και άλλοι επιβαρυντικοί παράγοντες που μας φέρνουν ακόμα πιο κοντά στο τέλος:
- Διάσπαρτο προσωπικό που απέτυχε και αποδοκιμάστηκε αρνείται να αποσυρθεί και, κατηγορώντας θορυβωδώς τους «άλλους», απεργάζεται την παλινόρθωσή του.
- Οργανωμένοι δεξιοί κανοναρχούν (με παραδομένους αριστερούς να κρατούν τον ίσο) την ακύρωση της διάκρισης μεταξύ «Δεξιάς» και «Αριστεράς». Αυτής δηλαδή ανάμεσα στα συμφέροντα των (όλο και πιο) λίγων και (όλο και πιο) ισχυρών από τη μια, και των (όλο και πιο) πολλών και (όλο και πιο) αδύναμων από την άλλη. Ενώ άλλοι, δεξιοί και αριστεροί, μένουν «χαμένοι στην μετάφραση» της κύριας αυτής αντίθεσης ως ταξικού μίσους.
- Και βέβαια, ο υπολογίσιμος αριθμός εκλογέων, ανήμπορων να απορρίψουν σχήματα τα οποία δεν λειτουργούν πια: «Θα ψηφίσω Μητσοτάκη για να φύγει ο Τσίπρας», «Θα ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ επειδή είμαι αριστερός», «Μαζί μας, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ θα είναι αλλιώς» τα πιο συνηθισμένα ανάμεσά τους.
Η δημοκρατική διέξοδος
Είμαστε, λοιπόν, παγιδευμένοι σε μια «τέλεια καταιγίδα» κενού πολιτικής, υποταγής των κομμάτων σε εξουσιαστικές ομάδες και ατομικών διαβημάτων. Εάν δεν θέλουμε το αδιέξοδο μας αυτό να αποδειχθεί τελικό, είναι απαραίτητο (και στις εθνικές εκλογές) να αποδοκιμάσουμε όλα τα αίτια του. Με αποτελεσματικό τρόπο βέβαια. Αποτελεσματική δεν είναι, παραδείγματος χάριν, η αποχή, η οποία μετασχηματίζεται σε αυξημένα ποσοστά για όσους ακριβώς απορρίπτουμε. Ένα εγχειρίδιο διάσωσης μπορεί να συνοψίζεται στα εξής:
- Δεν απέχουμε.
- Δεν κάνουμε επιλογή μεταξύ ακατάλληλων. Αρνούμαστε την ακαταλληλότητα.
- Δεν δίνουμε εντολή σε όποιον «απορρίφθηκε λιγότερο».
- Δεν κατεβάζουμε την βάση για να αποφύγουμε την «ακυβερνησία» και, κυρίως
ενθαρρύνουμε άλλους «να προσέλθουν στις εξετάσεις μας», άλλες δυνάμεις να ζητήσουν την ψήφο μας στις εκλογές. Όχι ενδιάμεσους στους αποτυχημένους (από χέρι αποτυχημένους και αυτούς), αλλά, φερέλπιδες, πέρα και πάνω από αυτούς.
Καλό θα ήταν βέβαια αυτές οι νέες, ελπιδοφόρες δυνάμεις να είχαν συλλογική υπόσταση (να ήταν κόμματα δηλαδή). Αλλιώς, θα υποχρεωθούμε να ψάχνουμε «ψύλλους στ’ άχυρα», ζωντανά πρόσωπα στους συνδυασμούς απονεκρωμένων κομμάτων, αν με εννοείς. Με την προσπάθεια να γίνεται πιο επίπονη και τα αποτελέσματα της πενιχρότερα.
Το δίλημμα μας είναι πραγματικό, είναι μπροστά στα μάτια μας και απομένει να μην δειλιάσουμε να αναμετρηθούμε μαζί του: ή αναλαμβάνουμε τον αισιόδοξο μπελά να ψάξουμε, να βρούμε και να πιέσουμε νέες, εθελοντικές, πολιτικές δυνάμεις να τεθούν στην βάσανο της αξιολόγησής μας, ή παραμένουμε στο άκοπο τελικό μας αδιέξοδο!