Η δημοσιογραφία στο εδώλιο
13/01/2022Η κλήση σε απολογία του δημοσιογράφου Κώστα Βαξεβάνη με βαρύ κατηγορητήριο –όπως και της Γιάννας Παπαδάκου και του Αλέξανδρου Τάρκα που είχαν προηγηθεί– για την αποκάλυψη πτυχών του σκανδάλου Novartis ξεπερνά τους συγκεκριμένους δημοσιογράφους και αποκτά τον χαρακτήρα δίωξης κατά της ερευνητικής δημοσιογραφίας.
Με την εξέλιξη αυτή τα δημοσιεύματα, όχι μόνο στην συγκεκριμένη υπόθεση αλλά ευρύτερα, λιγότερο ή περισσότερο αποκαλυπτικά, ενοχοποιούνται εκ προοιμίου και οι δημοσιογράφοι πιέζονται να αποκαλύψουν τις πηγές τους, ενώ ενοχοποιούνται οι διασυνδέσεις τους για την άσκηση της ερευνητικής δημοσιογραφίας που είναι εξορισμού δύσκολη. Η όλη υπόθεση αποτελεί πλήγμα στο θεσμικό οικοδόμημα της δημοκρατίας, αναπόσπαστο τμήμα της οποίας είναι η ερευνητική δημοσιογραφία όπως και η δημοσιογραφία της λογοδοσίας. Η χώρα μας που είναι ήδη στην 24η θέση στο σύνολο των 27 της ΕΕ όσον αφορά την ελευθερία του Τύπου, μετά και από αυτή την εξέλιξη φλερτάρει με την τελευταία θέση.
Το ποια άποψη μπορεί να έχει καθένας για την δημοσιογραφία που ασκούν οι συγκεκριμένοι, όπως και για την προσωπικότητά τους, είναι αδιάφορη. Δεν παύουν όλοι τους να ασκούν ερευνητική δημοσιογραφία που προστατεύεται από τις βασικές διατάξεις του Συντάγματος για την ελευθερία της έκφρασης. Το ότι “τσουβαλιάζονται” σαν μέλη εγκληματικής οργάνωσης(!) δημοσιογράφοι που δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους όπως ο Αλέξανδρος Τάρκας, ο Γιάννης Φιλιππάκης και η Γιάννα Παπαδάκου με τον Κώστα Βαξεβάνη είναι ένα από τα παράταιρα της υπόθεσης που αποκτά εκ των πραγμάτων ευρύτερες πολιτικές διαστάσεις.
Το κατηγορητήριο
Ο Κώστας Βαξεβάνης, όπως και προηγούμενως οι Γιάννα Παπαδάκου και Αλέξανδρος Τάρκας, καλούνται όχι ως μάρτυρες στην δικαστική διερεύνηση του σκανδάλου Novartis –όπως από το βήμα της Βουλής αναγνώρισαν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί, συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού– αλλά ως κατηγορούμενοι! Το δε κατηγορητήριο ειδικά για τον Κώστα Βαξεβάνη που κλήθηκε χθες, είναι εξαιρετικά βαρύ: «συνέργεια σε κατάχρηση εξουσίας από κοινού διά της εκθέσεως σε δίωξη ή τιμωρία κάποιου αθώου κατά συρροή, συνέργεια διά της μεταχειρίσεως παρανόμως εκβιαστικών μέσων για να πετύχουν οποιαδήποτε έγγραφη ή προφορική κατάθεση κατηγορουμένου ή μάρτυρα, συνέργεια σε παράβαση καθήκοντος κατά συρροή και εγκληματική οργάνωση-συμμορία».
Το κατηγορητήριο είναι στο πνεύμα του πορίσματος της πλειοψηφίας της Προανακριτικής Επιτροπής στην Βουλή που κατέληξε στην παραπομπή του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλου. Η πλειοψηφία είχε καταλήξει ότι «υπήρχε οργάνωση μεταξύ επτά προσώπων των Παπαγγελόπουλου, Τουλουπάκη, Ντζούρα, Μανώλη, Φιλιππάκη, Τάρκα, Παπαδάκου με συμπίπτουσες βουλήσεις για την διενέργεια εγκλημάτων».
Εν ολίγοις ότι επρόκειτο για «συμμορία» με δομή που ξεκινούσε από τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, με βραχίονα την εισαγγελία διαφθοράς και όργανα τις εφημερίδες “Δημοκρατία”, “Documento” και τις εκπομπές της Γιάννας Παπαδάκου στην τηλεόραση. Το παράδοξο είναι ότι σε ό,τι αφορά τους δύο εισαγγελείς Ντζούρα και Μανώλη η Δικαιοσύνη έχει ήδη θέσει τις κατηγορίες εναντίον τους στο αρχείο. Δεν είναι δίχως σημασία ότι η Προανακριτική Επιτροπή αρνήθηκε να καλέσει τον Κώστα Βαξεβάνη, ενώ πριν κλητευθεί ως κατηγορούμενος δεν έχει προηγηθεί προκαταρκτική εξέταση και δεν έχει κληθεί να δώσει εξηγήσεις.
Δημοσιογραφία και διώξεις
Είναι ελληνικό παράδοξο ότι ενώ το σκάνδαλο Novartis ακόμη δεν έχει εκδικαστεί και οι δικογραφίες για τους Άδωνη Γεωργιάδη και Δημήτρη Αβραμόπουλο εκκρεμούν –σε αντίθεση με την αντίστοιχη για τον Ανδρέα Λοβέρδο– παραπέμπονται οι δημοσιογράφοι που αποκάλυψαν πτυχές της υπόθεσης. Η όλη μεθόδευση από την πλευρά της κυβέρνησης παραπέμπει στην αρχική τοποθέτηση ότι «ναι μεν υπάρχει σκάνδαλο, με εμπλεκόμενους γιατρούς και διοικητικούς παράγοντες, αλλά αποτελεί σκευωρία της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στο σκέλος που ενέπλεξε πολιτικά πρόσωπα».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την αρχή της πρωθυπουργίας του είχε δηλώσει ότι δεν θα στείλει στο δικαστήριο τον Αλέξη Τσίπρα, ωστόσο με την Προανακριτική της Βουλής παρέπεμψε τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο. Η αρχική εκτίμηση κυβερνητικών παραγόντων –και του υποσυστήματος Σαμαρά που δείχνει εμμονή στην υπόθεση– ήταν ότι «ο Παπαγγελόπουλος για να ξεμπλέξει θα δώσει τον Τσίπρα ως εμπνευστή της παραπομπής των πολιτικών προσώπων». Φυσικά η σύλληψη ήταν τουλάχιστον αφελής.
Παράλληλα, παραπέμφθηκε η Ελένη Τουλουπάκη και το τελευταίο σκέλος της “αποκάλυψης της σκευωρίας” είναι η κλήση των δημοσιογράφων. Εν ολίγοις τους ασκείται πίεση. Για να ξεμπλέξουν να “κάψουν” τον Παπαγγελόπουλο και ενδεχομένως και άλλα πρόσωπα της κυβέρνησης Τσίπρα, ώστε να προκύψει η πολιτική μεθόδευση της “σκευωρίας” κατά τους εμπνευστές της αντίστοιχης θεωρίας. Μόνο που έτσι μπαίνει στο εδώλιο η δημοσιογραφία, εκβιάζονται δημοσιογράφοι να αποκαλύψουν τις πηγές τους και ποινικοποιείται η σχέση μεταξύ πηγών και λειτουργών του Τύπου.
Παράλληλα, βέβαια, στέλνεται ένα μήνυμα ότι καλύτερα οι δημοσιογράφοι να εγκαταλείψουν την ερευνητική δημοσιογραφία γιατί κινδυνεύουν να τυλιχθούν σε μία κόλλα χαρτί δικογραφίας. Στην περίπτωση του Κώστα Βαξεβάνη υπάρχει και το επιπλέον στοιχείο της προσωπικής αντιδικίας με την οικογένεια του Κυριάκου Μητσοτάκη, λόγω της επιμονής του στα θέματα που αφορούν την οικογενειακή περιουσία. Ακόμη και αν δεν είναι αυτή η πρόθεσή του, δημιουργείται η εντύπωση ότι ο πρωθυπουργός επιστρατεύει την κρατική εξουσία για να συντρίψει έναν ενοχλητικό δημοσιογράφο.