Η εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας στις κομματικές μυλόπετρες – 4+1 προτάσεις
21/11/2019Η εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας ήταν πάντα ένα φορτισμένο ζήτημα, επειδή στη μεταπολιτευτική περίοδο η αδυναμία εκλογής Προέδρου οδηγούσε σε βουλευτικές εκλογές. Είναι προφανές, λοιπόν, ότι εάν η αξιωματική αντιπολίτευση εκτιμούσε με βάση και τις δημοσκοπήσεις πως θα τις κερδίσει είχε κομματικό κίνητρο να προκαλέσει αδιέξοδο στη διαδικασίας της προεδρικής εκλογής. Το έργο αυτό το είδαμε επανειλημμένως τις προηγούμενες δεκαετίες.
Είναι ένδειξη ωριμότητας το γεγονός ότι τα κόμματα συμφώνησαν τουλάχιστον πως χρειάζεται η προεδρική εκλογή να απεμπλακεί από τον τετραετή εκλογικό κύκλο, με άλλα λόγια από τη μάχη για την εξουσία. Η σχετική συζήτηση στη Βουλή, με όλη τη συζήτηση που γι’ αυτό το ζήτημα που έχει προηγηθεί, οδήγησε ουσιαστικά σε τέσσερις λογικές πάντα για την περίπτωση που δεν εκλέγεται Πρόεδρος Δημοκρατίας με τις προβλεπόμενες ενισχυμένες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες.
Πρώτον, να εκλέγεται με 151 ψήφους κι αν ούτε αυτό είναι δυνατόν να εκλέγεται με σχετική πλειοψηφία, δηλαδή και με λιγότερες βουλευτικές ψήφους. Η πρόταση είναι της ΝΔ και πιθανότατα θα περάσει.
Δεύτερον, οι ψηφοφορίες να συνεχίζονται για ένα εξάμηνο και εάν ούτε μέχρι τότε προκύψει λύση, ο λαός με απευθείας ψηφοφορία να επιλέξει τον ένα από τους δύο πρώτους σε κοινοβουλευτικές ψήφους. Η πρόταση είναι του ΣΥΡΙΖΑ.
Τρίτον, να παρατείνεται η θητεία του υφιστάμενου Προέδρου Δημοκρατίας κατά ένα χρόνο και μετά, για την εκλογή νέου, να απαιτείται πλειοψηφία 160 βουλευτών. Κι αν ούτε τότε εκλεγεί Πρόεδρος, η θητεία να παρατείνεται μέχρι τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, ώστε η Βουλή που θα προκύψει από αυτές να επαναλάβει την προσπάθεια. Η πρόταση είναι του ΚΙΝΑΛ.
Τέταρτον, να συγκροτηθεί ένα εκλεκτορικό σώμα από τους 300 βουλευτές και 600 πολίτες που θα επιλεγούν με κλήρωση κι αυτό να εκλέξει Πρόεδρο Δημοκρατίας.
Κριτική σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ
Η πρόταση της ΝΔ είναι άκρως προβληματική. Στην ελληνική Προεδρευομένη Δημοκρατία, ο Πρόεδρος είναι εγγυητής του πολιτεύματος, χωρίς ουσιαστική εκτελεστική εξουσία. Ο ρόλος του είναι να εκφράζει την ευρύτερη δυνατή συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων. Ο ρόλος αυτός υπονομεύεται με την πρόταση της ΝΔ, επειδή Πρόεδρος εκλεγμένος από 151 βουλευτές –και πολύ περισσότερο από λιγότερους– θα εκφράζει την εκάστοτε συγκυριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αυτό θα έχει ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα να είναι στενά κομματικής αποδοχής και ως εκ τούτου μειωμένου κύρους, όχι ως πρόσωπο. Με άλλα λόγια δεν θα μπορεί να παίξει τον ρυθμιστικό ρόλο του.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για αλλεπάλληλες ψηφοφορίες επί εξάμηνο με σκοπό να πιεσθούν τα κόμματα να βρουν συναινετική λύση, έχει νόημα. Η κατάληξή της, όμως, για εκλογή από τον λαό σε περίπτωση αδιεξόδου εγείρει, επίσης, μείζονος σημασίας ζητήματα, με την έννοια ότι θα δημιουργήσει εκ των πραγμάτων ένα είδος δυαρχίας στην κορυφή, ακόμα κι αν επισήμως δεν παραχωρηθούν στον Πρόεδρο ουσιαστικές εκτελεστικές εξουσίες.
Εκλογή από τον λαό σημαίνει αυξημένη πολιτική νομιμοποίηση του Προέδρου Δημοκρατίας, για την ακρίβεια μεγαλύτερη κι από αυτή του πρωθυπουργού. Ο πρωθυπουργός βρίσκεται επικεφαλής της κυβέρνησης ως αρχηγός κόμματος, ή προτεινόμενος από συμμαχία κομμάτων, όχι απευθείας εκλεγμένος ως πρόσωπο από τους ψηφοφόρους.
Μία ιδιότυπη δυαρχία
Ο Πρόεδρος Δημοκρατίας θα έχει την πολιτική νομιμοποίηση να λειτουργήσει ως παράλληλο και –εάν το επιλέξει– ως πολιτικά ανταγωνιστικό προς την κυβέρνηση κέντρο εξουσίας. Θα έχει τον πειρασμό να διαφοροποιείται από την κυβέρνηση άλλοτε με δηλώσεις του για τρέχοντα πολιτικά ζητήματα κι άλλοτε αρνούμενος να υπογράψει νόμους ψηφισμένους από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Αυτή η ιδιότυπη δυαρχία εκ των πραγμάτων δυνάμει δημιουργεί προβλήματα στη διακυβέρνηση. Σε αντίθεση με την άτυπη παράδοση που έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες, το κυβερνών κόμμα θα προσπαθεί να εκλέξει Πρόεδρο Δημοκρατίας της επιρροής του, προκειμένου να μην αντιμετωπίσει εμπόδια και πολιτική πίεση από την Ηρώδου Αττικού. Το ίδιο θα κάνει και η αξιωματική αντιπολίτευση –συνάπτοντας πολιτικές συμμαχίες με άλλα αντιπολιτευόμενα κόμματα– με σκοπό να περικυκλώσει, να αποδυναμώσει και τελικώς να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση.
Από την άλλη πλευρά, βεβαίως, δεν μπορεί να μην ληφθεί υπόψη ότι ο απολογισμός δεκαετιών πρωθυπουργοκεντρικού πολιτικού συστήματος είναι περισσότερο αρνητικός παρά θετικός. Τα δύο αυτά στοιχεία μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η καλύτερη από θεσμικής απόψεως λύση θα ήταν η εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας, ο οποίος να διαθέτει μία επιβεβαιωμένη πολιτική αυτονομία ως πρόσωπο, να μην είναι δηλαδή επισήμως ή ατύπως προσδεδεμένος σε κάποιο κόμμα.
Το ΚΙΝΑΛ για εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας
Στο σημείο αυτό έχει σημασία να υπενθυμίσουμε την αρχική πρόθεση του Τσίπρα ο Πρόεδρος αφενός να εκλέγεται από τον λαό, αφετέρου να ενισχυθούν μερικώς οι αρμοδιότητες του ανώτατου άρχοντα. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η μετέπειτα διαφοροποιημένη πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ δεν πηγάζει μόνο από την ανάγκη να μη διαλύεται η Βουλή σε περίπτωση αδιεξόδου.
Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι αρχικά (2016) είχε ζητήσει πλειοψηφία 200 βουλευτών και στις δύο ψηφοφορίες. Αλλά και στη σχετική συζήτηση στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του το φθινόπωρο του 2018, το δίλημμα που είχε θέσει ήταν τελικώς να ισχύσει ή εκλογή με απλή πλειοψηφία (151) ή από τον λαό, εκφράζοντας, βεβαίως, την προτίμησή του στη δεύτερη λύση.
Η πρόταση του ΚΙΝΑΛ είναι φιλότιμη, με την έννοια ότι προσπαθεί να καταστήσει μονόδρομο για τα κόμματα τη συναίνεση όσον αφορά στην εκλογή Προέδρου. Το μειονέκτημά της είναι πως εάν ένα κόμμα εξουσίας επιθυμεί την επανεκλογή του υφιστάμενου-απερχόμενου Προέδρου Δημοκρατίας και δεν διαθέτει την απαιτούμενη πλειοψηφία, θα έχει τον πειρασμό να προκαλεί αδιέξοδο στην προεδρική εκλογή για να διατηρεί τον Πρόεδρο της αρεσκείας του στο αξίωμα για μεγάλο διάστημα, ενδεχομένως μέχρι τις επόμενες εκλογές.
Εκλεκτορικό σώμα αντί της Βουλής
Τέλος, υπάρχει και η ιδέα, σε περίπτωση αδιεξόδου τον Πρόεδρο να εκλέγει ένα ευρύτερο της Βουλής εκλεκτορικό σώμα. Το ΜΕΡΑ25 πρότεινε συγκεκριμένα να ψηφίσουν μαζί με τους 300 βουλευτές και 600 πολίτες που θα ορισθούν με κλήρωση. Πρόκειται για μία “έμμεσα αμεσοδημοκρατική” νότα που αντλεί έμπνευση από την αρχαία Αθήνα. Αν και υπάρχουν εύλογες αντιρρήσεις, η πρόταση θα άξιζε να συζητηθεί, αν και ήταν εξαρχής δεδομένο πως θα παρακαμφθεί.
Μία εκτός κοινοβουλευτικής συζήτησης πρόταση είναι η εκλογή Προέδρου να γίνεται εξαρχής από ένα εκλεκτορικό σώμα της τάξεως των 1000 μελών, η σύνθεση του οποίου θα αποτελούσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των κομμάτων. Οι εκλέκτορες, που θα προστεθούν στους βουλευτές, θα έπρεπε να εκφράζουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τους θεσμούς του ευρύτερου κράτους και της κοινωνίας των πολιτών. Με αυτή τη λογική, θα μπορούσαν στο εκλεκτορικό σώμα να συμμετέχουν π.χ. αιρετοί που ηγούνται τέτοιων θεσμών, όπως π.χ. οι Περιφέρειες, οι μεγάλοι Δήμοι, οι τριτοβάθμιες επαγγελματικές ενώσεις, τα πανεπιστήμια κ.α., αλλά και προσωπικότητες κύρους που πληρούν ορισμένα κριτήρια.
Το ζητούμενο θα ήταν ότι σε ένα τέτοιας σύνθεσης εκλεκτορικό σώμα να μην αναπαράγεται το στενό κομματικό κριτήριο που επικρατεί στη Βουλή. Με άλλα λόγια, να μην κυριαρχεί η στενή κομματική σκοπιμότητα της δεδομένης συγκυρίας. Δυσπρόσιτος στόχος, δεδομένου ότι η κομματικοποίηση έχει αλώσει όχι μόνο τους θεσμούς τους ευρύτερου κράτους, αλλά και συχνά της κοινωνίας των πολιτών. Δεν παύει, ωστόσο, να ισχύει η ανάγκη ο Πρόεδρος Δημοκρατίας να είναι πρόσωπο που συγκεντρώνει ευρύτερη πολιτική και κοινωνική συναίνεση, αλλά και πολιτική αυτονομία.