Η Ελλάδα και οι “μεγάλες πόρτες”
02/02/2018του Δημήτρη Χρήστου –
Εγκλωβισμένοι με το θέμα της ΠΓΔΜ και της ονομασίας, δεν προσέχουμε τις «μεγάλες πόρτες» που ετοιμάζεται να διαβεί η ΕΕ με πρωτοβουλία του γαλλογερμανικού άξονα. Άλλωστε, δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Ποια είναι τα νέα στοιχεία που μας οδηγούν στο συγκεκριμένο συμπέρασμα;
Πρώτον, οι πιέσεις των γερμανικών ελίτ για σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων, πυλώνων του γερμανικού μεταπολεμικού πολιτικού συστήματος. Δεύτερον, η απόφαση της καγκελαρίου Μέρκελ να μεταβεί τελικά στο Νταβός, όπου εκφώνησε λόγο για τη νέα αρχιτεκτονική της ΕΕ. Στις νέες αρχές, όπου οι ιδέες Μακρόν έχουν γίνει αποδεκτές ως όρος για την επιβίωση της Ένωσης, δεσπόζει ο στόχος της ολοκλήρωσης της ΕΕ ως νέας υπερδύναμης.
Χωρίς, μάλιστα, την αμερικανική ομπρέλα κάτι που είναι περισσότερο εφικτό τώρα μετά την απομάκρυνση της Βρετανίας και της πολιτικής του Τραμπ. Η καγκελάριος κατηγόρησε από το βήμα του Νταβός τον Αμερικανό πρόεδρο για μεγαλοποίηση των προβλημάτων, καθώς και ότι σκέπτεται όλα τα ζητήματα σαν περιφερειακές υποθέσεις. Αναφέρθηκε στην ανάγκη η ΕΕ να παίξει παγκόσμιο ρόλο, υπογραμμίζοντας επίσης ότι το κύμα λαϊκισμού των τελευταίων ετών είναι «δηλητήριο» για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Οικονομική ολοκλήρωση και αμυντική ανεξαρτησία
Με λίγα λόγια έχουμε προ των πυλών το νέο βήμα –μετά τη νομισματική για την οικονομική ολοκλήρωση– στη γραμμή Μακρόν. Κατόπιν, με άξονα την κοινή άμυνα, την αμυντική αυτοτέλεια της ΕΕ, η οποία θα αποτυπωθεί και στην εξωτερική πολιτική. Η εξέλιξη αυτή δεν είναι έκπληξη. Οι κρίσεις που πέρασε η Ευρώπη, ο ανάλγητος τρόπος αντιμετώπισης των σοβαρών προβλημάτων ενός κράτους-μέλους (Ελλάδα) και η εντεινόμενη απειθαρχία των κρατών-μελών από την κεντρική και ανατολική Ευρώπη, ήταν οι παράγοντες που ενεργοποίησαν τόσο τις γερμανικές όσο και οι γαλλικές ελίτ. Μετά θα ήταν αργά.
Αν συνεχιζόταν η σημερινή κατάσταση, η διάλυση θα ήταν πολύ κοντά και οι κραδασμοί στην παγκόσμια σκακιέρα καταστροφικοί, ειδικά για την Ευρώπη. Γι’ αυτό και μετά τις γερμανικές εκλογές και το ναυάγιο σχηματισμού κυβέρνησης «Τζαμάικα», τόλμησα (24 Νοεμβρίου 2017) –από αυτό εδώ το βήμα– την πρόβλεψη: «Υποκύπτοντας στην λογική των εξελίξεων, περιμένουμε τη συμμετοχή του SPD στη νέα γερμανική κυβέρνηση. Θετικό νέο για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, καθώς οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες έχουν ταχθεί δημοσίως υπέρ των απόψεων του Γάλλου προέδρου για την επανεκκίνηση της ΕΕ σε νέες βάσεις. Αυτή η εξέλιξη είναι και η καλύτερη για τα ελληνικά συμφέροντα αφού τερματίζεται το μονοπώλιο της γερμανικής αυθαιρεσίας και της τιμωρητικής λιτότητας, χωρίς ρεαλιστικές λύσεις σε ότι αφορά το δημόσιο χρέος».
Στο πλαίσιο αυτής της σημαντικής προσυμφωνίας Μέρκελ-Μακρόν βλέπουμε τις πρώτες μεταστροφές και την διάθεση-θέληση των ευρωπαϊκών οργάνων να ρυθμίσουν με νέο τρόπο το ελληνικό χρέος: με κούρεμα και ρήτρα ανάπτυξης για την αποπληρωμή του.
Χωράνε και οι 27 χώρες στη νέα ΕΕ;
Και τώρα πάμε στο ερώτημα. Χωράνε όλες οι χώρες-μέλη στη νέα μορφή της ολοκληρωμένης ΕΕ; Τολμώ να απαντήσω αρνητικά. Δεν χωράνε χώρες με κυβερνήσεις αυταρχικής νοοτροπίας, όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Τσεχία, η Σλοβακία και η Αυστρία. Να τις πετάξουν όλες έξω; Δεν λέω αυτό. Λέω ότι όσες χώρες δεν πειθαρχούν στις κοινές αποφάσεις, πολιτικές και οικονομικές, θα απομονωθούν με κατάληξη έως και την αποχώρησή τους. Αυτό είναι σίγουρο, διότι στη νέα μορφή της ΕΕ απαιτούνται ταχύτερη λήψη αποφάσεων και πειθαρχία στους κανόνες.
Εξάλλου το εθνικιστικό κατά κανόνα δεξιό έως ακροδεξιό ρεύμα που κυριαρχεί σήμερα στην ανατολική Ευρώπη, ναρκοθετεί δυνάμει τα δημοκρατικά θεμέλια της ΕΕ. Εκτός των άλλων και λόγω της ατλαντικής εξάρτησης. Το κρίσιμο καμπανάκι δεν προήλθε μόνον ή κυρίως από έξω, αλλά εκ των έσω, από τα ακροδεξιά ρεύματα εντός της Γαλλίας και της Γερμανίας. Το γερμανικό ΑfD ενισχύθηκε οικονομικά με ύποπτους πόρους από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, σύμφωνα με πληροφορίες, οι οποίες προέρχονται από πηγές των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών.
Γερμανία και Γαλλία, λοιπόν, είναι υποχρεωμένες για να προστατεύσουν και τα εθνικά τους συμφέροντα, να κινηθούν μαζί και με τόλμη αλλά και εμπιστοσύνη σε αυτή τη νέα πορεία επανεκκίνησης. Αν δεν πετύχει θα οδηγήσει το πείραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης σε ουσιαστική διάλυση.