Η εσωκομματική αντιπολίτευση της ΝΔ καλύπτει το κενό ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ
17/10/2024Η κυβέρνηση δεν έχει φτάσει καν στην μέση της θητείας της, αλλά εμφανίζει σημάδια ραγδαίας πτώσης της δημοτικότητάς της, εμφανούς κόπωσης και έλλειψης ευδιάκριτων στόχων. Στην Μεταπολίτευση, ο συνήθης κύκλος μιας κυβέρνησης στην Ελλάδα μοιάζει να κλείνει μετά την δεύτερη θητεία της, κατά την διάρκεια της οποίας δρομολογούνται οι εξελίξεις για την διάδοχη κατάσταση. Τα προβλήματα του τόπου συσσωρεύονται και η κοινωνία δεν αισθάνεται πλέον ότι η παρούσα ηγεσία διαθέτει την ικανότητα ή την θέληση να τα λύσει.
Η σημερινή κυβέρνηση δεν δείχνει να αποτελεί εξαίρεση στον εν λόγω κανόνα. Οι τελευταίες δύο εκλογικές αναμετρήσεις (δημοτικές εκλογές και ευρωεκλογές) δεν επεφύλαξαν για τον πρωθυπουργό τα ίδια θριαμβευτικά αποτελέσματα με τις διπλές εθνικές εκλογές της άνοιξης του 2023. Παράλληλα με την σταδιακή υποχώρηση της δημοτικότητάς του, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια αυξάνουσα εσωκομματική δυσαρέσκεια.
Οι δύο πρώην πρωθυπουργοί και πρόεδροι της ΝΔ Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς έλαμψαν δια της απουσίας τους στην πρόσφατη επετειακή εκδήλωση που διοργάνωσε το κόμμα έξω από το ιστορικό κτίριο στην Ρηγίλλης για τα 50 χρόνια από της ιδρύσεώς του. Το παράδειγμά τους ακολούθησαν αρκετοί βουλευτές. Τον περασμένο μήνα διεγράφη ο βουλευτής και πρώην υπουργός κ. Σαλμάς για την κριτική που άσκησε προς την κυβέρνηση, ενώ κατατίθενται όλο και περισσότερες ομαδικές ερωτήσεις από βουλευτές της κυβέρνησης εις έλεγχον υπουργών.
Κανονικά, η κυβέρνηση θα έπρεπε να νιώθει την καυτή ανάσα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αλλά η χώρα τελεί ουσιαστικά χωρίς αξιωματική αντιπολίτευση, με τον ΣΥΡΙΖΑ να βρίσκεται στο πρόθυρα της διάλυσης και το ΠΑΣΟΚ να μην έχει καταφέρει ακόμα να βρει την περπατησιά του. Συνεπώς, η κυβέρνηση εξακολουθεί να υφίσταται φθορά, αλλά μέχρι τώρα η φθορά αυτή δεν επιφέρει κέρδη στην μείζονα αντιπολίτευση.
Εσωκομματική αντιπολίτευση
Επειδή όμως η κατάσταση αυτή οδηγεί την χώρα σε επικίνδυνες ατραπούς, ενδέχεται να πρέπει να αναπληρωθεί το κενό αυτό με εσωκομματικές διεργασίες στο κυβερνών κόμμα που θα οδηγήσουν σε αλλαγή αρχηγού εν πλω. Η εξέλιξη αυτή είναι αρκετά ασυνήθιστη για τα ελλαδικά δεδομένα, πάντως όχι για τα ευρωπαϊκά.
Άλλωστε, μέσα από τις κοινές εμφανίσεις και δημόσιες τοποθετήσεις τους, ήδη οι δύο πρώην πρωθυπουργοί και θεσμοφύλακες της παράταξης έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου επανειλημμένως, οπότε, οι βουλευτές που πρόσκεινται σε αυτούς θα πρέπει να ετοιμάζονται, αργά ή γρήγορα, να αναλάβουν μια σαφή θέση. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς στατιστικολόγος για να καταλάβει ότι με την μεγάλη πτώση που καταγράφει η κυβέρνηση, οι βουλευτικές έδρες που θα αντιστοιχούν στην ΝΔ θα είναι ούτως ή άλλως μειωμένες, άρα για τους προνοητικούς, επιβάλλεται να φροντίσουν για την επόμενη μέρα.
Εκτός αυτού, η κεντροαριστερή στροφή του Μητσοτάκη εγκυμονεί κινδύνους για την ιστορική ταυτότητα της ΝΔ, αφού την έχει αποξενώσει από τους συντηρητικούς της ψηφοφόρους. Εάν και εφόσον καταφέρει ο άρτι επανεκλεγείς κ. Ανδρουλάκης να επαναφέρει το ΠΑΣΟΚ σε κυβερνητική τροχιά μετά από μία και πλέον δεκαετία, δεν είναι βέβαιο ότι όλοι οι ψηφοφόροι του λεγόμενου «μεσαίου χώρου», οι οποίοι ψήφισαν την ΝΔ είτε από αντίδραση στον ΣΥΡΙΖΑ, είτε από έλλειψη κάποιας εναλλακτικής κεντροαριστερής επιλογής, θα εξακολουθήσουν να στηρίζουν την ΝΔ. Παράλληλα, όσο η ΝΔ αγνοεί τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της, ρισκάρει να χάσει την δεσπόζουσα θέση της στον συντηρητικό χώρο – ειδικά εάν κάποια στιγμή προκύψει κάποια χαρισματική ηγετική μορφή που θα μπορέσει να ενώσει τις κεντροδεξιές και συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις.
Εάν η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξακολουθήσει να απομακρύνεται από το πλαίσιο της λαϊκής εντολής που της έδωσαν οι πολίτες, ίσως η ρητορική και οι δημόσιες εμφανίσεις των δύο πρωθυπουργών να μην αρκέσουν ως μέσο ελέγχου στην κυβερνητική αυθαιρεσία. Για παράδειγμα, ίσως το πλέον επικίνδυνο χαρακτηριστικό αυτής της κυβέρνησης είναι η προσωποπαγής και μυστική διπλωματία που ασκεί με την Τουρκία.
Οι φόβοι ότι η πολιτική κατευνασμού που εφαρμόζεται απέναντι στην επεκτατική Τουρκία θα μετατραπεί (εάν δεν έχει ήδη) σε πολιτική ενδοτισμού και παραχωρήσεων είναι έκδηλοι πλέον. Υπάρχει διάχυτη δυσαρέσκεια στην πολιτική σκηνή – τόσο στην αντιπολίτευση, όσο και στους βουλευτές και μέλη της κυβέρνησης – για την ελλιπή ενημέρωση σχετικά με την ατζέντα των διαπραγματεύσεων μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκία, αλλά και μεταξύ των κ.κ. Μητσοτάκη και Ερντογάν.
Μυστική διπλωματία
Για ποιόν λόγο να μην γνωρίζουμε ποιες ακριβώς είναι οι στρατηγικές θέσεις της Ελλάδας απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα; Η ανησυχία αυτή κορυφώνεται εξαιτίας κάποιων παλαιότερων (άστοχων άραγε;) δηλώσεων του σημερινού υπουργού Εξωτερικών, οι οποίες παρέκκλιναν από τις διαχρονικές κόκκινες γραμμές της Ελλάδας (π.χ. περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας στα 6 ναυτικά μίλια, δηλώσεις μετά τα γεγονότα της Κάσου, περίεργη αναφορά σε μειοδοσία), αλλά και την αλλαγή του προγράμματος για την δημιουργία των θαλασσίων πάρκων, στα οποία εναντιώθηκε η Άγκυρα, αλλά και την απαγόρευση κάθε οικονομικής δραστηριότητας στα ελληνικά “μικρονήσια”.
Αν συνυπολογίσει κανείς την απροθυμία της Ελλάδας να δηλώσει το δυνητικό ΑΟΖ της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παράβλεψη για την οποία της έχει επιβληθεί και σχετικό πρόστιμο, είναι λογικό να φοβάται ο πολίτης για το τι ακριβώς συζητείται σε ανώτατο επίπεδο μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας. Αλήθεια, για ποιόν λόγο να συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις αυτές όταν η Άγκυρα έχει καταπατήσει τόσο απροκάλυπτα την Συμφωνία των Αθηνών; Μα, για τους ίδιους λόγους που δεν αντιδρά η Ελλάδα εδώ και τόσο καιρό για τις εξόφθαλμες παραβιάσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών…
Αυτό ήταν κάτι που αδυνατούσε να καταλάβει και ο Στέφανος Κασσελάκης, καθιστώντας την αντιπολίτευσή του ανύπαρκτη. Ο διάδοχός του στον ΣΥΡΙΖΑ θα εξακολουθεί κι αυτός να εισπράττει τα επίχειρα της Συμφωνίας που εξυμνεί τόσο πεισματικά το κόμμα αυτό, αρνούμενο να κάνει μια ρεαλιστική αποτίμηση των πραγμάτων. Ας διδαχθεί τουλάχιστον ο Νίκος Ανδρουλάκης από τα λάθη της εν αποδρομή αξιωματικής αντιπολίτευσης, μήπως μπορέσει να διαμορφώσει μια καλύτερη εναλλακτική.
Σε κάθε περίπτωση, όσο ο Μητσοτάκης δεν ελέγχεται θεσμικά ούτε από την μείζονα αντιπολίτευση, ούτε από τους βουλευτές του, η πολιτική κατάσταση στην χώρα θα πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο, με όλες τις σχετικές συνέπειες.