Η παράδοση της Ευρώπης στον Τραμπ
05/08/2025
Η Σύνοδος Κορυφής στο γήπεδο γκολφ της Σκωτίας (ιδιοκτησίας Τραμπ) όπου συμφωνήθηκε η επιβολή δασμών 15% στις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, χωρίς καμία ανταπόδοση από τη μεριά της ΕΕ, ήταν ένα ακόμη βήμα προς την ανάδειξη της στρατηγικής χρεοκοπίας της Ευρώπης. Συμβολικά και πραγματικά. Είχε προηγηθεί η σχιζοφρενική προσέγγιση στις ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες.
Οι ηγέτες της ΕΕ συμφώνησαν να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ (ποσό που θα οδηγήσει σε χρεοκοπία τα περισσότερα κράτη-μέλη) χωρίς καμία συνεκτική λογική, πέρα από τις αμερικανικές απαιτήσεις. Είναι χαρακτηριστικό πως η Συνθήκη των Βερσαλλιών επέβαλε ελαφρύτερα βάρη και πυροδότησε έναν παγκόσμιο πόλεμο. Όμως, δεν πρόκειται για κατανομή βαρών, αλλά για πληρωμή φόρου υποταγής μεταμφιεσμένου σε αλληλεγγύη του ΝΑΤΟ. Πρόκειται για γεγονός που αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα σύγχυσης που μεταμφιέζεται σε αποφασιστικότητα!
Η συμφωνία στο γήπεδο γκολφ της Σκωτίας προστίθεται ως ένα περαιτέρω στοιχείο που επιτρέπει να τονισθεί για ακόμη μια φορά η ουσία των σχέσεων ΕΕ-ΗΠΑ. Το μόρφωμα της ΕΕ οικοδομήθηκε πριν 70 χρόνια και έφθασε στη σημερινή του μορφή, υπό την προστασία των ΗΠΑ. Αποτελεί μέρος του οικοδομήματος της Δύσης*. Η Δύση αποτελεί έναν ιεραρχημένο καθεστώς, με επικεφαλής και κυρίαρχο τις ΗΠΑ, και δύο πυλώνες: τον Ευρωπαϊκό και τον αντίστοιχο του Ειρηνικού οι οποίοι κατέχουν μεγάλο μέρος των ακτών της Ευρασίας. Πρόκειται για πολύ συγκεκριμένο μηχανισμό ισχύος υπό τις ΗΠΑ και παρόλες τις διακρατικές τριβές και ανταγωνισμούς που τον χαρακτηρίζουν κυρίως στο οικονομικό επίπεδο, εξακολουθεί να αναπαράγεται και να επεκτείνεται προς Ανατολάς επιχειρώντας να ενσωματώσει το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά και άλλων χωρών που βρίσκονται στις παρυφές της Ευρώπης (π.χ. Γεωργία).
ΗΠΑ και ΕΕ
Σε αυτό το πλαίσιο η ΕΕ αποτελεί μια οικονομική/νομισματική ένωση, η οποία είχε ως στόχο κάποια μορφή πολιτικής ολοκλήρωσης (αυτό εκ των πραγμάτων καθίσταται αδύνατον, ή σωστότερα έχει οδηγηθεί στις ελληνικές καλένδες), αλλά συνυπάρχει από την αρχή της δημιουργίας της με το ΝΑΤΟ, το οποίο αποτελεί τον πολιτικοστρατιωτικό βραχίονα της Δύσης. Η ΕΕ δεν αποτελεί πόλο πολιτικοστρατιωτικής ισχύος σε παγκόσμια κλίμακα. Αντίθετα, τέτοιου είδους πόλο αποτελούν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Μέχρι και σήμερα, παρότι το ζήτημα έχει τεθεί πολλά χρόνια πριν, εξακολουθεί να αιωρείται το ερώτημα αν η ΕΕ θα μπορέσει να συνεχίσει την πορεία ολοκλήρωσής της αναλαμβάνοντας η ίδια το οικονομικό βάρος της άμυνας και της ασφάλειάς της.
Στο ερώτημα αυτό, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ της Ευρώπης μέχρι και το πρόσφατο παρελθόν απαντούσαν ψελλίζοντας για μια στρατηγική διασφάλισης σχετικής αυτονομίας μέσα στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Αυτό επίσης δείχνει την αδυναμία ή τη μη θέληση των ιθυνόντων της ΕΕ να προχωρήσουν σε πραγματική εξισορρόπηση των ευρωαντλαντικών σχέσεων ισχύος. Όμως και σήμερα το σχέδιο αύξησης των αμυντικών δαπανών, μέσω μερικής (κατ’ αρχάς) στρατιωτικοποίησης της ευρωπαϊκής οικονομίας (ειδικά της Γερμανίας) αποτελεί επιλογή που εκπορεύεται από τις ωμές απειλές του Τραμπ και από συγκυριακές οικονομικές πολιτικές προς ώθηση της μεγέθυνσης των ευρωπαϊκών οικονομιών μετά την επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ.
Η ΕΕ και οι ΗΠΑ από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν κοινά συμφέροντα, τα οποία όμως πρωτίστως εξυπηρετούσαν τις γεωπολιτικές ανάγκες των ΗΠΑ στην αντιμετώπιση του σοβιετικού στρατοπέδου. Όσο οι ΗΠΑ εξακολουθούν να θεωρούν ότι οι χώρες της ΕΕ είναι χρήσιμες γεωπολιτικά στο στρατηγικό τους σχεδιασμό, αυτό το βασικό σχήμα –με τις οποιεσδήποτε διαφοροποιήσεις– θα εξακολουθήσει να υφίσταται στο μέλλον. Ήδη οι διαφοροποιήσεις υπό την προεδρία Τραμπ είναι σημαντικές, μια εκ των οποίων είναι σχεδόν υπαρξιακή: Η εγγύηση ασφαλείας σε περίπτωση επίθεσης από ξένη δύναμη δεν είναι σίγουρη από τη στιγμή που δεν ενεργοποιείται αυτόματα το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ, αλλά μετά από σύσκεψη και απόφαση.
Έτσι, όλες οι τελευταίες εξελίξεις –προεξαρχόντως του πολέμου στην Ουκρανία– δείχνουν σωρευτικά το λανθασμένο μιας σειράς γνωστών αντιλήψεων, οι οποίες εδώ και περίπου τρεις δεκαετίες εκδηλώνονται με ιδιαίτερη προσπάθεια από την πλευρά των οπαδών του συγκεκριμένου σχεδίου, με βάση το οποίο έχει πορευθεί η ευρωπαϊκή ενοποίηση. Κατ’ εξοχήν λανθασμένος έχει αποδειχθεί ο διεθνής ρόλος που είχε προδιαγραφεί για το ευρωπαϊκό μόρφωμα. Ο ρόλος αυτός περιορίζονταν μέσα στο γενικότερο πλαίσιο λειτουργίας της “ήπιας ισχύος”.
Είναι η ΕΕ πρότυπο για το μέλλον;
Ορισμένοι θεωρούσαν ότι η ΕΕ αποτελεί ένα μελλοντικό πρότυπο. Ένα πρωτοπόρο πρόπλασμα οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης, το οποίο μπορούν να ακολουθήσουν χώρες και σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Στο πλαίσιο αυτού του ρόλου η ΕΕ έπρεπε να προβάλει το κοινωνικό της πρόσωπο και τη θεσμική της υπεροχή. Έτσι η ΕΕ μπορεί να αποτελέσει δύναμη εξισορρόπησης μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων του πλανήτη – προφανώς λόγω της θέσης της στην Ευρασία. Δυστυχώς για όλους αυτούς, η ιστορία επέλεξε να κινηθεί στον αντίπερα όχθη των αντιλήψεών τους! Η κατάρρευση της Ευρώπης πηγάζει από τη σύγχυση σχετικά με τη φύση της εξουσίας. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες πιστεύουν ότι η ηθική στάση μπορεί να υποκαταστήσει την υλική δύναμη και τα νομικά πλαίσια μπορούν να περιορίσουν τους δρώντες, που αναγνωρίζουν μόνο τη δύναμη!
Η συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ αποδεικνύει ότι η ευρωπαϊκή συμμόρφωση μπορεί να αγοραστεί μέσω κραυγαλέου εκφοβισμού. Γιατί να οικοδομήσουν συνεργασίες όταν μπορούν να λειτουργήσουν εκβιαστικά, προσφέροντας δήθεν προστασία; Οι Ευρωπαίοι διαπραγματευτές όταν έφθασαν στο γήπεδο του γκολφ –αφού περίμεναν αρκετή ώρα ώστε να τελειώσει την προπόνησή του ο πρόεδρος– είχαν ήδη αποφασίσει ότι η συμμόρφωση με τις αμερικανικές απαιτήσεις θα ανέβαζε το καθεστώς τους από τη θέση του κατώτερου εταίρου σε απαραίτητο σύμμαχο.
Αντίθετα, με την κατάληξη των συνομιλιών επιβεβαιώθηκε ο ρόλος της ΕΕ μόνο ως πηγή εσόδων που έπρεπε να αντληθούν και να οδηγηθούν στα δημόσια ταμεία, στις ενεργειακές και αμυντικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ και όχι ως εταίρου που έπρεπε να ακουσθούν οι απόψεις του και στο τέλος να συναποφασίσουν συμβουλευόμενοι ο ένας των άλλων. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι (ντερ Λάιεν, Κάλλας, Σέφκοβιτς) που υπέγραψαν τη συμφωνία θα πρέπει να μάθουν ότι όταν οι νίκες, που υποστηρίζουν ότι επέτυχαν, ευθυγραμμίζονται απόλυτα με τα συμφέροντα του αντιπάλου τους, δεν υπάρχει διαπραγμάτευση, αλλά απλά παράδοση. Θα πρέπει επιτέλους να φύγουν – κατά προτίμηση πριν δημοπρατήσουν τα υπόλοιπα κομμάτια της ευρωπαϊκής κυριαρχίας.
* Κώστας Μελάς, Το Οικοδόμημα της Δύσης, προσεχή δημοσίευση Περιοδικό Φρέαρ, Σεπτέμβριος 2025