Η πόλωση στις εκλογές με ενισχυμένη απειλεί το ΠΑΣΟΚ
26/05/2022Λίγες ημέρες μετά το πέρας του Συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και λίγους μήνες μετά την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ιστορικού κόμματος, η χρονική περίοδος που διανύουμε προσφέρεται για μία θεωρητική διερεύνηση ως προς το πού οδεύει.
Παρακολουθώντας κανείς τις εργασίες του Συνεδρίου, τις ομιλίες των ηγετικών στελεχών και του προέδρου, είναι εύκολο να διαπιστώσει ότι η πολιτική αυτονομία αποτελεί για τις διάφορες εσωτερικές τάσεις το ίσως το πιο κοινά αποδεκτό στοιχείο της νέας τοποθέτησης του ΠΑΣΟΚ.
Ο πρόεδρος και οι συν αυτώ διαμηνύουν σε κάθε τόνο και με κάθε ευκαιρία ότι το κόμμα τους δεν θα γίνει “συμπλήρωμα” ούτε της ΝΔ, ούτε του ΣΥΡΙΖΑ, απορρίπτοντας στην ουσία σενάρια κυβερνητικής συνεργασίας μετά τις εκλογές. Η στρατηγική αυτή επελέγη αρχικά από την Φώφη Γεννηματά αλλά επισφραγίστηκε από τη νέα ηγεσία μετά την εντυπωσιακή συμμετοχή στις εσωκομματικές διαδικασίες για την ανάδειξη προέδρου στα τέλη του περασμένου έτους.
Η στόχευση της στρατηγικής αυτής είναι διττή: αρχικά να διατηρήσει στον μέγιστο εφικτό βαθμό το νεοαποκτηθέν ενδιαφέρον για την λειτουργία και την πορεία του κόμματος και δευτερευόντως να μην απομακρύνει απ’ τους κόλπους του ούτε όσους έβλεπαν με καλό μάτι τη συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε αντιστοίχως όσους “γλυκοκοιτούσαν” προς τη ΝΔ.
Η συγκινησιακή φόρτιση απ’ τον αιφνίδιο θάνατο της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά, η αναζωογόνηση της εκλογικής διαδικασίας απ’ τη συμμετοχή ενός πρώην πρωθυπουργού σε αυτήν, καθώς και το νέο και άφθαρτο πρόσωπο του Νίκου Ανδρουλάκη που διεκδίκησε τον ρόλο της κυβερνητικής εναλλακτικής σε μία περίοδο σημαντικής φθοράς κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης, έδωσε ένα αξιοσημείωτο δημοσκοπικό boost στο ΠΑΣΟΚ.
Ο “ταπεινός” Ανδρουλάκης
Αδιαμφισβήτητα, η άρνηση του να ταυτιστεί είτε με τη ΝΔ είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ, τις πολιτικές των οποίων σημαντική μερίδα του πληθυσμού έχει απορρίψει, βοήθησε προς την ίδια κατεύθυνση. Όμως, όπως όλα δείχνουν, τίποτε απ’ αυτά δεν στάθηκε αρκετό για να συντηρήσει αυτήν τη δυναμική. Ήδη σε όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, με τις εκλογές να μην έχουν προκηρυχθεί επισήμως αλλά με το πολιτικό σκηνικό να βρίσκεται εν μέσω παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου, το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται να χάνει κάποιες απ’ τις εισροές που πέτυχε τους τελευταίους μήνες σε βάρος των δύο μεγάλων κομμάτων.
Η πιθανότητα να καταφέρει το ΠΑΣΟΚ να αντικαταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως κύριο εκφραστή της ευρύτερης Κεντροαριστεράς ως τις επόμενες εκλογές φαίνεται σήμερα –τουλάχιστον δημοσκοπικά– να είναι ανύπαρκτη. Εάν σε αυτόν τον τομέα τα πράγματα μείνουν ως έχουν, η χώρα θα οδηγηθεί στις κάλπες με απλή αναλογική, τη ΝΔ να διατηρεί την πρωτιά με κάποιες λελογισμένες απώλειες και τον ΣΥΡΙΖΑ στη δεύτερη θέση με ασφαλή απόσταση από το ΠΑΣΟΚ.
Σίγουρα οι δημοσκοπήσεις δεν αποτελούν τον πλέον αξιόπιστο τρόπο να προεξοφλήσει κανείς εξελίξεις, ειδικά στον τομέα της πολιτικής όπου τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν άρδην εν μία νυκτί, όμως σε κάθε περίπτωση αποτελούν μία ακτινογραφία της στιγμής και μία ένδειξη της επικρατούσας τάσης. Η τωρινή τάση δείχνει πως η αύξηση των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ μάλλον αποτελούσε σε μεγάλο βαθμό πυροτέχνημα και όχι θεμελιακή αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό όπως πολλοί έσπευσαν να ανακοινώσουν.
ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ έχουν ήδη ξεκινήσει να περιορίζουν τη ζημία από την εκλογή Ανδρουλάκη και η προκήρυξη των εκλογών όποτε κι αν αυτές γίνουν μόνο θα εντείνει αυτή την διαδικασία και προϋπάρχουσα τάση. Όχι στον βαθμό που θα συνέβαινε εάν οι εκλογές δεν γίνονταν με απλή αναλογική, κάτι που στην παρούσα φάση συμφέρει το ΠΑΣΟΚ, αλλά πιθανότατα δεν θ’ αρκέσει για την εκπλήρωση των… ταπεινών στόχων (όπως αναφέρουν και “φιλικά” δημοσιεύματα) του νέου προέδρου.
Το στρατηγικό αδιέξοδο
Εκτός σημαντικού απροόπτου τα αποτελέσματα θα είναι τέτοια που θα οδηγήσουν εκ νέου σε εκλογές με την ενισχυμένη αναλογική (νόμος Θεοδωρικάκου). Με τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ να καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις στην πρώτη κάλπη, αναπόφευκτα στις δεύτερες εκλογές λόγω της πόλωσης και της προοπτικής αυτοδύναμης κυβέρνησης με τον νέο εκλογικό νόμο, τα μικρότερα κόμματα θα συμπιεστούν υπέρ των μεγαλύτερων.
Το ΠΑΣΟΚ είναι πιθανόν να οδηγηθεί με λίγα λόγια στις δεύτερες εκλογές με λιγότερες ψήφους, μικρότερο ποσοστό και λιγότερες έδρες (το τελευταίο ούτως ή άλλως, λόγω του εκλογικού συστήματος). Στο καθόλου απίθανο σενάριο που η ΝΔ διατηρήσει την πρωτιά της αλλά δεν έχει και πάλι αυτοδυναμία, το ΠΑΣΟΚ θα κληθεί είτε να συγκυβερνήσει μαζί της, είτε να οδηγήσει την χώρα σε εκλογές για τρίτη φορά σε έναν χρόνο.
Εάν ο Νίκος Ανδρουλάκης αποφασίσει να συμμετέχει σε κυβέρνηση με τη ΝΔ (ανεξαρτήτως του αν θα αποδεχτεί για πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη ή εάν απαιτήσει να τοποθετηθεί πρόσωπο κοινής αποδοχής), σημαντική μερίδα του κόμματος του θα αποχωρήσει με κατεύθυνση τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό μάλιστα είναι ξεκάθαρο πως αφορά τόσο κορυφαία στελέχη του κόμματος με μακρά πορεία στον χώρο, όσο και την βάση του ΠΑΣΟΚ, η οποία σύμφωνα με πρόσφατα ευρήματα για πρώτη φορά μετά από χρόνια φαίνεται να δείχνει μία οριακή προτίμηση στη συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ έναντι της ΝΔ.
Άλλωστε οι ειδικές συγκυρίες που είχαν οδηγήσει στην “ανίερο” σύμπραξη ΝΔ-ΠΑΣΟΚ το 2012 έχουν πλέον εκλείψει, και η επικρατούσα τότε διαιρετική τομή Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο –που κατέστησε φυσιολογική για τα δεδομένα της εποχής και τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ– έχει δώσει την θέση της σε πιο παραδοσιακές δομές και σχηματισμούς (βλ. Αριστερά-Δεξιά).
Αλλά ακόμα κι εάν η ΝΔ έχει αυτοδυναμία μετά τις δεύτερες κάλπες ή πάμε σε τρίτες εκλογές και την κατακτήσει εκεί, τα σενάρια για το ΠΑΣΟΚ δεν γίνονται περισσότερο ευοίωνα. Αυτό γιατί θα έχει μεσολαβήσει ήδη η καθιέρωση του ΣΥΡΙΖΑ ως τον δεύτερο βασικό πόλο του κομματικού συστήματος, γεγονός που σε συνδυασμό με την ενισχυμένη αναλογική θα τον καθιστά κυβέρνηση εν αναμονή μετά κι από μία δεύτερη τετραετία της ΝΔ στην εξουσία και μάλιστα με προοπτική αυτοδυναμίας.
Με τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη να διανύει την δεύτερη συναπτή θητεία της ως κυβέρνηση και τον εκλογικό νόμο να πριμοδοτεί τις αυτοδύναμες, μονοκομματικές κυβερνήσεις, την αναπόφευκτη κυβερνητική φθορά θα εισπράττει μοιραία η πλησιέστερη στην εξουσία εναλλακτική. Ακόμα κι αν λοιπόν το ΠΑΣΟΚ έχει ως τότε εμείνει στην αυτόνομη πορεία του και όντας ήδη συρρικνωμένο, ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελεί μία μακράν πιο θελκτική εναλλακτική για κεντροαριστερούς ψηφοφόρους – αλλά και στελέχη τα οποία έχουν περιέργεια για το πώς νιώθει κανείς καθήμενος σε υπουργική καρέκλα…