Η πρόταση δυσπιστίας δίνει αντιπολιτευτικούς πόντους στον Τσίπρα
28/01/2022Η πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης που κατέθεσε ο Αλέξης Τσίπρας αιφνιδίασε την κυβέρνηση και προκάλεσε αμηχανία στο ΚΙΝΑΛ. Ο Αλέξης Τσίπρας πέτυχε με την κατάθεση τους βασικούς του στόχους: βάζει την ατζέντα σε συνέχεια του αιτήματος των εκλογών, κεφαλαιοποιεί την φθορά της κυβέρνησης, σταματάει την εσωστρέφεια στο κόμμα του και αναγκάζει τον Νίκο Ανδρουλάκη να πάρει θέση.
Υπολογίζει δε ότι στην προσωπική αντιπαράθεση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη θα φανεί η προσωπική του υπεροχή. Συνολικά η όλη διαδικασία να αποτελέσει την βάση για την δημοσκοπική του ανάκαμψη. Από το Μέγαρο Μαξίμου διέρρευσε αμέσως ότι η πρόταση μομφής ήταν αναμενόμενη και οφείλεται στην φθίνουσα πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και στην ανάγκη να απαντήσει αφενός στα εσωκομματικά του προβλήματα και αφετέρου να αντιμετωπίσει την απειλή του ΚΙΝΑΛ. Στο πλαίσιο αυτό, λένε, πρόκειται για μία κίνηση “φτηνού εντυπωσιασμού”.
Φυσικά όπως συμβαίνει πάντα με τις αντίστοιχες προτάσεις το κόμμα της πλειοψηφίας θα βγει επιφανειακά συσπειρωμένο και ενωμένο. Στο τέλος της διαδικασίας η κυβέρνηση να πάρει 157 ψήφους. Αλλά η πρόταση αποσκοπεί στο να φέρει σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, να αναδείξει την ανεπάρκεια του επιτελικού κράτους και να φέρει τον πρωθυπουργό σε αντιπαράθεση με τον Αλέξη Τσίπρα.
Η συγκυρία είναι τέτοια που ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πρέπει να απολογείται για την ταλαιπωρία των πολιτών από την κακοκαιρία, για τους θανάτους από την πανδημία που φέρνουν την χώρα σε μία από τις τελευταίες θέσεις της ΕΕ, καθώς και για την ακρίβεια που πλήττει τα λαϊκά εισοδήματα. Θα αναγκαστεί να καλύπτει τον υπουργό Πολιτικής Προστασίας – για τον οποίο η γκρίνια είναι από το εσωτερικό της ΝΔ– και να κρατά ισορροπίες με τον Περιφερειάρχη, Γιώργο Πατούλη. Επιπλέον παρότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν το ανέφερε στην τοποθέτησή του στην Βουλή θα βρεθεί στην δύσκολη θέση να απολογείται για τις σχέσεις του υπουργού Επικρατείας με το Μένιο Φουρθιώτη.
Αν και η γραμμή είναι ακόμη υπό διαμόρφωση θεωρείται δεδομένο ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα απαντήσει σε ανάλογα υψηλούς τόνους με τον Αλέξη Τσίπρα. Φυσικά θα υπερασπιστεί την διακυβέρνηση των 30 μηνών και θα καταφύγει σε μία συνολική σύγκριση με την αντίστοιχη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, θυμίζοντας από το πρώτο εξάμηνο του 2015 μέχρι τις δικές του φυσικές καταστροφές. Φυσικά θα παίξει το εθνικό χαρτί σε συνάρτηση με τους εξοπλισμούς, όπως και το μεταναστευτικό. Η επίκληση των πεπραγμένων του ΣΥΡΙΖΑ πάντως είναι ένα πολυχρησιμοποιημένο επιχείρημα.
Αμηχανία στο ΚΙΝΑΛ
Η πρόταση προκάλεσε αμηχανία στο ΚΙΝΑΛ που μετά την πρώτη αντίδραση του Νίκου Ανδρουλάκη βρέθηκε σε διασταυρούμενα πυρά από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Και μόνο το γεγονός ότι θα φανεί η απουσία του αρχηγού από μία κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία είναι αρνητικό. Επιπλέον το ΚΙΝΑΛ αναγκαστικά ετεροπροσδιορίζεται από την ατζέντα που βάζει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης απάντησε ότι θα ψηφίσει την πρόταση μομφής αλλά δεν ζητά εκλογές, σε μία συγκυρία με 100 νεκρούς την ημέρα. Αμέσως δέχθηκε τα πυρά και από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα. Ο μεν κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου σχολίασε: «…τον ακούσαμε να λέει ότι από τη μια θα υπερψηφίσει την πρόταση Μομφής του ΣΥΡΙΖΑ -προφανώς γιατί έχει αποφασίσει να στρίψει αρκετά αριστερά- από την άλλη όμως δεν ζητάει εκλογές διότι πιστεύει ότι δεν είναι εφικτό να γίνουν μέσα σε αυτές τις συνθήκες. Αυτά τα δύο ακούγονται κάπως αντιφατικά. Ψηφίζει να πέσει μια Κυβέρνηση, χωρίς όμως να θέλει να ακολουθήσουν εκλογές».
Παρόμοια ήταν και η κριτική από τον εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ: «Καλοδεχούμενη η υπερψήφιση της πρότασης μομφής από το ΚΙΝΑΛ. Περιμένουμε να εξηγήσει στους πολίτες ωστόσο, αφού καταψηφίζει την αποτυχημένη κυβέρνηση της Δεξιάς, γιατί δεν θέλει εκλογές. Και να καταψηφίζει την κυβέρνηση και να ζητάει την παραμονή του κ. Μητσοτάκη, δεν γίνεται».
Θέλοντας να κρατήσει αποστάσεις και από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα κατέληξε σε μία εκ των πραγμάτων αντιφατική θέση. Πάντως αυτή θα είναι και η γραμμή στην οποία θα κινηθεί, κριτική στην κυβέρνηση και σαφείς αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ ώστε να προβάλλει ότι αποτελεί εναλλακτική δύναμη στην αντιπολίτευση και στον χώρο της κεντροαριστεράς. Πρόκειται για δύσκολη ισορροπία.